Αφού βρέθηκε στην λάσπη ως μωρό μετά από το καταστροφικό τσουνάμι στον Ινδικό Ωκεανό το 2004, επανασυνδέθηκε με τους γονείς του μετά από μια συναισθηματικά φορτισμένη δικαστική διαμάχη το μωρό γνωστό ως «μωρό 81» πλεον είναι 20 χρονών και έχει όνειρα να σπουδάσει.
Η ιστορία του Τζαγιαράσα Αμπιλάς έγινε σύμβολο για τις οικογένειες που διαλύθηκαν από μια από τις μεγαλύτερες καταστροφές στη σύγχρονη ιστορία αλλά επίσης έδωσε ελπίδα σε πολλούς . Πάνω από 35.000 άνθρωποι πέθαναν στο Σρι Λάνκα και πολλοί ακόμη αγνοούνται.
Το τότε 2 μηνών μωρό παρασύρθηκε από το τσουνάμι στο ανατολικό Σρι Λάνκα και βρέθηκε κάποια χιλιόμετρα μακριά από το σπίτι του από τους διασώστες. Στο νοσοκομείο καταγράφηκε ως το Νο. 81.
Ο πατέρας του, Μουρουγουπιλάι Τζαγιαράσα, πέρασε 3 μέρες ψάχνοντας την οικογένεια του που είχε διασκορπιστεί, έχοντας μείνει με τίποτα εκτός από ένα ζευγάρι σορτς.
Πρώτα βρήκε τη μητέρα του, ύστερα τη γυναίκα του. Αλλά το μωρό τους ήταν ακόμη αγνοούμενο.
Μια νοσοκόμα είχε πάρει το βρέφος από το νοσοκομείο, αλλά το επέστρεψε όταν έμαθε ότι η οικογένεια του ήταν ζωντανή.
Παρ ’όλα αυτά η ταλαιπωρία τους δεν τελείωσε εκεί. Άλλες 9 οικογένειες είχαν κάνει δώσει το όνομα τους στο νοσοκομείο υποστηρίζοντας ότι το «μωρό 81» ήταν δικό τους, για αυτό η διοίκηση του νοσοκομείου αρνήθηκε να το δώσει στον Τζαγιαράσα και τη γυναίκα του χωρίς αποδείξεις.
Η οικογένεια τότε απευθύνθηκε στη αστυνομία και πήγαν σε δικαστήριο όπου ζητήθηκε τεστ DNA, μια διαδικασία που στο Σρι Λάνκα βρισκόταν ακόμη σε πρωταρχικά στάδια. Αλλά καμία άλλη από τις 9 οικογένειες διεκδίκησε το μωρό νομικά και για αυτό δεν έγινε τεστ DNA σε αυτούς, δήλωσε ο Τζαγιαράσα
«Το νοσοκομείο ονόμασε το παιδί “μωρό 81” και κατέγραψαν τις 9 οικογένειες που διεκδικήσαν το μωρό παραβλέποντας εμάς» είπε
« Υπήρχε δημόσια επίκληση σε όσους δήλωσαν ότι το παιδί είναι δικό τους να κάνουν τεστ DNA αλλά κανένας δεν ήρθε μπρος» είπε ανακαλώντας. Ο Τζαγιαράσα και η οικογένεια του έδωσαν δείγματα DNA και αποδείχθηκε ότι το βρέφος ήταν δικό τους.
Έτσι η οικογένεια επανενώθηκε και οι ιστορία τους τράβηξε την προσοχή παγκοσμίως, επισκέπτοντας ακόμη και την Αμερική για να δώσουν συνέντευξη.
Σήμερα ο Αμπιλάς είναι στο λύκειο, δίνοντας τις τελικές εξετάσεις του εξετάσεις. Αξιόπιστος και καλοσυνάτος, ελπίζει να περάσει στο πανεπιστήμιο και να σπουδάσει Τεχνολογία Πληροφοριών.
Ο ιδιος είπε ότι μεγάλωσε ακούγοντας την ιστορία από τους γονείς του, όσο παράλληλα οι συμμαθητές του τον πείραζαν και τον αποκαλούσαν « μωρό 81» ή «μωρό του τσουνάμι». Ένιωθε ντροπή για αυτό και καθε χρόνο χειροτέρευε όταν πλησίαζε η επέτειος του τσουνάμι.
« Καθε φορά σκεφτόμουν “Να ’τοι πάλι” και έτρεχα μέσα για κρυφτώ» είπε καθώς οι δημοσιογράφοι επέστρεφαν για να ξανά ακούσουν την ιστορία του.
Ο πατέρας του είπε ότι το αγόρι ήταν τόσο ταραγμένο που κάποιες φορές δεν έτρωγε.
«Τον παρηγόρησα λέγοντάς του: “Γιε μου, είσαι μοναδικός, ο μόνος στον κόσμο που έχεις αυτό το όνομα,”» είπε.
Αργότερα, ως έφηβος, ο Αμπιλάς διάβασε περισσότερα για τα γεγονότα που τον χώρισαν από την οικογένειά του και τον έφεραν πίσω. Με τον καιρό, ξεπέρασε τον φόβο του. Ξέρει ότι το παρατσούκλι του θα τον ακολουθεί για πάντα. Αλλά αυτό δεν τον ενοχλεί.
«Τώρα το βλέπω μόνο ως τον κωδικό μου,» είπε αστειευόμενος. «Αν θέλει κάποιος να με βρει, ας αποκτήσει πρόσβαση σε αυτόν τον κωδικό.»
Συνεχίζει να ψάχνει στο διαδίκτυο για πληροφορίες σχετικά με τον εαυτό του. Ο πατέρας του είπε ότι οι αναμνήσεις από εκείνες τις αγωνιώδεις μέρες πριν από 20 χρόνια παραμένουν ζωντανές, ακόμη κι αν άλλες αρχίζουν να ξεθωριάζουν.
Με τα χρόνια, η εκτεταμένη δημοσιότητα που έλαβε η οικογένειά του είχε επίσης αρνητικές επιπτώσεις, ανέφερε ο Τζαγιαράσα. Η οικογένειά του αποκλείστηκε από πολλά προγράμματα βοήθειας και ανασυγκρότησης για τα θύματα του τσουνάμι, επειδή οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι υπέθεσαν ότι είχαν λάβει χρήματα κατά τη διάρκεια της επίσκεψής τους στις Η.Π.Α.
Η εμπειρία αυτή οδήγησε επίσης σε ζήλια, κουτσομπολιά και απομόνωση της οικογένειας από τη γειτονιά τους, αναγκάζοντάς τους να μετακομίσουν.
Ο πατέρας θέλει ο γιος του και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας να παραμείνουν ευγνώμονες για την επιβίωσή τους, και επιθυμεί ο Αμπιλάς να γίνει κάποιος που θα μπορεί να βοηθά άλλους σε ανάγκη.
Από τότε που το αγόρι ήταν νήπιο, ο πατέρας του συγκέντρωνε μικρά ποσά χρημάτων από τη δουλειά του σε ένα κουρείο. Όταν ο Αμπιλάς έγινε 12 ετών, η οικογένεια έστησε ένα μικρό μνημείο για τα θύματα του τσουνάμι στην αυλή τους. Το μνημείο απεικονίζει τέσσερα χέρια που είναι ενωμένα.
Ο πατέρας εξήγησε: «Μου γεννήθηκε η σκέψη ότι, αφού όλοι όσοι έχασαν τη ζωή τους έχουν φύγει, αφήνοντας τον Αμπιλάς πίσω σε εμάς, γιατί να μην δημιουργήσουμε ένα δικό μας μνημείο για να τους θυμόμαστε κάθε μέρα.»