Η απόφαση μιας γυναίκας στο Βέλγιο να βάλει τέλος στη ζωή της σε ηλικία μόλις 24, έχει προκαλέσει ρίγη συγκίνησης σε όλη τη χώρα. Εκείνη είχε μόλις ανοίξει το κουρείο της στη Λιέγη, αλλά το lockdown και οι συνέπειες που φέρνει την οδήγησαν να οδηγηθεί στο απονενοημένο διάβημα.
Σύμφωνα με τους οικείους της, δεν άντεξε το γεγονός ότι την έκριναν «μη απαραίτητη». Με την ενέργειά της αναδείχθηκε σε σύμβολο της απελπισίας μπροστά στην πανδημία, σε μια χώρα που έχει βαριά πληγεί από τον νέο κορονοϊό (περισσότεροι από 15.000 ασθενείς έχουν πεθάνει) και έχει επιβάλει ένα δεύτερο lockdown.
Χαρακτηριστικό της συγκίνησης που προκάλεσε σε ολόκληρη την κοινωνία, είναι πως ο πρωθυπουργός Αλεξάντερ ντε Κρο, αναφέρθηκε σε εκείνη.
Το ίδιο έκανε και ο σκηνοθέτης Λικ Νταρντέν (διπλά βραβευθείς με Χρυσό Φοίνικα στις Κάνες, μαζί με τον αδελφό του Ζαν Πιερ), που μίλησε σήμερα στο Γαλλικό Πρακτορείο, λέγοντας: «Κάθε αυτοκτονία είναι περίπλοκη, δεν θέλω να την περιορίσω μονάχα στα κοινωνικά και οικονομικά αίτιά της».
Όμως, υπάρχει εκεί «η έκφραση μιας κοινωνικής απελπισίας, μιας στεναχώριας», τόνισε, υπενθυμίζοντας τη σημασία «του να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στους πιο ευάλωτους ανθρώπους».
Η Άλισον Ζαντάν, βρέθηκε νεκρή τη Δευτέρα (16/11). Χωρίς να αφήσει κάποιο σημείωμα πίσω, για να εξηγήσει την ενέργειά της, σύμφωνα με τα πρώτα διαθέσιμα στοιχεία της έρευνας. Όμως, στο περιβάλλον της, όλοι φαίνεται πως γνώριζαν.
Άνεργη κομμώτρια, είχε ξεκινήσει τη δική της επιχείρηση στις αρχές Αυγούστου. Δεν μπόρεσε να αντέξει το κλείσιμο που επιβλήθηκε από τις Αρχές, στο πλαίσιο της δεύτερης καραντίνας πριν από τρεις εβδομάδες. «Είναι πολύ περίπλοκο ψυχολογικά», έλεγε η ίδια στις 10 Νοεμβρίου, στο τηλεοπτικό δίκτυο RTL-TVI.
Η εικόνα της να χαμογελάει με τα κόκκινα μαλλιά της και τα πίρσινγκ της έγινε οικεία στους Βέλγους.
Ερωτηθείς χθες στο Κοινοβούλιο, ο πρωθυπουργός μίλησε για «έναν άνθρωπο που ήθελε να ξεκινήσει το κατάστημά του με πολλές φιλοδοξίες, πολλές ελπίδες» και «βρέθηκε αντιμέτωπο με μια κατάσταση για την οποία δεν έφταιγε».
Η τραγωδία αυτή «μας άγγιξε όλους βαθιά», τόνισε ο Βέλγος πρωθυπουργός, ο οποίος σύμφωνα με το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων παραδέχθηκε: «Είναι σαφές ότι ο αντίκτυπος σε ανθρώπινο και ψυχολογικό επίπεδο του δεύτερου κύματος (της πανδημίας) είναι μεγαλύτερος».
«Της απάντησαν ότι η επιχείρησή της δεν ήταν απαραίτητη»
Ο Σερζ Σχονμπρόντ, πελάτης και φίλος της Άλισον, περιγράφει ότι εκείνη του είπε πως ανησυχεί για την καραντίνα, στην τελευταία συνάντησή τους. Φοβόταν ότι δεν είναι δικαιούχος για κρατική επιδότηση λόγω του πρόσφατου χαρακτήρα της δραστηριότητάς της, χωρίς να έχει κάποιον υπάλληλο.
«Όταν η Άλισον επικοινώνησε με τις υπηρεσίες που θα τη βοηθούσαν, της απάντησαν ότι η επιχείρησή της δεν ήταν απαραίτητη, δεν ήταν αναγκαία», εξηγεί ο Σερζ.
«Έπρεπε να δικαιολογήσει την καταβολή ασφαλιστικών εισφορών σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο, κάτι που προφανώς δεν είχε», συμπλήρωσε ο φίλος της, ο οποίος δημιούργησε ένα «ταμείο Άλισον», προκειμένου να βοηθήσει τους ελεύθερους επαγγελματίες, που βρίσκονται αντιμέτωποι με τον οικονομικό στραγγαλισμό.
Μπροστά από το κατάστημα της Άλισον, κόσμος αποτίει φόρο τιμής σε εκείνη και μπουκέτα λουλούδια έχουν τοποθετηθεί μπροστά από τη βιτρίνα του.
Για τον Ζαν Λικ Βασέρ, τον πρόεδρο της Ένωσης Εμπόρων της Λιέγης, τουλάχιστον ένα κατάστημα στα δέκα δεν θα επιβιώσει του δεύτερου κλεισίματος, μετά την καραντίνα της άνοιξης.
Και το ζήτημα της επαναλειτουργίας για τα Χριστούγεννα παραμένει ένα μεγάλο ερώτημα. «Εάν συνηγορήσουμε υπέρ ενός ανοίγματος και μετά βρεθούμε μπροστά σε ένα τρίτο κύμα (…), θα είναι το χάος, δεν θα μιλάμε πλέον για 10,20,30%, αλλά για το 60% των επιχειρήσεων που θα κλείσουν», προειδοποίησε ο Βασέρ.