Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) εκπέμπει συναγερμό με την ανίχνευση ιού του αιμορραγικού πυρετού Κριμαίας – Κονγκό στη Νότια Γαλλία.
Σύμφωνα με τη νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC) που δημοσιεύτηκε σήμερα, οι υγεινομικές αρχές στη Γαλλία βρίσκονται σε ύψιστη ανησυχία μετά τον εντοπισμό ιού αιμορραγικού πυρετού σε κρότωνες (τσιμπούρια) στη Νότια Γαλλία.
Ο ιός ανιχνεύτηκε αρχικά σε τσιμπούρια της οικογένειας Hyalomma marginatum που είχαν συλλεχθεί τον περασμένο Απρίλιο από αγελάδες, στο πλαίσιο μίας ερευνητικής μελέτης. Αυτή ήταν και η πρώτη περίπτωση ανίχνευσης του ιού στη χώρα.
Στη συνέχεια τα εργαστηριακά αποτελέσματα επιβεβαιώθηκαν και από το Εθνικό Κέντρο Αναφοράς για τους Ιογενείς Αιμορραγικούς Πυρετούς του Ινστιτούτου Παστέρ της Λυών (CNR FHV).
Ο ιός προκαλεί αιμορραγικό πυρετό Κριμαίας-Κονγκό (CCHF) και μέχρι πρότινος θεωρούνταν ενδημικός στην Αφρική, την Μέση Ανατολή, την Κεντρική Ασία, την πρώην Σοβιετική Ένωση και ορισμένες χώρες των Βαλκανίων.Πρόσφατα έχει εντοπιστεί ο ιός στην Ισπανία και τη Βουλγαρία.
Πόσο κινδυνεύουν οι άνθρωποι
Με δεδομένο ότι η περίοδος δραστηριότητας των κροτώνων Hyalomma marginatum εντοπίζεται από τον Απρίλιο έως τον Ιούλιο, η πιθανότητα μόλυνσης ανθρώπων την εποχή αυτή είναι μικρή, σημειώνει το ECDC.
Έτσι, οι μολύνσεις δεν αναμένεται να αυξηθούν πριν από την ερχόμενη άνοιξη. Το καλό νέο είναι πως τα τσιμπούρια που έχουν τσιμπήσει προηγουμένως κάποιο ζώο, δεν μπορούν στη συνέχεια να τσιμπήσουν και τον άνθρωπο.
Η μετάδοση μεταξύ ανθρώπων, ωστόσο, μπορεί να συμβεί μετά από επαφή με αίμα ή εκκρίματα μολυσμένων ανθρώπων.
Οι ειδικοί, ωστόσο, εφιστούν την προσοχή σε όσους κάνουν πεζοπορία ή κάμπινγκ στη φύση.
Τα συμπτώματα
Όπως αναφέρει ο ΕΟΔΥ, ο αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας Κονγκό εκδηλώνεται αρχικά με κοινά συμπτώματα ιογενών λοιμώξεων, όπως:
-Υψηλό πυρετό
-Ρίγη
-Μυαλγίες
-Ναυτία
-Εμέτους
-Κεφαλαλγίες (πονοκεφάλους)
Οι ασθενείς έχουν επίσης οσφυαλγία (πόνο στη μέση). Μπορεί να ακολουθήσουν αιμορραγικές εκδηλώσεις στους βλεννογόνους (π.χ. στόμα, λαιμό) και στο δέρμα.
Δεν υπάρχει ασφαλές και αποτελεσματικό εμβόλιο για πρόληψη της νόσου, ούτε και ειδική θεραπεία. Στους ασθενείς που θα αντέξουν τη νόσο, βελτίωση παρατηρείται συνήθως 9-10 ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, αναφέρει ο ΠΟΥ.
Πηγή: iatropedia.gr