Άρθρο του Λάζαρου Καραούλη, Διευθύνοντος Συμβούλου ΔΑΕΜ Δήμου Αθηναίων
Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια αθόρυβη αλλά βαθιά κοινωνική κρίση. Τα στοιχεία της Eurostat αποτυπώνουν με αριθμούς αυτό που βιώνουν καθημερινά εκατομμύρια πολίτες: το κόστος ζωής έχει ξεπεράσει τις αντοχές των νοικοκυριών, με τη στέγη, την ενέργεια και τις βασικές υποχρεώσεις να μετατρέπονται σε μόνιμη πηγή ανασφάλειας.
Σχεδόν ένας στους δύο Έλληνες, ποσοστό 42,8%, δηλώνει ότι έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε στεγαστικά δάνεια, ενοίκια ή λογαριασμούς κοινής ωφέλειας, όπως το ρεύμα και το νερό. Πρόκειται για ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και μια αδιάψευστη διάψευση του αφηγήματος περί «επιστροφής στην κανονικότητα».
Παρά τις κυβερνητικές διακηρύξεις περί οικονομικής ανάκαμψης, η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων παραμένει η χαμηλότερη στην Ε.Ε., ακόμη και σε σύγκριση με χώρες που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν οικονομικά ασθενέστερες. Η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στο ίδιο επίπεδο ή και χαμηλότερα από τη Βουλγαρία, γεγονός που συνιστά ιστορική οπισθοδρόμηση και κοινωνική ήττα.
Την ίδια στιγμή, το κόστος στέγασης απορροφά το 35,5% του διαθέσιμου εισοδήματος, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος κινείται αισθητά χαμηλότερα. Ενοίκια που αυξάνονται ανεξέλεγκτα, στεγαστικά δάνεια με δυσβάσταχτους όρους και ενεργειακό κόστος που παραμένει υψηλό συνθέτουν ένα εκρηκτικό μείγμα, το οποίο πιέζει ασφυκτικά τα μεσαία και χαμηλότερα εισοδήματα.
Ιδιαίτερα ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού δηλώνει αδυναμία να διατηρήσει επαρκή θέρμανση στην κατοικία του. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις πρώτες θέσεις της Ευρώπης στην ενεργειακή φτώχεια, μαζί με χώρες όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Η ακρίβεια δεν είναι πλέον συγκυριακό φαινόμενο. Έχει μετατραπεί σε δομικό πρόβλημα που διαβρώνει την κοινωνική συνοχή και υπονομεύει την ποιότητα ζωής.
Η πραγματικότητα που καταγράφεται στα επίσημα ευρωπαϊκά στοιχεία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εικόνα ευημερίας που επιχειρείται να προβληθεί.
Η αύξηση του ΑΕΠ ή των φορολογικών εσόδων δεν μεταφράζεται σε βελτίωση της καθημερινότητας, όταν τα νοικοκυριά αδυνατούν να καλύψουν βασικές ανάγκες.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι βαθιά κοινωνικό και πολιτικό. Η στέγη, η ενέργεια και η αξιοπρεπής διαβίωση δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται ως ατομική ευθύνη, αλλά ως πεδία δημόσιας πολιτικής με σαφείς προτεραιότητες.
Σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον, η Τοπική Αυτοδιοίκηση οφείλει –και μπορεί– να λειτουργήσει ως ανάχωμα κοινωνικής προστασίας. Στον Δήμο Αθηναίων, η δημοτική αρχή του Χάρη Δούκα επιχειρεί να αποδείξει στην πράξη ότι υπάρχουν πολιτικές επιλογές με άμεσο κοινωνικό αποτύπωμα. Μέσα από τη Διεύθυνση Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τον ΚΥΑΔΑ, το πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι» και το Γραφείο Ενεργειακής Φτώχειας, εξυπηρετούνται σήμερα πάνω από 4.000 νοικοκυριά και ωφελούμενοι. Σε ευάλωτους δημότες έχουν μηδενιστεί τα δημοτικά τέλη, προσφέροντας ουσιαστική και όχι συμβολική ανακούφιση.
Παράλληλα, τίθενται οι βάσεις για μια νέα στεγαστική πολιτική σε δημοτικό επίπεδο. Στη ΔΑΕΜ δημιουργήθηκε νέα Διεύθυνση Στεγαστικής Πολιτικής με στόχο την καταγραφή, εύρεση και αξιοποίηση ακίνητης περιουσίας για κοινωνική και προσιτή κατοικία, απαντώντας σε ένα από τα οξύτερα προβλήματα της πόλης.
Την ίδια κατεύθυνση υπηρετεί και η πρόσφατη υποβολή πρότασης στο ΠΕΠ Αττικής για την υλοποίηση Ολοκληρωμένου Σχεδίου Τοπικών Δράσεων για την αντιμετώπιση της παιδικής φτώχειας.
Τα στοιχεία δείχνουν ξεκάθαρα ότι απαιτείται άμεση στροφή πολιτικής: ενεργή στεγαστική πολιτική με ρύθμιση της αγοράς ενοικίων, ουσιαστική προστασία της πρώτης κατοικίας, παρεμβάσεις για τη μείωση του ενεργειακού κόστους και στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος μέσα από ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα. Χωρίς αυτές τις επιλογές, η «ανάπτυξη» θα παραμένει στατιστική και όχι κοινωνική πραγματικότητα. Και τα νοικοκυριά θα συνεχίσουν να ζουν σε καθεστώς μόνιμης ανασφάλειας, την ώρα που η κοινωνία ζητά λύσεις και όχι διαχειριστικές υπεκφυγές.
Το άρθρο του Λάζαρου Καραούλη δημοσιεύθηκε στο thesocialist.gr

















