Μουδιασμένη η κοινωνία παρακολουθεί τα τεκταινόμενα γύρω από τη δολοφονία της 32χρονης Δώρας από τον άνθρωπο που υποτίθεται την αγαπούσε και δεν μπορούσε να ζήσει χώρια της, ωστόσο, όπως αποδεικνύεται, καμιά γυναίκα δεν μπορούσε να σταθεί δίπλα του.
Κι όσες το έκαναν, πλήρωσαν το τίμημα, όμως γλίτωσαν εν αντιθέσει με την άγρια δολοφονημένη κοπέλα καταμεσής του δρόμου μέρα μεσημέρι στο Ροδίνι της Ρόδου…
Οπως αναφέρει η «Δημοκρατική της Ρόδου» ο 40χρονος δολοφόνος και μετέπειτα αυτόχειρας, μόνο… το καλό παιδί της διπλανής πόρτας δεν ήταν. Κι άλλες γυναίκες είχαν πέσει θύματά του, όμως η 32χρονη εκπαιδευτικός έμελλε να είναι η τελευταία που θα υπέφερε στα χέρια του κι αποτέλεσε το τελευταίο θύμα γυναικοκτονίας στη χώρα. Πιο συγκεκριμένα μόλις πρόσφατα ολοκληρώθηκε προκαταρκτική εξέταση που παραγγέλθηκε από την Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου για εκβίαση και πρόσκληση σωματικών βλαβών σε 40χρονη σύντροφό του επί 4μήνο, η οποία υποψιαζόταν ότι είχε τοποθετήσει κρυφή κάμερα και παρακολουθούσε την κάθε της κίνηση.
Σε πρώην σύζυγό του ο 40χρονος είχε προκαλέσει ομοίως προβλήματα. Η πρώην σύζυγός του είχε προσφύγει συγκεκριμένα, όντας σε διάσταση μαζί του, στα αστικά και ποινικά δικαστήρια με αίτημα την έκδοση απόφασης με την οποία θα του απαγορευτεί να προσβάλλει την προσωπικότητά της, καθώς και να μην πλησιάζει την ίδια, την κατοικία και τον τόπο εργασίας της, στα 500 μέτρα. Είχε ζητηθεί να παύσει να την παρακολουθεί και να εμποδίζει την ελεύθερη κίνησή της, να παύσει να παραβιάζει το άσυλο της κατοικίας της και το απόρρητο της ιδιωτικής της ζωής και τέλος να απέχει από κάθε παράνομη πράξη εις βάρος της ψυχικής και σωματικής της υγείας, ώστε να προληφθεί η καθημερινά απειλούμενη σωματική της ακεραιότητα.
Είχε τελέσει με τον 40χρονο πολιτικό γάμο το 2011 και ο έγγαμος βίος τους παρουσίασε από την αρχή πολλά προβλήματα, αποκλειστικά εξαιτίας της συμπεριφοράς του, καθώς σε κάθε διαφωνία τους, έσπαγε ό,τι έβρισκε μπροστά του, μιλούσε απαξιωτικά για εκείνη και την οικογένειά της, την εξύβριζε και την χτυπούσε, προσπαθούσε να την μειώσει ως άνθρωπο και γυναίκα και δεν συνείσφερε καθόλου στις οικογενειακές ανάγκες.
Είχε περιγράψει στα δικόγραφα περιστατικά βίας και απειλών εις βάρος της που ακολούθησαν, ενώ υποστήριξε ότι την εκβίασε.
Υποστηρίζει ακόμη ότι σε μια περίσταση με την απειλή όπλου την απήγαγε και την έβαλε να οδηγεί το αυτοκίνητό της, ενώ ο ίδιος βρισκόταν στο πίσω κάθισμα με την κάννη του όπλου να την σημαδεύει.
Ισχυρίζεται ότι την υποχρέωσε να κοιμηθούν σε ξενοδοχείο, ενώ μετά από μήνυσή της και ενώ είχε τελειώσει το αυτόφωρο, σκαρφάλωσε τον μαντρότοιχο της οικίας της, και επιχείρησε να την πλησιάσει, αλλά εκδιώχθηκε από ιδιωτικό αστυνομικό και τον σκύλο του, τους οποίους είχε προσλάβει ο πατέρας της, για την ασφάλειά της.