Επιτάχυνση της ανάπτυξης στο 2,9% το 2024 (από 2,4%) φέτος, συγκράτηση του πληθωρισμού στο 2,6%, αποκλιμάκωση της ανεργίας στο 10,6% αλλά και μεγάλη «βουτιά» του δημοσίου χρέους στο 152,3% του ΑΕΠ, προβλέπει ο νέος προϋπολογισμός που κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή, ο πρώτος μετά από 13 έτη που καταρτίζεται με το αξιόχρεο της χώρας να έχει ανακτήσει την επενδυτική του βαθμίδα. Το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί φέτος στο 1,1% του ΑΕΠ ενώ το 2024 θα ανέλθει στο 2,1%.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης παρέδωσε λίγο μετά τις 10 το πρωί το στικάκι με τα στοιχεία του νέου προϋπολογισμού, στον Πρόεδρο της Βουλής. Ο κ. Κωνσταντίνος Τασούλας, στη συνέχεια γνωστοποίησε ότι η συζήτηση του προϋπολογισμού θα ξεκινήσει στην Ολομέλεια τη Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου και θα ολοκληρωθεί την Κυριακή 17 Δεκεμβρίου. Η συζήτηση του προϋπολογισμού στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων, θα ξεκινήσει την Πέμπτη 23 Νοεμβρίου και θα ολοκληρωθεί τη Δευτέρα 27 Νοεμβρίου.
Στον προϋπολογισμό έχουν συμπεριληφθεί όλα τα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί προεκλογικά προς εφαρμογή το 2023 και 2024, τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όπως και επιπρόσθετα μέτρα στήριξης που εξαγγέλθηκαν μετέπειτα. Το κόστος των μέτρων ξεπερνάει τα 2 δισ. ευρώ για τη διετία, με το μεγαλύτερο μέρος (1,65 δισ. ευρώ να αφορά το 2024).
Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να αυξηθεί από 206,6 δισ. ευρώ το 2022 σε 222,8 δισ. ευρώ το 2023 και 233,8 δισ. ευρώ το 2024. Παράλληλα, ο Εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αναμένεται να κυμανθεί σε ελαφρώς χαμηλότερα επίπεδα και να διαμορφωθεί σε 4,1% έναντι 4,5% που προβλεπόταν στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023 και να αποκλιμακωθεί περαιτέρω σε 2,6% για το 2024. Οι επενδύσεις αναμένεται να αυξηθούν κατά 7,1% κατά το τρέχον έτος και ακόμη περισσότερο κατά 15,1% το 2024, ενώ η ανεργία αναμένεται να μειωθεί από 11,2% το 2023 σε 10,6% το 2024.
Τι περιλαμβάνει
Όπως σημειώνεται στην εισηγητική έκθεση:
*Ο προϋπολογισμός του 2024 καλείται να συγκεράσει τον στόχο της δημοσιονομικής σταθερότητας που είναι θεμέλιο για κάθε προσπάθεια, με τις νέες ανάγκες που δημιουργούνται καθώς και με το βασικό πρόταγμα της κοινωνίας, μετά την πληθωριστική κρίση, την αύξηση δηλαδή του διαθέσιμου εισοδήματος και των μισθών.
Το 2023 έγινε κατορθωτό να υπάρχει σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων κατά 9,1% σε σχέση με το 2022 χωρίς να αυξηθούν οι φόροι, εξέλιξη που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τα στοιχεία των τριμηνιαίων εθνικών λογαριασμών της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το σύνολο των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας παρουσιάζει αύξηση 7,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2023 έναντι του αντίστοιχου τριμήνου του 2022. Η αύξηση των μισθών, χωρίς να θίγεται η ανταγωνιστικότητα, ενίσχυσε τα έσοδα του προϋπολογισμού, συμβάλλοντας στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.
Για αυτόν τον σκοπό, στον προϋπολογισμό έχουν συμπεριληφθεί όλα τα μέτρα που έχουν εξαγγελθεί προεκλογικά προς εφαρμογή το 2023 και 2024, τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, όπως και επιπρόσθετα μέτρα στήριξης που εξαγγέλθηκαν μετέπειτα. Καταλυτικά προς την κατεύθυνση της αύξησης του εισοδήματος το 2024 αναμένεται να δράσουν πολιτικές όπως η αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, η άρση του «παγώματος» των τριετιών στους μισθωτούς, η αύξηση του αφορολόγητου για οικογένειες με παιδιά, η αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, η εκ νέου αύξηση των συντάξεων, αλλά και επενδυτικοί πόροι ύψους 12,17 δισ. ευρώ μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (8,55 δισ. ευρώ) και του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (3,62 δισ. ευρώ), που αναμένεται να εισρεύσουν στην οικονομία εντός του 2024. Επιπλέον, ενισχύεται ο τομέας της υγείας με αύξηση της επιχορήγησης των νοσοκομείων κατά περίπου 20%, ενώ αύξηση των δαπανών υπάρχει και στον τομέα της παιδείας.
*Παράλληλα, προτεραιοποιούνται οι μεγάλες αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα με σειρά μέτρων που έχουν ανακοινωθεί για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Σε αυτό το πλαίσιο θεσμοθετούνται πολυεπίπεδες παρεμβάσεις που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων περιορισμούς στη χρήση μετρητών και ενίσχυση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, πλήρη εφαρμογή της ηλεκτρονικής διαβίβασης των λογιστικών αρχείων και αύξηση της διαφάνειας και της αποτελεσματικότητας των ελέγχων, αυστηροποίηση των κυρώσεων καθώς και μεταρρύθμιση της φορολογίας των ατομικών επιχειρήσεων. Στόχος των ανωτέρω παρεμβάσεων είναι η δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών και η περαιτέρω ενίσχυση της κοινωνικής πολιτικής.
*Όλα τα ανωτέρω πραγματοποιούνται χωρίς να αποκλίνει η χώρα από τους δημοσιονομικούς της στόχους. Παρά τις διαδοχικές κρίσεις το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης το 2022 διαμορφώθηκε σε οριακό πλεόνασμα ύψους 0,1% του ΑΕΠ. Στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2023 το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2023 είχε προβλεφθεί σε ύψος 0,7% του ΑΕΠ, ενώ στο Πρόγραμμα Σταθερότητας του Απριλίου 2023 το πρωτογενές αποτέλεσμα είχε εκτιμηθεί σε πλεόνασμα ύψους 1,1% του ΑΕΠ. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της εκτέλεσης του προϋπολογισμού, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης για το 2023 εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί σε πλεόνασμα ύψους 2.555 εκατ. ευρώ ή 1,1% του ΑΕΠ, πλησίον των προβλέψεων του Προγράμματος Σταθερότητας. Το συνολικό αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται πλησίον των προβλέψεων της εισηγητικής έκθεσης του προϋπολογισμού 2023, λόγω της αύξησης των τόκων Γενικής Κυβέρνησης και διαμορφώνεται σε συνολικό έλλειμμα 2,1% του ΑΕΠ, έναντι 2,0% που ήταν η πρόβλεψη του προϋπολογισμού 2023.
Αντίστοιχα, το πρωτογενές αποτέλεσμα για το έτος 2024 προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 2,1% του ΑΕΠ σύμφωνα με τους στόχους του Προγράμματος Σταθερότητας. Το γεγονός ότι το δημοσιονομικό αποτέλεσμα των ετών 2023 και 2024 παραμένει εντός των εκτιμήσεων που είχαν αποτυπωθεί στο Πρόγραμμα Σταθερότητας, ενισχύει την αξιοπιστία του αξιόχρεου της χώρας προς τη διεθνή κοινότητα και τους οίκους αξιολόγησης.
Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να αποκλιμακωθεί εντυπωσιακά από 172,6% του ΑΕΠ το 2022 σε 160,3% το 2023 και σε 152,3% το 2024.
*Τα ανωτέρω αποδεικνύουν ότι η χώρα έχει εισέλθει σε έναν ενάρετο κύκλο μείωσης του χρέους και οικονομικής ανάπτυξης. Ασφαλώς η οικονομική δραστηριότητα εξαρτάται από τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον και τις ενδεχόμενες εξωγενείς κρίσεις. Η οικονομική σταθερότητα και πρόοδος διασφαλίζονται μόνο εάν τηρηθούν απαρέγκλιτα οι τιθέμενοι δημοσιονομικοί στόχοι, διοχετεύοντας παράλληλα τους πεπερασμένους δημοσιονομικούς πόρους στοχευμένα, με τη μέγιστη δυνατή οικονομική και κοινωνική αποτελεσματικότητα.
*Η παγκόσμια οικονομία συνεχίζει να ανακάμπτει σταδιακά μετά από τις προκλήσεις της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία καθώς και μετά την επακόλουθη αύξηση του κόστους διαβίωσης. Παρά την αναταραχή που σημειώθηκε στις αγορές ενέργειας και τροφίμων εξαιτίας του πολέμου και την αυστηρή νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών με στόχο την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, η παγκόσμια οικονομία επιδεικνύει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα. Ωστόσο, η οικονομική δραστηριότητα διαγράφει πορεία η οποία υπολείπεται εκείνης της προπανδημικής περιόδου, ειδικά στις αναδυόμενες αγορές και αναπτυσσόμενες οικονομίες και εμφανίζει αποκλίσεις μεταξύ των οικονομιών. Πέραν των ανωτέρω, οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης και των γεωπολιτικών εξελίξεων περιλαμβάνονται στους παράγοντες που συγκρατούν την ανάκαμψη και επηρεάζουν τη λειτουργία της παγκόσμιας οικονομίας.
*Σύμφωνα με τις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Autumn European Economic Forecast, November 2023), η οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) έχασε τη δυναμική της σε συνέχεια της εύρωστης ανάπτυξης που σημειώθηκε μετά την πανδημία, κατά τα έτη 2021 και 2022. Το υψηλό κόστος διαβίωσης, η ασθενική στήριξη του παγκόσμιου εμπορίου, η περιοριστική νομισματική πολιτική και η σημαντική μείωση της δημοσιονομικής στήριξης επηρέασαν την πορεία της οικονομίας. Ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται να καταγράψει ήπια ανάκαμψη, καθώς η κατανάλωση αναμένεται να βελτιωθεί λόγω της αύξησης των πραγματικών μισθών, η επενδυτική δραστηριότητα να παραμείνει υποστηρικτική και η εξωτερική ζήτηση να τονωθεί. Ο ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου ΑΕΠ (εξαιρουμένης της ΕΕ) αναμένεται να αυξηθεί από 3,3% το 2022 σε 3,5% το 2023 και να περιοριστεί στο 3,2% το 2024. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το 2023 εκτιμά ρυθμό ανάπτυξης 0,6% τόσο για την ΕΕ όσο και την Ευρωζώνη από 3,4% το 2022. Το 2024 προβλέπεται ρυθμός ανάπτυξης 1,3% για την ΕΕ και 1,2% για την Ευρωζώνη. Σημαντικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης προβλέπεται να καταγράψει η Ισπανία με 2,4% το 2023 και 1,7% το 2024, ενώ για τη Γερμανία προβλέπονται ύφεση 0,3% το 2023 και ανάπτυξη 0,8% το 2024. Στις φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό εμφανίζονται περισσότερο ισορροπημένοι συγκριτικά με τις αντίστοιχες θερινές εκτιμήσεις.
*Το 2023 η ελληνική οικονομία εκτιμάται ότι θα επιτύχει τριπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης σε σχέση με το σύνολο της Ευρωζώνης (2,4% έναντι 0,6%). Η συμβολή της αύξησης των επενδύσεων παραμένει ισχυρή, ενώ συνολικά οι επιμέρους δείκτες καταδεικνύουν τη διατήρηση των θετικών προοπτικών του 2022, με τον όγκο οικονομικής δραστηριότητας να αντιστέκεται σθεναρά στις εξωτερικές πιέσεις της επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης, που απορρέει από τις αυξανόμενες εστίες γεωπολιτικής αστάθειας, τις πληθωριστικές πιέσεις και την περιοριστική νομισματική πολιτική.
*Η ανεργία κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2023 υποχώρησε σημαντικά στο 10% έναντι 12,1% τον Σεπτέμβριο 2022. Οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας αυξήθηκαν σημαντικά και στα δυο τρίμηνα του πρώτου εξαμήνου. Ο πληθωρισμός παρουσιάζει σταδιακή αποκλιμάκωση και διαμορφώνεται σε 3,4% τον μήνα Οκτώβριο 2023. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για το 2023 προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 4,1% έναντι πρόβλεψης 5,6% για τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και 6,5% για τον μέσο όρο της ΕΕ.
*Οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις από τις αρχές του 2023 καθώς και εκείνες που εξαγγέλθηκαν μετά τις διπλές βουλευτικές εκλογές του Μαΐου – Ιουνίου 2023, δρουν ενισχυτικά στη συνέχιση της ανθεκτικότητας και της δυναμικής της αναπτυξιακής πορείας της χώρας, στοχεύοντας στην αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και των μισθών, στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και στην αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της ενεργειακής κρίσης και των φυσικών καταστροφών, ως αποτέλεσμα της κλιματικής κρίσης, κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
*Για το 2023 συνολικά εκτιμάται αύξηση της κατά κεφαλήν αμοιβής κατά 5,7%, μία ποσοστιαία μονάδα υψηλότερα από την εκτίμηση του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2024, διαμορφώνοντας έτσι την αύξηση των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας σε 7,5%. Η αύξηση του ακαθάριστου λειτουργικού πλεονάσματος για το 2023 εκτιμάται σε 6,5% έναντι εκτίμησης 7,8% του προσχεδίου του κρατικού προϋπολογισμού 2024.
*Η ελληνική οικονομία, παρά τις αλλεπάλληλες, εξωγενείς κρίσεις και τις φυσικές καταστροφές που έπληξαν τη χώρα το 2023, εκτιμάται ότι θα διατηρήσει μεγάλο μέρος της αναπτυξιακής της δυναμικής για το σύνολο του έτους, έναντι του 2022, με τον ρυθμό ανάπτυξης να διαμορφώνεται σε 2,4% έναντι εκτίμησης 2,3% στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024 και αύξησης μόλις 0,6% στην Ευρωζώνη, σύμφωνα με την εκτίμηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Φθινοπωρινές Οικονομικές Προβλέψεις 2023). Η εκτίμηση για τη διαμόρφωση του πληθωρισμού (ΓΔΤΚ) για το έτος 2023 είναι 3,9%.
*Στο πεδίο της δημοσιονομικής διαχείρισης και μετά από την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία και την πλήρη αποπληρωμή των οφειλών της χώρας προς το ΔΝΤ το 2022, το 2023 εκτιμάται ότι θα επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 1,1%, παρά τις έκτακτες δαπάνες για τις φυσικές καταστροφές και τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις που έχουν δρομολογηθεί. Η επίτευξη του ανωτέρω στόχου πρωτογενούς πλεονάσματος ενισχύει σημαντικά την αξιοπιστία του αξιόχρεου της χώρας, γεγονός που αποτυπώνεται και στις πιστοληπτικές αξιολογήσεις. Ακόμα πιο σημαντική εκτιμάται η πορεία της αποκλιμάκωσης του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης από 172,6% του ΑΕΠ το 2022 (σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ), σε 160,3% το 2023. Κομβικής σημασίας επίτευγμα για την ελληνική οικονομία αποτελούν η αναβάθμιση του αξιόχρεού της στην επενδυτική βαθμίδα κατά τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο, Σεπτέμβριο και Οκτώβριο από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης R&I, Scope Ratings (που με πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ αναμένεται να συμπεριληφθεί στους αναγνωρισμένους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης), DBRS Morningstar και S&P Global Ratings καθώς επίσης και η διπλή αναβάθμιση, ένα μόλις επίπεδο πριν την επενδυτική βαθμίδα, από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s. Οι θετικές αυτές αξιολογήσεις αντανακλούν την περαιτέρω ενίσχυση του κύρους και της αξιοπιστίας της χώρας, σε συνέχεια των δώδεκα διαδοχικών αναβαθμίσεων της ελληνικής οικονομίας τα τέσσερα τελευταία χρόνια, παρά την ταυτόχρονη εκδήλωση αλλεπάλληλων εξωγενών κρίσεων.
*H ισχυρή ανθεκτικότητα της ελληνικής οικονομίας που αποτυπώθηκε στις εξελίξεις του 2022 και του 2023 προβλέπεται να επιβεβαιωθεί και το 2024, με τον οικονομικό κύκλο να διατηρείται σε φάση ανόδου με συνεπή και μεγάλη διαφοροποίηση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η ισχυρή δυναμική της ελληνικής οικονομίας εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε θετικές επιδόσεις παρά την οικονομική αβεβαιότητα που αναμένεται να συνεχίσει να επικρατεί σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
*Θεμέλιο για τις θετικότερες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας έναντι της μέσης ευρωπαϊκής εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να αποτελεί το 2024 η προσήλωση στη συνετή δημοσιονομική διαχείριση, στην οποία θα στηριχθεί η περαιτέρω πορεία αναβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας. Η οικονομική απόδοση των εν εξελίξει διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων θα συμβάλλει στην ενίσχυση της δημοσιονομικής σταθερότητας και στην περαιτέρω μείωση του δημόσιου χρέους.
*Η τρέχουσα πρόβλεψη για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 ανέρχεται σε 2,9% σε ετήσια βάση. Βάσει αυτής, το πραγματικό ΑΕΠ του 2024 αναμένεται να ανέλθει στο μεγαλύτερο ύψος της περιόδου μετά το 2010 (υπερβαίνοντας τα 200 δισ. ευρώ σε σταθερές τιμές), ενώ σε ονομαστικούς όρους αναμένεται να ανέλθει σε 233,8 δισ. ευρώ και να υπερβεί κατά 3,5% το μέσο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας πριν την είσοδο της Ελλάδας στο πρώτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής.
*Σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ, ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2024 αναμένεται να αποκλίνει προς τα πάνω κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες, διατηρώντας σχεδόν εξολοκλήρου το μέγεθος της αντίστοιχης θετικής απόκλισης που εκτιμάται σήμερα για το 2023 (1,8%, βάσει των προβλέψεων για την ΕΕ στις Φθινοπωρινές Οικονομικές Προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής).
*Σε επίπεδο των συνιστωσών του ΑΕΠ, σημαντική συμβολή στην ανάπτυξη προέρχεται από τις επενδύσεις, οι οποίες το 2024 αναμένεται να αυξηθούν με ρυθμό 15,1% (έναντι 12,1% στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024). Ως απόρροια, το πραγματικό επενδυτικό κενό μεταξύ Ελλάδας και Ευρωζώνης προβλέπεται να μειωθεί το 2024 σε 5%, το χαμηλότερο ποσοστό για όλη την περίοδο από το 2010.
*Τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης της οικονομίας, με έναρξη εφαρμογής το 2024, δημιουργούν επιπλέον συνέργειες με τις ισχύουσες πολιτικές ενίσχυσης των εισοδημάτων και της οικονομικής δραστηριότητας, στοχεύοντας, όπως και η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, στη μείωση των ανισοτήτων και των στρεβλώσεων. Σημαντική ενίσχυση για το διαθέσιμο εισόδημα αναμένεται από τις αυξήσεις στο μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, την εκ νέου αύξηση των συντάξεων, την άρση του παγώματος των τριετιών, την αύξηση του αφορολόγητου κατά 1.000 ευρώ για οικογένειες με παιδιά, την αύξηση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος κατά 8%, την επέκταση του επιδόματος μητρότητας για αυτοαπασχολούμενους και αγρότες, το ετήσιο βοήθημα προς τους νέους (youth pass), την κατάργηση της συμμετοχής στο κόστος των φαρμάκων για τους πρώην δικαιούχους του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων (ΕΚΑΣ) και από μία σειρά άλλων δημοσιονομικών μέτρων.
*Παρά τη διατήρηση των τιμών σε υψηλό επίπεδο έναντι της περιόδου πριν την ενεργειακή κρίση, οι ανοδικές πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να εξομαλυνθούν περαιτέρω κατά τη διάρκεια του 2024, στο 2,6%. Η μικρή προς τα πάνω αναθεώρηση, έναντι της πρόβλεψης στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού 2024 (2,4%), απορρέει από τη μεγαλύτερη εκτιμώμενη επίδραση μεταφοράς του 2023, την εκτίμηση των διεθνών τιμών ενέργειας και την πιο αργή αποκλιμάκωση του πληθωρισμού τους πρώτους μήνες του 2024, λόγω των επιπτώσεων των πρόσφατων καιρικών φαινομένων στην αγροτική παραγωγή. Αντίθετα, η σχετική σταθεροποίηση των τιμών στην ενέργεια αναμένεται να δράσει προς εξομάλυνση του ετήσιου ρυθμού πληθωρισμού το 2024.
*Η συνεχιζόμενη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας αναμένεται να διαμορφώσει την ανεργία στο χαμηλότερο ποσοστό επί του εργατικού δυναμικού από το 2009, σε 10,6% βάσει της μεθοδολογίας της έρευνας εργατικού δυναμικού και σε 9,3% βάσει των εθνικών λογαριασμών. Βάσει των αναθεωρημένων στοιχείων εθνικών λογαριασμών για το 2022, τα 4,9 εκατομμύρια απασχολούμενων που προβλέπονται κατά μέσο όρο για το 2024, αντιστοιχούν σε ιστορικό υψηλό για όλη την περίοδο διαθέσιμων στοιχείων από το 1995, αντανακλώντας αντίστοιχη εικόνα για τους μισθωτούς (με αύξηση του αριθμού των τελευταίων κατά 1,0% το 2024 σε ετήσια βάση). Ο αριθμός των ανέργων αναμένεται να μειωθεί σε επίπεδα προ της οικονομικής προσαρμογής, παρά το εκτιμώμενο ιστορικά υψηλό ποσοστό συμμετοχής του πληθυσμού ηλικίας 15 – 64 ετών στο εργατικό δυναμικό (82,5%).