Πριν από λίγες ημέρες , ο πρώην Υπουργός των Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, έκανε κριτική στην κυβέρνηση, ότι με την Ελληνοϊταλική συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες, απεμπόλησε κυριαρχικά δικαιώματα. Συμπληρώνει δε ότι ο ίδιος είχε έτοιμη συμφωνία με τους Ιταλούς αλλά ο τότε πρωθυπουργός δεν το προχώρησε. Ο Τσίπρας όμως τα λέει διαφορετικά, δηλαδή ότι ο Κοτζιάς δεν ήθελε να προχωρήσουν.
Όπου και να είναι η αλήθεια, ένα είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός: Υπήρχε συμφωνία και η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν την ολοκλήρωσε. Τώρα, έρχονται να κάνουν κριτική στην κυβέρνηση, ενώπιον ενός τουρκολιβυκού συμφώνου, το οποίο de facto, έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα, παράνομα μεν, αλλά υπάρχοντα.
Τι έκανε λοιπόν η Κυβέρνηση με το Ελληνοϊταλικό σύμφωνο;
Έκλεισε ένα πολύ σημαντικό θέμα που επί 43 χρόνια ταλάνιζε τις διπλωματικές υπηρεσίες των δύο χωρών και που έπρεπε πάση θυσία να κλείσει τώρα, όπως άλλωστε και το αντίστοιχο με την Αίγυπτο. Ταυτόχρονα ανακήρυξε ΑΟΖ και δήλωσε προς πάσα κατεύθυνση τα αναφαίρετα δικαιώματα της. Το δικαίωμα, δηλαδή, της έρευνας και της εκμετάλλευσης των θαλάσσιων πόρων πέραν των χωρικών υδάτων της.
Η σημασία αυτής της συμφωνίας είναι τεράστια καθώς έχει μια σειρά άμεσα και ευδιάκριτα οφέλη για την Πατρίδα μας:
• Αποτελεί υπόδειγμα καλής γειτνίασης και συνεργασίας με βάση το Διεθνές Δίκαιο και τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, που θα συμβάλει στην σταθερότητα της περιοχής.
• Αναγνωρίζει ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα και θαλάσσιες ζώνες, που αποτελεί το πρώτο και βασικό μήνυμα της συμφωνίας προς την Τουρκία και τον Ερντογάν, καθιστώντας το τουρκολιβυκό μνημόνιο ανυπόστατο.
• Θωρακίζει σε νομικό επίπεδο τη χώρα μας έναντι των παράνομων ενεργειών της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό βήμα στην προσπάθεια της ελληνικής διπλωματίας να κατοχυρώσει τις θέσεις της ως προς τα κυριαρχικά δικαιώματα στη Μεσόγειο, απέναντι στις «αναθεωρητικές θέσεις της Τουρκίας, όπως συγκεφαλαιώνονται στη στρατηγική της «Γαλάζιας Πατρίδας».
• Ελλάδα-Ιταλία εκφράζουν την προσήλωσή τους στην ισόρροπη και βιώσιμη διαχείριση των πόρων αυτών και συμφωνούν να διεξαγάγουν διαβουλεύσεις για την εκτίμηση τυχόν επιπτώσεων διαφόρων παραγόντων στις υφιστάμενες πρακτικές των αλιέων των δύο κρατών.
Εκτός όμως από τα άμεσα οφέλη, υπάρχουν και τα έμμεσα. Εκείνα που προέρχονται με μια δεύτερη ανάγνωση σε μελλοντικό συνήθως χρόνο.
Σε αυτά τα οφέλη συγκαταλέγονται:
• Η άσκηση πίεσης και η αποστολή ηχηρού μηνύματος προς την Αλβανία ότι ήρθε η ώρα για την υπογραφή μιας παρόμοιας συμφωνίας, που είχε ακυρωθεί το 2009.
• Προώθηση της έναρξης των διαπραγματεύσεων για την ανακήρυξη της ΑΟΖ με την Αίγυπτο, που θα αποτελέσει και το πιο σοβαρό αντίβαρο στο τουρκολιβυκό σύμφωνο και θα θέσει πρόωρο τέλος στα σχέδια του Ερντογάν που ονειρεύεται κοινά σύνορα με τη Λιβύη.
Ελλάδα-Ιταλία προχώρησαν σε μια ιστορική συμφωνία, άρτια και απόλυτα σύμφωνη με το Διεθνές Δίκαιο, που έρχεται να υπενθυμίσει, την καλύτερη δυνατή στιγμή, πως πρέπει να γίνονται τέτοιου είδους συμφωνίες.
Παράλληλα η συμφωνία αυτή, ανοίγει το δρόμο για την διαπραγμάτευση της χώρας μας, παρόμοιων συμφωνιών με όλους τους γείτονες μας, δίνοντας μας έναν άλλον αέρα για να συμπληρώσουμε βήμα-βήμα το περίπλοκο πάζλ της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, με γνώμονα πάντα, την προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων, που αποτελεί άλλωστε την πάγια συνταγματική υποχρέωση κάθε ελληνικής κυβέρνησης διαχρονικά.
Αν η Τουρκία πίστευε ότι θα κάναμε πίσω σε οτιδήποτε αφορά τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, πλανάται πλάνην οικτράν. Είμαστε ακόμα στην αρχή της προώθησης της πιο σημαντικής φαρέτρας που διαθέτει αυτή τη στιγμή η Πατρίδα μας, της διπλωματίας. Και στα επόμενα λοιπόν που θα ακολουθήσουν.