Μοίρες Ηρακλείου: Συγκλονίζει η μαρτυρία του 17χρονου εγγονού του θύματος

Ο 17χρονος εγγονός του θύματος βρέθηκε σήμερα το πρωί βρέθηκε στο Δικαστικό Μέγαρο Ηρακλείου και το φρικτό συμβάν που εκτυλίχθηκε μπροστά στα μάτια του.

Όπως αναφέρει το cretalive ο νεαρός δήλωσε πως: “Ήμασταν τέσσερα παιδιά μέσα σε μία γκαρσονιέρα, περνώντας τον χρόνο μας. Περιμέναμε άλλο ένα παιδί. Εγώ, χωρίς να έχω ιδέα άνοιξα την πόρτα και αντίκρισα έναν ξένο μπροστά μου.

Κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά, επειδή δεν τον είχα ξαναδεί. Προσπάθησα να το παίξω αδιάφορος και να κινηθώ με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ασφάλεια. Πήγα να συμβουλευτώ τον παππού μου. Εκείνη τη στιγμή, απ’ ο,τι ξέρω από τα άλλα παιδιά, κάτι έκανε αυτός, κάτι έβγαλε.

Όταν ήρθε μέσα στην γκαρσονιέρα δεν κρατούσε τίποτα. Όπως φύγαμε έξω, να πάμε στου παππού μου, αφήσαμε ανοιχτή την πόρτα. Τα παιδιά βγήκαν έξω επειδή προβληματίστηκαν κι αυτά – ένα από αυτά τον γνώριζε φατσικά και σαν όνομα.

Βγήκαν λοιπόν έξω, να δουν τι συμβαίνει, γιατί κι αυτά κακόβαλαν, δεν ήξεραν. Και τον είδαν να είναι σταματημένος έξω, όταν εγώ είχα μπει μέσα, να έχει ξεκουμπώσει τη ζώνη του και κάτι να έκανε. Ο παππούς μου προσφέρθηκε να πάει να του μιλήσει, ώστε να ξεκαθαρίσει την υπόθεση, όπως θα έκανε κάθε σωστός άνθρωπος. Βγήκε έξω, του μίλησε όμορφα. Εκείνος τον ρωτούσε διάφορα: “ποια γυναίκα μένει απάνω, πόσα πληρώνει, εάν είναι καλή γυναίκα”.

Όταν ο παππούς μου του έφερε άρνηση, λέγοντάς του ότι αυτό δεν σε αφορά, εκείνη τη στιγμή εγώ είχα οπισθοχωρήσει – είχα το ένστικτο να πάω να ειδοποιήσω τα παιδιά, για να κλειδώσουν την πόρτα τους. Ήξερα ότι θα ξαναπήγαινε αυτός εκεί. Εκείνη τη στιγμή, είχα κάνει δέκα βήματα πίσω, ακούγοντας να οπλίζει το όπλο και να παίζει. Σκέφτηκα ότι θα έπαιζε στον αέρα. Δεν φαντάστηκα ότι θα μπορούσε να πυροβολήσει άνθρωπο”.

O 17χρονος βγήκε έξω από το σπίτι και βρέθηκε μπροστά στο αποτρόπαιο θέαμα: “Αντίκρισα ένα σκοτωμένο άνθρωπο, τον παππού μου, την γιαγιά μου κάτω να κλαίει με αίματα στα χέρια. Τον κοίταξα. Ήταν μπροστά μου με το όπλο. Με κοιτούσε στα μάτια κρατώντας το πιστόλι. Μπορούσε κάλλιστα να με είχε πυροβολήσει εκείνη τη στιγμή. Είχα θολώσει εκείνη τη στιγμή. Δεν μπορώ να σας πω εάν το όπλο ήταν πάνω ή κάτω. Είχε πάντως την άνεση να το σηκώσει και να με σκοτώσει.

Η γιαγιά μου από το σοκ, δεν ξέρει εάν πυροβολήθηκε εκείνη πρώτη ή ο παππούς μου – στέκονταν δίπλα δίπλα. Εκείνη τη στιγμή είχα θολώσει. Έκανα ο,τι μπορούσα για να σώσω τη γιαγιά μου: Την έσυρα μέσα, έκλεισα την πόρτα, κάλεσα το ασθενοφόρο κατευθείαν. Ήμουν σε κατάσταση σοκ. Ευτυχώς ανταποκρίθηκαν γρήγορα (σ.σ από το ΕΚΑΒ). Μετά άκουσα άλλους πέντε πυροβολισμούς.

Δεν ήξερα ότι είχε παίξει στην γκαρσονιέρα, στην πόρτα. Όταν ήρθε το ασθενοφόρο κι εκείνος έφυγε, πήγε από πίσω για να δω τα παιδιά τι κάνουν. Αντίκρισα την πόρτα πυροβολημένη, την πίσω πόρτα ανοιχτή. Είχαν γίνει άνω κάτω τα τραπεζάκια και οι καναπέδες. Έψαχνα να δω εάν είχε χτυπήσει κάποιος από τους φίλους μου -ευτυχώς δεν είχαν χτυπήσει”.