Στο απολογητικό του υπόμνημα ο κατηγορούμενος φέρεται να δήλωσε ότι το θύμα δεν τον σεβόταν, αναφέροντας: «Με ενέπαιζε παριστάνοντας πως πήγε να πάρει τσιγάρα και πήγαινε αλλού και μετά γέλαγε».
Ένα οργανωμένο έγκλημα που έγινε για «ασήμαντη αφορμή» είδε η εισαγγελέας που εξέτασε τον 30χρονο καθ’ ομολογία δολοφόνο της 26χρονης Γαρυφαλλιάς.
Η εισαγγελική λειτουργός γνωμοδότησε υπέρ της προσωρινής κράτησης του 30χρονου με ένα σκεπτικό «καταπέλτη» σε βάρος του, κρίνοντας μεταξύ άλλων ότι εάν αφεθεί ελεύθερος είναι πολύ πιθανό να διαπράξει και αλλά εγκλήματα.
«Συγκεκριμένα, για ασήμαντη αφορμή (λογομαχία) ένιωσε προσβεβλημένος και εξαπέλυσε δολοφονική επίθεση κατά ενός ατόμου από το στενό του περιβάλλον, το οποίο ήταν σωματικά πιο αδύναμο από τον ίδιο (χτυπήματα, μεθοδευμένο σπρώξιμο σε βραχώδη απόκρημνο γκρεμό). Εν συνεχεία, προέβη σε λελογισμένες ενέργειες ήτοι την απομάκρυνση από το σημείο, επιμελής απόκρυψη και αποφυγή επικοινωνίας του με τις αρχές, οργανωμένη εξαφάνιση αποδεικτικών στοιχείων (κινητά τηλέφωνα), ενέργειες που δείχνουν άκρως ψύχραιμη συμπεριφορά» εξηγεί η εισαγγελέας.
Μάλιστα, περιγράφοντας τον χαρακτήρα του, έκανε λόγο για έναν «ευέξαπτο» άνθρωπο, ικανό να προκαλέσει βλάβη ακόμη και σε άνθρωπο του στενού του περιβάλλοντος.
«Ο κατηγορούμενος είναι ένα ευέξαπτο άτομο το οποίο για ασήμαντο λόγο είναι έτοιμο να προξενήσει μη αναστρέψιμη βλάβη σε συνάνθρωπό του και δη σε άτομο του στενού του περιβάλλοντος, τα οποία αυτός θεωρεί ότι τον προσβάλλουν, τον αμφισβητούν ή τον μειώνουν, καθιστώντας στον επικίνδυνο για διάπραξη νέων αδικημάτων. Άλλωστε, όπως ο ίδιος αναφέρει στην απολογία του ενώπιον των αρμοδίων προανακριτικών υπαλλήλων «με είχε νευριάσει και την σκότωσα, ένιωσα δηλαδή ότι με υποβιβάζει, γι’ αυτό και έχασα τον έλεγχο» καταλήγει η εισαγγελέας.
Τι αναφέρει το ένταλμα προσωρινής κράτησης
Στον εγωισμό του κατηγορουμένου που τον οδήγησε στο έγκλημα αναφέρεται το ένταλμα προσωρινής κράτησης που εκδόθηκε σε βάρος του. Οι δικαστικοί λειτουργοί περιγράφουν λεπτομερώς τις δραματικές στιγμές που πέρασε στα χέρια του 30χρονου η Γαρυφαλλιά, την οποία χτύπησε στο κεφάλι, πριν την ρίξει στο γκρεμό.
«Ο κατηγορούμενος διαπληκτίστηκε επανειλημμένως με την θανούσα με την οποία διατηρούσε ερωτικό δεσμό, εξεμάνη διότι έφυγε ο εγωισμός του («διαφωνούσαν για τα πάντα», τον «εκνεύρισε», τον «επέκρινε», τον «μάλωνε», δεν τον «σεβόταν», τον «ειρωνευόταν»), οδήγησε το όχημα στο οποίο επέβαινε και η θανούσα πλησίον γκρεμού και όταν η θανούσα εξήλθε καλώντας σε βοήθεια, την χτύπησε στο κεφάλι και την έσπρωξε δύο φορές προκειμένου να πέσει στον γκρεμό και να σκοτωθεί, όπερ και εγένετο» αναφέρεται στο ένταλμα.
Στο σκεπτικό περιγράφονται αναλυτικά όλες οι κινήσεις που επιβαρύνουν τη θέση του κατηγορουμένου, αφού μετά την πράξη του δεν αναζήτησε βοήθεια για να σωθεί η Γαρυφαλλιά, ενώ φέρεται να εξαφάνισε όλα τα αποδεικτικά στοιχεία του καβγά που είχε προηγηθεί.
«Ακολούθως, έσυρε και εγκατέλειψε την θανούσα στη θάλασσα, δεν ειδοποίησε τις αρχές ή ασθενοφόρο για τις πρώτες βοήθειες, πέταξε το σακίδιο με τα προσωπικά είδη – ατομικά στοιχεία στη θάλασσα ώστε να εξαφανίσει τα ίχνη- κολύμπησε αντίθετα από το σημείο του συμβάντος ώστε να παραπλανήσει τις αρχές και να διαφύγει την σύλληψη και εξαφάνισε και το δικό του κινητό τηλέφωνο και της θανούσης (ούτε ευρέθησαν ούτε κάνει λόγο για αυτά) ενώ προκύπτει ότι η θανούσα έστελνε μηνύματα και στο σακίδιο του κατηγορουμένου ανευρέθη power bank μαύρο για φόρτιση κινητού τηλεφώνου, ώστε να αποκρύψει αποδεικτικό υλικό».
Κατά τον ανακριτή, όλα τα παραπάνω στοιχεία μαρτυρούν «ότι αφενός θίγει ο εγωισμός του κατηγορουμένου έστω και για ασήμαντη αφορμή -εν προκειμένω ήταν εσφαλμένη κατεύθυνση καθοδόν προς αναψυχή-, αυτός δεν διστάζει να αφαιρέσει ανθρώπινη ζωή οικείου του με σκληρότητα στην εκτέλεση και μεθοδικότητα στην απόκρυψη του εγκλήματος».
Η απολογία του
Ο 30χρονος εμφανίστηκε προκλητικός στην απολογία του, ενώ επιχείρησε να παρουσιάσει ότι το έγκλημα του προκλήθηκε από την συμπεριφορά του θυματος του!
«Γι’ αυτό που συνέβη σίγουρα δεν ήμουν ο εαυτός μου. Πραγματικά λυπάμαι γι’ αυτό που συνέβη και μακάρι να είχαν έρθει τα πράγματα αλλιώς» είπε στον ανακριτή, εξηγώντας στη συνέχεια ότι διαπληκτίστηκε με το θύμα επειδή έχασαν το δρόμο.
Περιγράφοντας τον καβγά τους, υποστήριξε ότι εξαιτίας των λάθος οδηγιών που του έδωσε η 26χρονη, το αυτοκίνητο βγήκε εκτός του δρόμου και διαπληκτίστηκαν. «Υπήρχε έντονη λογομαχία. Δε θυμάμαι συγκεκριμένα. Εγώ της είπα ότι αυτό με το χάρτη έχει γίνει πολλές φορές. Αυτή έλεγε ότι δεν πειράζει πάμε από άλλο δρόμο, αν σε ενοχλεί τόσο πολύ αυτοκτόνα» ανέφερε στην απολογία του.
Ωστόσο, δεν απέκρυψε πως σε όλη τη διάρκεια των διακοπών τους είχαν καβγάδες, λέγοντας:«Είχαν γίνει διάφοροι διάλογοι, άλλες φορές πιο έντονοι. Μου έλεγε ότι έχουμε έρθει διακοπές μαζί και δεν περνάμε καλά. Είχα προτείνει εγώ να κλείσουμε εισιτήρια να γυρίσουμε πίσω αφού δεν περνούσαμε καλά, αλλά η Γαρυφαλλιά επέμενε να μείνουμε».
Στο απολογητικό του υπόμνημα ο κατηγορούμενος φέρεται να δήλωσε ότι το θύμα δεν τον σεβόταν. Μάλιστα, όταν του ζητήθηκε από τον ανακριτή να εξηγήσει τι εννοούσε με αυτή τη φράση, ανέφερε: «Με ενέπαιζε παριστάνοντας πως πήγε να πάρει τσιγάρα και πήγαινε αλλού και μετά γέλαγε. Το βασικό ήταν ότι υπήρχε αυτό έντονα στο νησί. Με οδηγούσε κι εμένα σε λάθος κατευθύνσεις, καταλήγαμε σε χωματόδρομο και μετά με κορόιδευε. Ήταν μια επανειλημμένη συμπεριφορά και ήταν τόσο έντονο που μου χαλούσε την καλή διάθεση που είχα στην αρχή. Το έκανε εδώ και 5-6 μήνες. Παρόμοια συμπεριφορά αλλά όχι συνεχόμενα, κάποιες φορές. Προσπαθούσε να με εκθέσει είτε όταν ήμασταν μόνοι μας είτε με παρέα».
Η κραυγή βοήθειας της Γαρυφαλλιάς ισχυρίστηκε πως ήταν η στιγμή που «θόλωσε». «Εγώ κατάλαβα ότι φωνάζει για να δημιουργήσει την εντύπωση ότι εγώ φταίω σε κάτι και να με εκθέσει για άλλη μία φορά. Είχαμε τσακωμό μπροστά στο αμάξι» φέρεται να είπε στον ανακριτή.
Με τη φράση «δε θυμάμαι» απάντησα στις περισσότερες ερωτήσεις του ανακριτή, θυμήθηκε όμως πως την έσπρωξε προς τα βράχια. «Μόνο μια ένταση θυμάμαι. Την έσπρωξα. Δε θυμάμαι πόσες φορές την έσπρωξα. Νομίζω προς τον γκρεμό. Δεν είχε παραλία. Την έσπρωξα και έπεσε κι αυτό που θυμάμαι εγώ ήταν ότι ήταν στο νερό. Δεν την είδα να χτυπάει στα βράχια. Δεν είδα πως κατέληξε μέσα στο νερό. Εγώ κατέβηκα κάτω και ήταν μέσα στο νερό. Δεν θυμάμαι αν είχε αίματα. Ίσως είχε στο πρόσωπο αίμα. Δεν θυμάμαι σε πιο σημείο του προσώπου».
Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε ότι προσπάθησε να σώσει εκ των υστέρων τη ζωή της Γαρυφαλλιάς, χωρίς να ξέρει όμως να παρέχει πρώτες βοήθειες και καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι το κορίτσι ήταν νεκρό.
«Πήρα σφυγμό αλλά δεν αντελήφθην σφυγμό. Δεν άκουσα τη φωνή της και δεν θυμάμαι αν είχε ανοιχτά τα μάτια. Θυμάμαι μόνο ότι τα χείλη της ήταν μελανιασμένα» είπε και συμπλήρωσε ότι δεν κάλεσε σε βοήθεια γιατί «τα είχε χάσει».