«Ηεπιθυμία των εργαζομένων είναι να έχουν ασφαλείς συνθήκες εργασίας και αξιοπρεπείς μισθούς. Τα κόλπα της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη και του αρμόδιου υπουργού κ. Γεωργιάδη να βαφτίζουν «επιθυμία» την ανάγκη για 2η δουλειά -ώστε να καλύψουν οι εργαζόμενοι με δυσκολία μέρος των καθημερινών τους αναγκών-, θα μας βρουν απέναντι» ανέφερε σε δήλωσή του ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Κώστας Αρβανίτης, σχετικά με το αντεργατικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης που θεσμοθετεί την εξαήμερη εργασία και την εισαγωγή της δυνατότητας παράλληλης απασχόλησης σε έτερο εργοδότη.
Όπως αναφέρει ο Κώστας Αρβανίτης «την ώρα που η ΕΕ προωθεί νέα μοντέλα με έμφαση στην σταθερή εργασία, στην Ελλάδα «νομιμοποιείται» το δίκαιο όχι του εργάτη, για το οποίο χύθηκε αίμα, αλλά το δίκαιο του κεφαλαίου, ενώ το νομοσχέδιο ποινικοποιεί ακόμη και τις απεργίες, αποκαλύπτοντας τις προθέσεις της κυβέρνησης για την επιβολή ανέλεγκτων όρων εργασίας στους μισθωτούς».
Ολόκληρη η δήλωση του Κώστα Αρβανίτη
Η επιθυμία των εργαζομένων είναι να έχουν ασφαλείς συνθήκες εργασίας και αξιοπρεπείς μισθούς. Τα κόλπα της κυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη και του αρμόδιου υπουργού κ. Γεωργιάδη να βαφτίζουν «επιθυμία» την ανάγκη για 2η δουλειά -ώστε να καλύψουν οι εργαζόμενοι με δυσκολία μέρος των καθημερινών τους αναγκών-, θα μας βρουν απέναντι.
Στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «ο εργαζόμενος δικαιούται να αρνηθεί την ανάληψη εργασίας» και ότι «τα συμβαλλόμενα μέρη υποχρεούνται να συμφωνούν έναν ελάχιστο αριθμό αμειβόμενων ωρών εργασίας».
Αναρωτιόμαστε λοιπόν. Έχει σχέση αυτή η κυβέρνηση με την ελληνική πραγματικότητα;
Την ώρα που η ΕΕ προωθεί νέα μοντέλα με έμφαση στην σταθερή εργασία, στην Ελλάδα «νομιμοποιείται» το δίκαιο όχι του εργάτη, για το οποίο χύθηκε αίμα, αλλά το δίκαιο του κεφαλαίου, ενώ το νομοσχέδιο ποινικοποιεί ακόμη και τις απεργίες, αποκαλύπτοντας τις προθέσεις της κυβέρνησης για την επιβολή ανέλεγκτων όρων εργασίας στους μισθωτούς.
Η ευρωπαϊκή οδηγία για τους “διαφανείς και προβλέψιμους ορούς εργασίας“ είχε εισαχθεί για τη διαμόρφωση διαφανών όρων σε χώρες όπου εφαρμόζονταν η αγγλοσαξονικής έμπνευσης συμβάσεις μηδενικών ωρών απασχόλησης (δηλαδή αυτές που ο εργαζόμενος αναλαμβάνει την υποχρέωση να εργάζεται όταν καλείται χωρίς όμως να έχει δικαίωμα για ελάχιστη απασχόληση).
Η οδηγία αυτή δεν προορίστηκε να ανατρέψει όρους εργασίας που ισχύουν στην Εθνική νομοθεσία και στο συλλογικό εργατικό δίκαιο. Εντούτοις η κυβέρνηση θέλει να χρησιμοποιήσει την ενσωμάτωση της οδηγίας ως οδοστρωτήρα για την εκθεμελίωση εργασιακών δικαιωμάτων. Γι’ αυτό ενισχύει το ποινικό οπλοστάσιο κατά των εργαζομένων.