Τροπολογία που θεσπίζει ακαταδίωκτο για τα μέλη της επιτροπής εμπειρογνώμων που συστάθηκε για τη διερεύνηση του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη, κατέθεσε στη Βουλή η κυβέρνηση.
Η εν λόγω τροπολογία αναφέρει πως τα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων «δεν δέχονται οδηγίες και υποδείξεις δεν ευθύνονται, δεν διώκονται και δεν εξετάζονται για γνώμη που διατύπωσαν ή ψήφο που έδωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο της λειτουργίας της ως άνω Επιτροπής εκτός αν ενήργησαν με δόλο».
Η γνώμη και η ψήφος τους που θα δοθεί κατά την άσκηση των καθηκόντων τους θα είναι ιδιαίτερα σημαντική για την άσκηση δικαιωμάτων των θυμάτων. Μπορεί από αυτή να εξαρτηθεί το αν θα μπορέσουν να στραφούν αποτελεσματικά κατά του Δημοσίου ή και κατά συγκεκριμένων ιδιωτών, καθώς ακόμη και κατά στελεχών δημόσιων οργανισμών ή κατά στελεχών της κυβέρνησης.
Παράλληλα, όμως, προβλέπει πως περίπτωση που θελήσει να κινηθεί εναντίον της για λάθη ή παραλείψεις, για να πάει η υπόθεση στα δικαστήρια, θα πρέπει να προηγηθεί έγκριση από τον Γενικό Γραμματέα Μεταφορών του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, διαφορετικά θα μπαίνει στο «συρτάρι».
Επίσης, προβλέπεται ότι αν ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής διώκονται ή ενάγονται για πράξεις ή παραλείψεις κατά την άσκηση των καθηκόντων τους -ακόμη και από δόλο τελούμενων- η δικαστική υποστήριξη και εκπροσώπησή τους δύναται να ανατίθεται σε λειτουργό του ΝΣΚ ή σε δικηγόρο της επιλογής τους η αμοιβή του οποίου καταβάλλεται από το Δημόσιο.
Τσίπρας: «Τι φοβάστε; Ντροπή σας!»
Στο θέμα αναφέρθηκε κατά την παρέμβαση του και ο Αλέξης Τσίπρας, με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ να χαρακτηρίζει ντροπή αυτή την ενέργεια και να διερωτάται τι ακριβώς φοβάται η κυβέρνηση και προχώρησε σε αυτή την κίνηση.
Πιο αναλυτικά, ο Αλέξης Τσίπρας σημείωσε:
«Και σήμερα έρχεστε στη Βουλή για να ψηφίσετε το ακαταδίωκτό τους. Το ακαταδίωκτο της Επιτροπής που ορίσατε για να σας ελέγξει!
Και διερωτώμαι: Τι φοβάστε και θέλετε να μη διώκονται οι τρείς πραγματογνώμονες που ορίσατε; Την αλήθεια δεν υποτίθεται ότι θα ερευνήσουν; Φοβάστε μη διωχθούν για την αλήθεια;
Οι ίδιοι το γνωρίζουν; Σας το ζήτησαν ή εσείς το προσφέρετε; Το γνωρίζουν και ζητάνε ακαταδίωκτο; Γιατί ακαταδίωκτο; Τι ακριβώς φοβούνται; Όποιος θέλει να αποκαλύψει την αλήθεια δε φοβάται.
Αλλά εσείς τι ακριβώς κάνετε ; Επικαλείστε το απόρρητο σε όσους καλούνται να αποκαλύψουν την αλήθεια. Και το ακαταδίωκτο σε όσους καλείτε να τη συγκαλύψουν. Αυτό κάνετε. Και είναι ντροπή! Γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με 57 ανθρώπινες ζωές».
Αναλυτικά:
«Είμαστε εδώ σήμερα για να μιλήσουμε για την πληγή που πριν ένα μήνα άνοιξε στα Τέμπη.
Να μιλήσουμε με σεβασμό και με ευαισθησία, γιατί η πληγή αυτή παραμένει ανοιχτή. Δεν κλείνει για τις 57 οικογένειες που έχασαν τους ανθρώπους τους. Δεν κλείνει για κανέναν μας. Για το σύνολο της κοινωνίας.
Και η ανάγκη για σεβασμό και ευαισθησία γίνεται εκατό φορές πιο επιτακτική, όταν το πάνδημο πένθος, με το πέρασμα των ημερών, γίνεται πάνδημη οργή και απαίτηση: Για αλήθεια και για δικαιοσύνη! Αυτό απαιτούν σήμερα οι οικογένειες που πενθούν. Αυτό απαιτούν οι νέες και οι νέοι που διαδήλωναν για μέρες. Αυτό απαιτεί η ελληνική κοινωνία.
Κι αυτή η απαίτηση μας αφορά όλους. Χωρίς καμιά εξαίρεση. Έχουμε χρέος να δώσουμε χώρο στο φως και στην αλήθεια.
Και υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες που πρέπει να αποδοθούν. Δε φταίνε όλοι γενικά και αόριστα και κανείς συγκεκριμένα. Υπάρχουν συγκεκριμένες στρατηγικές επιλογές, που άφησαν σε πλήρη απαξίωση το σιδηροδρομικό δίκτυο. Για να φτάσουμε στο αδιανόητο : Δυο τρένα επί 12 λεπτά να κατευθύνονται το ένα πάνω στο άλλο.
Και στο τέλος της ημέρας, αυτό το χρέος είναι το ύστατο χρέος στους ανθρώπους που χάθηκαν άδικα. Ο έμπρακτος σεβασμός στη μνήμη τους. Και σεβασμός στα θύματα δεν σημαίνει υποκριτικές συγνώμες. Σεβασμός στα θύματα σημαίνει σεβασμός στην αλήθεια.
Δυστυχώς όμως, η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να πορευτεί όπως φαίνεται, και σε αυτό το τραγικό συμβάν, τον ίδιο δρόμο που πορεύτηκε για μια τετραετία. Απέναντι στην αλήθεια. Απέναντι στην ευθύνη. Απέναντι στη δικαιοσύνη.
Και θα ξεκινήσω από το πιο πρόσφατο γεγονός. Τα μέτρα στήριξης για τις οικογένειες των θυμάτων που θα ψηφίσουμε σήμερα. Θα περίμενε κανείς ως μια ελάχιστη πράξη σεβασμού και ενσυναίσθησης, αυτά να είναι το αποκλειστικό θέμα της σημερινής διαδικασίας. Ενός σχεδίου νόμου. Αλλά τι επιλέξατε; Να φέρετε ένα νομοσχέδιο που, υποτίθεται, ότι αφορά τα μέτρα στήριξης των συγγενών των θυμάτων και των πληγέντων του σιδηροδρομικού δυστυχήματος των Τεμπών και τις ρυθμίσεις ενίσχυσης της ασφάλειας των συγκοινωνιών, με μόλις 21 από τα 132 άρθρα του, να αφορούν αυτό το θέμα.
Όλα τα υπόλοιπα 111 άρθρα, είναι ετερόκλητες διατάξεις διαφόρων Υπουργείων και βεβαίως εξυπηρετήσεις της τελευταίας στιγμής λίγο πριν κλείσει η Βουλή για τις εκλογές.
Αυτό κατά τη γνώμη μου είναι ασέβεια, αλλά καθρεφτίζει ακόμα και σε επίπεδο συμβολισμού, τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης σε μια στιγμή. Ή ακόμα τέσσερα χρόνια που η μια κρίση έρχεται μετά την άλλη έχουμε μια η κυβέρνηση που βαφτίζει τις μεγάλες πληγές στο σώμα της κοινωνίας ως αναπότρεπτες και ως εισαγόμενες. Ή ακόμα χειρότερα, τον άδικο χαμό 57 συνανθρώπων μας, μεταξύ των οποίων και πολλών νέων παιδιών, θυσία.
Ή τις κρίσεις, ευκαιρία. Θυσία όμως για ποιόν; Και ευκαιρία για ποιον; Για ποιόν θυσιάστηκαν τόσοι άνθρωποι; Και για ποιόν ήταν ευκαιρία οι κρίσεις που περάσαμε; Της πανδημίας, της ενέργειας, της ακρίβειας.
Ευκαιρία για να αβγατίσουν το πλούτο τους λίγοι και ευκαιρία για περισσότερα ρουσφέτια, εξυπηρετήσεις, και ενίσχυση του κομματικού κράτους.
Η αλήθεια έχει να κάνει πρωτίστως με τον σεβασμό στα θύματα και τις οικογένειές τους.
Είναι όμως και απαραίτητος όρος για να νιώσει ξανά ασφάλεια ο πολίτης που ζει, εργάζεται και κυκλοφορεί σε αυτή τη χώρα. Το κάθε παιδί και ο κάθε νέος που κάθεται στα θρανία. Ο κάθε εργαζόμενος που παίρνει τον Προαστιακό Σιδηρόδρομο για να πάει στη δουλειά του.
Η αλήθεια είναι λοιπόν υποχρέωση όλων μας. Γι’ αυτό, σε ό,τι μας αφορά και προσπαθήσαμε από την αρχή ήταν όχι να σηκώσουμε το δάχτυλο, αλλά να βάλουμε στον δημόσιο διάλογο τις πραγματικές αιτίες, τα στρατηγικά λάθη και τις παραλείψεις.
Δεν κάναμε το δυστύχημα αρένα αντιπαράθεσης, αλλά αναλάβαμε το χρέος που μας αναλογεί και να κάνουμε ό,τι χρειαστεί ως Πολιτεία για να μην ξαναζήσουμε τέτοια φρίκη. Και τώρα παρεμβαίνουμε ώστε να μη γίνει η οργή δύναμη ισοπέδωσης, αλλά δύναμη αλήθειας και δικαιοσύνης.
Η εύκολη δικαιολογία για τον κύριο Μητσοτάκη, που θα έπρεπε να είναι σήμερα εδώ, όχι τώρα, αλλά τέσσερα χρόνια τώρα, σε όλα τα δύσκολα, είναι ότι δεν έχει την ευθύνη γιατί δεν ήξερε.
Δεν ήξερε ότι εκτός ΜΕΘ οι διασωληνωμένοι ασθενείς πεθαίνουν.
Δεν ήξερε ότι ο ανιψιός του έστησε μέσα στο Μέγαρο Μαξίμου παρακράτος παρακολούθησης του μισού πολιτικού συστήματος.
Δεν ήξερε ότι η υπουργός του είχε διορίσει τον κ. Λιγναδη.
Δεν ήξερε ότι ο υπουργός του είχε αφήσει το σιδηρόδρομο ερείπιο.
Ωραίο επιτελικό κράτος… Ο αρχιεπιτελάρχης δεν γνωρίζει τίποτα.
Ποιος όμως μπορεί να σας πιστέψει πια;
Η υποκρισία δε μπορεί να κρυφτεί. Όλοι καταλαβαίνουν πλέον ότι πίσω από τα διαρκή «δεν ήξερα» κρύβεται ο φόβος απέναντι στην ευθύνη.
Για αυτό και η ευθύνη του δυστυχήματος με τόσο εξοργιστικό τρόπο, την πρώτη μέρα πήγε στον σταθμάρχη, τη δεύτερη στη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων, την τρίτη στη προηγούμενη κυβέρνηση, το εύκολο, την τέταρτη σε όλους μαζί, αλλά σε κανέναν προσωπικά.
Έχουμε μια κυβέρνηση που επιλέγει παντού τη συγκάλυψη. Ένας πρωθυπουργός που φοβάται την ευθύνη. Είναι μια κυβέρνηση και ένας πρωθυπουργός που γεμίζει με φόβο όλη την ελληνική κοινωνία. Φόβο για την ασφάλεια και τη ζωή.
Και βλέποντας κανείς τη στάση της κυβέρνησης ιδιαίτερα μετά την τραγωδία, αισθάνεται να πολλαπλασιάζεται αυτός ο φόβος, αυτή η ανασφάλεια. Η αίσθηση ότι οι υπεύθυνοι για τις ζωές των ανθρώπων δεν νοιάζονται. Όταν με τόσο ευκολία σπεύδουν να κάνουν μπαλάκι την ευθύνη.
Κι αυτό προετοιμάζει νέες τραγωδίες. Και η απόπειρα συγκάλυψης της αλήθειας προετοιμάζει νέες τραγωδίες. Δεν είναι θέμα εκδίκησης να μάθουμε την αλήθεια και να αποδοθούν ευθύνες. Είναι προϋπόθεση για να μη ξαναζήσουμε παρόμοια τραγωδία.
Σε τι λοιπόν αποσκοπεί η σπουδή του ίδιου του πρωθυπουργού, την επόμενη κιόλας ημέρα και ενώ είχε ήδη επιληφθεί η δικαιοσύνη, να ορίσει ο ίδιος, η κυβέρνησή του, τριμελή επιτροπή πραγματογνωμόνων για το δυστύχημα; Που ακούστηκε αυτό, οι ελεγχόμενοι να ορίζουν οι ίδιοι την επιτροπή που θα τους ελέγξει;
Και δεν κρατήσατε και τα στοιχειώδη προσχήματα. Ορίσατε τον Πρόεδρο του ΟΣΕ την περίοδο της συντριπτικής απαξίωσής του, το 2010-15, να βγάλει πόρισμα για τις ευθύνες. Και μετά τη κατακραυγή τον αλλάξατε με έναν άλλο, που επίσης όμως στο παρελθόν είχε συμβάσεις παροχής υπηρεσιών στον ΟΣΕ.
Και σήμερα έρχεστε να κάνετε ακόμα πιο προσβλητικό. Έρχεστε να ψηφίσετε το ακαταδίωκτό τους. Το ακαταδίωκτο της Επιτροπής που ορίσατε για να σας ελέγξει.
Και διερωτώμαι: Τι φοβάστε και θέλετε να μη διώκονται οι πραγματογνώμονες που ορίσατε; Την αλήθεια δεν υποτίθεται ότι θα ερευνήσουν; Φοβάστε μη διωχθούν για την αλήθεια;
Οι ίδιοι το γνωρίζουν αυτό; Σας το ζήτησαν ή εσείς του το προσφέρετε; Το γνωρίζουν και ζητάνε ακαταδίωκτο; Γιατί ακαταδίωκτο; Τι ακριβώς φοβούνται; Όποιος θέλει να αποκαλύψει την αλήθεια δε φοβάται. Το σκοτάδι φοβίζει.
Αλλά εσείς τι ακριβώς κάνετε; Επικαλείστε το απόρρητο σε όσους καλούνται να αποκαλύψουν την αλήθεια. Και το ακαταδίωκτο σε όσους καλείτε να τη συγκαλύψουν. Αυτό κάνετε. Και αυτό είναι ντροπή, γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με 57 ανθρώπινες ζωές. Με 57 γιατί και με εκατομμύρια γιατί.
Αλλά εδώ δε ντραπήκατε και δε διστάσατε να στήσετε σόου μπροστά στις κάμερες για την ανύπαρκτη τηλεδιοίκηση στη Λάρισα. Για να διαψευστείτε τελικά με εξευτελιστικό τρόπο σε ζωντανή μετάδοση. Όπως δε διστάσατε σε μια δήθεν επίδειξη πυγμής, να ξηλώσετε τον πρόεδρο του ΟΣΕ και στη θέση του να βάλετε έναν άνθρωπο που ήταν εξωτερικός σύμβουλος του ΟΣΕ για θέματα σηματοδότησης – τηλεδιοίκησης. Αυτής, δηλαδή, που στο σημείο του δυστυχήματος ήταν ανύπαρκτη από το 2019 και τέσσερα χρόνια δεν αποκαταστάθηκε.
Ξέρετε τι λέει στον μέσο πολίτη αυτή η αλληλουχία των γεγονότων; Μοιραζόσαστε πρώτα τα ιμάτια του κράτους και ύστερα μοιράζετε ευθύνες γι’ αυτό το κράτος. Το δικό σας κράτος. Το επιτελικό ή όπως αλλιώς το βαφτίζετε. Λέει ότι δεν νοιάζεστε για τίποτα και πρωτίστως για την ανθρώπινη ζωή.
Αυτό το έχει καταλάβει πλέον και ο κόσμος. Για αυτό και έγινε το πένθος οργή και αγανάκτηση.
Αναρωτιέμαι λοιπόν:
Ποιος μπορεί πια να εμπιστεύεται αυτή την κυβέρνηση;
Ποιος μπορεί να εμπιστεύεται ένα πρωθυπουργό που σε όλες τις εμφανίσεις του μετά την τραγωδία έδειξε και απέδειξε ότι δεν θέλει και δεν μπορεί να καταλάβει;
Ο δρόμος της συγκάλυψη, όμως, δεν υπάρχει πια. Ο δρόμος αυτός τελείωσε στα Τέμπη. Η ελληνική κοινωνία δεν ανέχεται άλλο πια τη συγκάληψη.
Ο μόνος δρόμος που έχουμε να πορευτούμε, συλλογικά, είναι ο δρόμος της αλήθειας. Να απαντηθούν τα γιατί. Για να πάμε μετά στα πώς.
Πώς θα έχουμε ασφαλείς μετακινήσεις.
Πώς θα πρέπει να λειτουργούν τα συστήματα και οι δημόσιες υποδομές.
Πώς θα διαμορφώσουμε μηχανισμούς ελέγχου και εποπτείας.
Πώς η ζωή του καθενός και της καθεμιάς μετράει πρώτα και πριν απ’ όλα.
Να απαντηθούνε όμως τα γιατί για να πάμε στα πώς. Ένα σχεδόν μήνα μετά, όλα τα γιατί μένουν αναπάντητα. Σε αυτά τα γιατί η κυβέρνηση πρέπει να απαντήσει. Όσοι βρεθούμε στην επόμενη Βουλή έχουμε υποχρέωση να απαντήσουμε.
Γιατί το κέντρο τηλεδιοίκησης στη Λάρισα που καταστράφηκε από πυρκαγιά τον Ιούλη του 2019, παραμένει γιαπί; Και μόνο αυτό αν λειτουργούσε, δε θα είχε συμβεί το ατύχημα.
Γιατί το δευτεροβάθμιο κέντρο της Καρόλου αποδιαρθρώθηκε το 2020;
Γιατί ο μοιραίος σταθμάρχης ήταν παράνομα διορισμένος;
Γιατί ο υπουργός με φωτογραφική Υπουργική απόφαση ήρθε εκ των υστέρων, πέντε ημέρες μετά τον διορισμό, να τον νομιμοποιήσει;
Γιατί τοποθετήθηκαν σε κρίσιμες θέσεις ακατάλληλοι και ανεκπαίδευτοι σταθμάρχες, για τους οποίους η ΡΑΣ ζητά να ανακληθούν από θέσεις ευθύνης σήμερα;
Γιατί το καλοκαίρι του ‘19 υπήρχαν 1.200 μόνιμοι υπάλληλοι στον ΟΣΕ; 25 σταθμάρχες στη Λάρισα; Και σήμερα υπάρχουν μόλις 750 στον ΟΣΕ και 10 σταθμάρχες στη Λάρισα;
Γιατί το σύστημα GSM-R, που είχε πλήρως παραδοθεί και το προσωπικό πλήρως εκπαιδευτεί στη χρήση του από το 2019, τέσσερα χρόνια μετά ακόμα δεν έχει τεθεί σε λειτουργία;
Γιατί ο υπουργός δεν απαντούσε στα συνεχή εξώδικα των εργαζομένων που ζητούσαν ασφάλεια και προέβλεπαν το μοιραίο;
Γιατί η Σύμβαση ΟΣΕ – ΤΡΑΙΝΟΣΕ που προέβλεπε αρχικά την υποχρέωση για 600 εκ. επενδύσεις από την ιταλική εταιρία, αλλά και την υποχρέωση του δημοσίου να προχωρήσουν τα έργα ασφάλειας, ήρθε τελικά χωρίς αυτές τις υποχρεώσεις στην τελική της μορφή που ψηφίστηκε στη Βουλή;
Σε αυτά τα «γιατί» κρύβεται η αλήθεια κυρίες και κύριοι συνάδελφοι. Και αυτά τα γιατί έχουμε ευθύνη να τα απαντήσουμε.
Γιατί αν δεν τα απαντήσουμε ούτε δικαιοσύνη για σήμερα, αλλά ούτε και ασφάλεια για αύριο, μπορεί να υπάρξει. Αν δεν τα απαντήσουμε θα κρυβόμαστε πίσω από τις διαχρονικές παθογένειες ενός κράτους όμως που εσείς φτιάξατε, διατηρήσατε, μοιραστήκατε και εκμεταλλευτήκατε με όλους τους δυνατούς τρόπους.
Για να φτάσει, εν τέλει, στο τελευταίο σκαλοπάτι στου κακού τη σκάλα όταν αποφασίσατε να βαφτίσετε επιτελικότητα την αναποτελεσματικότητά του.
Αριστεία την οικογενειοκρατία, το ρουσφέτι, το βόλεμα, τη διαφθορά.
Και προστασία τη διάλυση κάθε δημόσιας δομής στον βωμό της κερδοσκοπίας και της αισχροκέρδειας.
Εδώ όμως που φτάσαμε, ξεπεράστηκε και η τελευταία κόκκινη γραμμή.
Ως εδώ!
Όταν μια κυβέρνηση δεν μπορεί να προστατεύσει ούτε την ανθρώπινη ζωή, τότε η αλλαγή γίνεται ανάγκη. Η αλήθεια γίνεται ανάγκη. Η δικαιοσύνη παντού, γίνεται ανάγκη. Και η ανάγκη γίνεται ιστορία».