Σε παρεξήγηση σε ό,τι αφορά το μέγεθος της μάσκας πριν τη συρραφή και όχι το τελικό μέγεθος των δύο τύπων μασκών, απέδωσε ο υφυπουργός Υγείας, Βασίλης Κοντοζαμάνης, το ζήτημα που δημιουργήθηκε με τις διαστάσεις των μασκών που δόθηκαν χθες στους μαθητές.
Κατά την ενημέρωση για την πορεία της covid-19 στην Ελλάδα, ο κ. Κοντοζαμάνης ανέφερε ότι το πρόβλημα που δημιουργήθηκε θα διορθωθεί και η αρμόδια επιτροπή θα δώσει διευκρινίσεις επί των προδιαγραφών, οι οποίες «είναι ξεκάθαρες και θα είναι ίδιες, διότι βασίζονται στα διεθνή πρότυπα». Εξήγησε δε, ότι αυτό που έκανε το υπουργείο Υγείας, ήταν να διαβιβάσει τις προδιαγραφές στις αρμόδιες αρχές που ήταν υπεύθυνες για να προχωρήσουν στο διαγωνισμό. «Χθες είχαμε την έναρξη της σχολικής χρονιάς, η οποία πήγε πάρα πολύ καλά στην συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που διαθέτει δωρεάν μάσκες στους μαθητές», τόνισε ο υφυπουργός.
Αναφερόμενος στην πίεση που δέχεται το σύστημα υγείας από την αύξηση των νοσηλειών με covid-19, ο κ. Κοντοζαμάνης είπε, ότι υπάρχει σχέδιο και προγραμματισμός να αυξηθούν οι ΜΕΘ αποκλειστικά για covid-19, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα περιστατικά. Επανέλαβε επίσης, ότι το σύστημα υγείας δεν κλείνει, λειτουργούν όλες οι δομές, και δίνεται προτεραιότητα σε ομάδες που έχουν ανάγκη από υπηρεσίες υγείας (ογκολογικοί ασθενείς, ευπαθείς ομάδες). «Έχουμε τη γνώση, έχουμε την εμπειρία από το πρώτο κύμα πανδημίας, προκειμένου να αυξήσουμε την δυναμικότητα του συστήματος υγείας, τόσο σε κλίνες ΜΕΘ για κορονοϊό, όσο και σε απλές κλίνες για κορονοϊό».
Σε ότι αφορά την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, επανέλαβε ότι και σαφώς παίζει ρόλο στη διαχείριση της πανδημίας. Συγκεκριμένα Κέντρα Υγείας, όπως είπε, διαχειρίστηκαν αποκλειστικά περιστατικά κορονοϊού. Η Ελλάδα έχει περισσότερα από 300 Κέντρα Υγείας και οι κάτοικοι της περιφέρειας απευθύνθηκαν σε αυτά, όπως επίσης και στους γιατρούς της ΠΦΥ, τους συμβεβλημένους γιατρούς, σε ιδιώτες στην ΠΦΥ. «Λειτούργησε το σύστημα αυτό. Ευτυχώς δεν χρειάστηκε να αναλώσουμε όλες τις δυνάμεις μας από την πρωτοβάθμια, διότι άντεξε η δευτεροβάθμια φροντίδα υγείας», κατέληξε.