Την ικανότητά του στην υποκριτική έδειξε ο 33χρονος πιλότος, λίγο μετά τη δολοφονία της 20χρονης Καρολάιν.
Σύμφωνα με την γειτόνισσα του ζευγαριού, περίπου στις 4 το πρωί της 11ης Μαΐου ξύπνησε από έναν θόρυβο.
Στην πρώτη κατάθεση που έδωσε στους αστυνομικούς στις 11 Μαΐου η γειτόνισσα του ζευγαριού αναφέρει τα εξής: «Άκουσα ένα θόρυβο και ξύπνησα, γενικότερα κοιμάμαι πολύ ελαφρά και ακούω συχνά θορύβους τα βράδια. Όταν σηκώθηκα από το θόρυβο κοίταξε ενστικτωδώς την ώρα και γι’ αυτό σας λέω ακριβώς την ώρα ήταν. (…) Ακουσα το σκυλί της Καρολάιν να γαβγίζει και το γάβγισμα ήταν σαν κλάμα. Σας το λέω αυτό γιατί ασχολούμαι με τα ζώα και μπορώ να το καταλάβω. Μετά το κλάμα του σκύλου άκουσα κάποια βήματα σαν κάποιος να κατέβει από τη σκάλα του διπλανού σπιτιού. Επειδή ξέρω ότι στο διπλανό σπίτι έχουν ζώα υπέθεσα πως το σκυλί μάλωσε με τις γάτες κι από αυτό ξύπνησε ο Μπάμπης και κατέβηκε να ηρεμήσει τα ζώα. Αφού οι θόρυβοι σταμάτησαν δεν έδωσα άλλη σημασία και ανέβηκα στο δεύτερο όροφο να κοιμηθώ. Όπως βλέπω τώρα στο κινητό μου στις 6:15 ο Μπάμπης με κάλεσε στο κινητό μου τηλέφωνο. Εγώ το σήκωσα και τότε άκουσα τον Μπάμπη να μουγκρίζει. Δεν καταλάβαινα τι έλεγε και του φώναζα να μιλήσει για να δω τι ήθελε. Αναστατώθηκα πολύ και ξύπνησα τον άντρα μου που μέχρι εκείνη την ώρα κοιμόταν. Μετά από ένα λεπτό το τηλέφωνο έκλεισε και κάλεσα ξανά τον Μπάμπη, ο οποίος μου το σήκωσε. Πάλι όμως δεν μπορούσα να καταλάβω τι έλεγε. Αποφάσισα να βγω έξω από το σπίτι και να πάω δίπλα για να καταλάβω τι έγινε. Έτσι λοιπόν βγήκα έξω και αμέσως με ακολούθησε ο άντρας μου. Την ώρα που βγήκαμε από το σπίτι έφτασαν κάποια αστυνομικοί. Τότε τους είπα πως στο δίπλα σπίτι υπάρχει ένας άνθρωπος που μάλλον χρειάζεται βοήθεια. Ακόμη έβαλα το κινητό μου τηλέφωνο σε ανοιχτή ακρόαση για να ακούσουν οι αστυνομικοί τον Μπάμπη. Ο Μπάμπης μούγκριζέ και έλεγε κάτι αλλά δεν μπορούσα να το καταλάβω. Ακόμα δεν μπορώ να πιστέψω το κακό που έγινε».
Οι καταθέσεις των αστυνομικών
Ήταν 06.15 το πρωί όταν ένα περιπολικό που κινούνταν στο ύψος του σταυρού της Αγίας Παρασκευής άκουσε το σήμα ότι κάποιος καλεί σε βοήθεια στα Γλυκά Νερά. Ο Κ.Α κατευθύνθηκε μαζί με το συνάδελφο του αστυνομικό στο σημείο, κρίνοντας πως το περιστατικό είναι σοβαρό.
«Επειδή ο συνάδελφός μου μίλησε τηλεφωνικά με το καλέσαντα, ο οποίος καλούσε σε βοήθεια αποφασίσαμε κατόπιν εντολής και του κέντρου τα μπούμε μέσα στο σπίτι με οποιοδήποτε τρόπο. Ο συνάδελφος μας ενημέρωσε ότι στην πίσω πλευρά του σπιτιού είχε βρει διαρρηγμένο ένα παράθυρο στον ημιυπόγειο και μας περίμενε για να μπούμε όλοι μαζί μέσα όπως και έγινε. Μπαίνοντας είδαμε ότι υπήρχε ένα πεταμένο παράθυρο στο πάτωμα και μετά ξεκινήσαμε σιγά-σιγά να ανοίγουμε πόρτες και να ελέγχουμε το υπόλοιπο σπίτι» είπε ο αστυνομικός.
«Ακούγαμε μια φωνή»
«Καθόλη τη διάρκεια του ελέγχου που κάναμε ακούγαμε μια φωνή από τους πάνω ορόφους του σπιτιού να φωνάζει βοήθεια χωρίς όμως είναι να είναι καθαρά αυτά που λέει. Φτάνοντας στο ισόγειο είδαμε ένα χώρο όποιος ήταν περιφραγμένος με σύρμα και η πόρτα ήταν ανοιχτή. Έτσι καταλάβαμε ότι μέσα στο σπίτι υπήρχε σκυλί. Στο χώρο εκείνο υπήρχαν και περιττώματα του σκύλου. Στη συνέχεια προσπαθήσαμε να ανέβουμε στον πάνω όροφο και στο κάγκελο της σκάλας είχαμε κρεμασμένο το σκυλί με το λουρί του. Ανεβήκαμε προς τους πάνω ορόφους ερευνώντας ένα-ένα τα δωμάτια και καταλήξαμε στην σοφίτα», ανάφερε ο αστυνομικός.
Στη συνέχεια κλήθηκε να περιγράψει τη συγκλονιστική εικόνα που αντίκρυσε μπαίνοντας στη σοφίτα του σπιτιού.
«Αν θυμάμαι καλά πρώτος στη σοφίτα μπήκα εγώ. Μπαίνοντας είδα στο κρεβάτι του δωματίου μια γυναίκα να είναι μπρούμυτα δεμένη πισθάγκωνα με ένα ρούχο. Η γυναίκα αυτή φορούσε μόνο το κάτω εσώρουχο. Μισό πάνω στην γυναίκα και μισό στο κρεβάτι ήταν ένα μωρό το οποίο με κοίταζε, χωρίς να κλαίει. Στο πάτωμα δίπλα στο κρεβάτι αριστερά του κρεβατιού όπως κοιτάζουμε από την πόρτα υπήρχε ένας άντρας, οποίος ήταν δεμένος χειροπόδαρα με ένα λευκό σπάγκο, με μέτωπο στο κρεβάτι. Για να καταλάβετε καλύτερα τα χέρια και τα πόδια του άντρα ήταν δεμένα μαζί και προς το σώμα. Δεν ήταν δεμένα πίσω. Επίσης υπήρχε μονωτική ταινία χρώματος καφέ δεμένη στο λαιμό αρκετές φορές αρκετά σφιχτά στο στόμα τουλάχιστον 4-5 φορές και μια φορά περασμένη στα μάτια».
Όπως είπε ο αστυνομικός, έτρεξε αμέσως προς τον άντρα, τον οποίο περιέγραψε ως άνθρωπο «σε κατάσταση πανικού» και έκοψε την ταινία που είχε στο λαιμό και το στόμα.
«Η ταινία από τα μάτια έπεσε μόνη της. Άφησα την ταινία δίπλα και ξεκίνησα να κόβω τον σπάγκο στα χέρια και στα πόδια με τον ίδια σουγιά. Δίπλα απ’ το κεφάλι του άντρα υπήρχε ένα κινητό τηλέφωνο ανοιχτό. Μόλις τον έλυσα, σηκώθηκε και πήρε αγκαλιά το μωρό. Μας είπε ότι μπήκαν μέσα με όπλα τρεις άντρες, ο ένας κρατούσε πιστόλι και ο άλλος περίστροφο και του ζήτησαν λεφτά. Μας ρώτησε επίσης γιατί σκότωσαν τη γυναίκα του αφού τους είπε που είναι τα λεφτά» κατέληξε ο αστυνομικός.
Τη φωνή του πιλότου άκουσε μπαίνοντας στο σπίτι και ο αστυνομικός Χ.Β, ο οποίος φτάνοντας στο σπίτι του ζευγαριού στα Γλυκά Νερά αντίκρυσε τη γειτόνισσα να μιλάει στο τηλέφωνο με τον πιλότο. «Τότε άκουσα μια αντρική φωνή η οποία ακουγόταν σαν να είναι φιμωμένη, και η οποία φώναζε «βοήθεια» και μας καλούσε να σπάσουμε την πόρτα ώστε να μπούμε στο σπίτι» περίγραψε ο αστυνομικός.
Αφού μπήκε στο σπίτι και «τσέκαρε» το ισόγειο, επιχείρησε να ανεβεί στον επάνω όροφο όταν είδε κρεμασμένο από το λαιμό ένα σκυλί το οποίο δε ζούσε. «Το σκυλί ήταν κρεμασμένο με ένα λουρί δερμάτινο μαύρου χρώματος. (…) Η πόρτα της κρεβατοκάμαράς ήταν μισάνοικτή. Όταν μπήκαμε μέσα μπροστά μας είδαμε ένα κρεβάτι. Πάνω στο κρεβάτι υπήρχε μια γυναίκα, γυρισμένη και ξαπλωμένη μπρούμυτα, η οποία είχε τα χέρια της δεμένο πισθάγκωνα με μία γκρι ζακέτα. (…) Πάνω στην πλάτη της γυναίκας υπήρχε ένα μωρό, το οποίο ήταν εν ζωή. Η γυναίκα φορούσε μόνο το εσώρουχο της ενώ το μωρό ηταν ήσυχο και δεν έκλαιγε» είπε και συμπλήρωσε: «Πήρα το μωρό στα χέρια μου, το σκέπασα με μια κουβέρτα που πήρα από την κούνια του, η οποία βρισκόταν δεξιά από το κρεβάτι και κατέβηκα στο ισόγειο. Άνοιξα την κεντρική είσοδο του σπιτιού, την πόρτα ασφαλείας που σας είπα πριν και βγήκα έξω από το σπίτι. Νομίζω πως η πόρτα του σπιτιού ήταν ξεκλείδωτη και πως απλά κατέβασα το χερούλι για να βγω αλλά δεν το θυμάμαι καλά γιατί εκείνη τη στιγμή είχα μεγάλη ένταση. Μετά από λίγο έξω από το σπίτι βγήκαν και οι συνάδελφοι μου μαζί με τον άντρα που βρέθηκε δεμένος».