Αχτσιόγλου: Οι πολίτες θέλουν και έχουν ανάγκη την πολιτική αλλαγή

Με πρόγραμμα ρεαλιστικό και κοστολογημένο ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. θα διεκδικήσει στις 21 Μαΐου την ψήφο των πολιτών, αναφέρει η Έφη Αχτσιόγλου στην ΑΥΓΗ της Κυριακής, υποστηρίζοντας πως «οι πολίτες θέλουν και έχουν ανάγκη την πολιτική αλλαγή».

Η Ε. Αχτσιόγλου ξεδιπλώνει τον οδικό χάρτη της προοδευτικής κυβέρνησης, ενώ κατηγορεί το Μέγαρο Μαξίμου για εκστρατεία συκοφαντίας και αποπροσανατολισμού. Επισημαίνει δε ότι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. στηρίζεται στην αύξηση των εσόδων από τη φορολόγηση των υπερκερδών και των υψηλών μερισμάτων και στον προσανατολισμό των δαπανών στη λήψη μέτρων κατά της ακρίβειας και στην τόνωση του εισοδήματος.

Την ίδια ώρα, ασκεί δριμεία κριτική στην κυβέρνηση για το μοντέλο άσκησης εξουσίας που ακολουθεί και τις επιδόσεις της στη διαχείριση τόσο των αλλεπάλληλων κρίσεων όσο όμως και στην υπόθεση των παρακολουθήσεων. Παράλληλα, μιλά για τον ρόλο της νέας γενιάς στην πολιτική ζωή υποστηρίζοντας ότι ζητούμενο για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι να δώσει χώρο και να ακούσει τα αιτήματα και τις ανησυχίες των νέων ανθρώπων. Ιδιαίτερη αναφορά κάνει στο γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία παραμένει ανδροκρατούμενη και σεξιστική, θέτοντας επί τάπητος τις αναγκαίες αλλαγές που πρέπει να γίνουν τόσο σε θεσμικό επίπεδο όσο όμως και σε επίπεδο νοοτροπιών.

Αναλυτικά η συνέντευξη της Έφης Αχτσιόγλου στην Αυγή:

Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το κεντρικό διακύβευμα της επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης;

Συνεχίζουμε στην παρακμή ή κάνουμε μια νέα αρχή; Αυτό είναι το διακύβευμα. Ο κύριος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία δεν πρόκειται να αλλάξουν τίποτα. Θα συνεχίσουν στον δρόμο που χάραξαν αυτά τα τέσσερα χρόνια: αλαζονεία στην άσκηση της εξουσίας από τη μία και προώθηση μέτρων που επιδεινώνουν τη ζωή των πολλών από την άλλη. Αυτό που προσπαθούν να εμπεδώσουν στην ελληνική κοινωνία είναι ότι αυτός ο τοξικός συνδυασμός είναι η μόνη δυνατή επιλογή. Και στο έδαφος αυτό έχουν επιστρατεύσει τα γνώριμα όπλα της συκοφαντίας, του αποπροσανατολισμού και της συνειδητής τρομοκράτησης των πολιτών. Πέφτουν όμως έξω. Το συλλογικό «ως εδώ» της ελληνικής κοινωνίας δεν κάμπτεται. Οι πολίτες θέλουν και έχουν ανάγκη την πολιτική αλλαγή. Η δική μας δουλειά τις επόμενες ώρες και μέρες είναι να φτάσει αυτό το μήνυμα παντού. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. ανταποκρίνεται στις κοινωνικές ανάγκες και εμπνέει αυτοπεποίθηση στους πολίτες. Απέναντι στην εκστρατεία της χειραγώγησης, εμείς αντιτάσσουμε το πρόγραμμά μας και τον οδικό χάρτη της προοδευτικής κυβέρνησης με την άμεση μείωση του ΦΠΑ, την κατάργηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής και την προστασία της πρώτης κατοικίας. Αυτά είναι τα θεμέλια της νέας αρχής για τη χώρα.

Εχοντας μπει στην τελική ευθεία, η αντιπαράθεση επικεντρώνεται, μεταξύ άλλων, στα προγράμματα. Οι πολιτικοί σας αντίπαλοι σας επικρίνουν για τις οικονομικές σας προτάσεις. Εφόσον σχηματίσετε κυβέρνηση, ποιους πόρους συγκεκριμένα θα αξιοποιήσετε για να υλοποιήσετε τις δεσμεύσεις σας;

Είναι ενδιαφέρον ότι η προεκλογική συζήτηση επικεντρώνεται στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. Αλλά μόνο σε ό,τι αφορά το κόστος του, όχι το περιεχόμενό του. Ο λόγος είναι απλός: όλοι ξέρουν ότι είναι το μόνο που ανταποκρίνεται στις κοινωνικές ανάγκες της εποχής μας. Αυτό το ξέρει και η κυβέρνηση. Και για να μην συζητήσουμε επί του περιεχομένου του, επιδίδεται σε ασκήσεις αριθμομαντείας και στον παρωχημένο μύθο του «λεφτόδεντρου». Έφτασε δε στο σημείο να διακινεί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος fake news για δήθεν εκτιμήσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Πώς να συζητήσεις στα σοβαρά με κάποιον που δεν ντρέπεται να κάνει κάτι τέτοιο; Ανεξάρτητα όμως από τις κυβερνητικές ακροβασίες, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι και κοστολογημένο, και ρεαλιστικό. Στηρίζεται στην αύξηση των εσόδων από τη φορολόγηση των υπερκερδών στην ενέργεια και στα διυλιστήρια, καθώς και των υψηλών μερισμάτων, και στον προσανατολισμό των δαπανών στη λήψη μέτρων που στοχεύουν στην καταπολέμηση της ακρίβειας, στην τόνωση του εισοδήματος, στην ενίσχυση της δημόσιας Υγείας και Παιδείας.

Τις τελευταίες ημέρες επανήλθε στο προσκήνιο το σκάνδαλο των υποκλοπών. Λόγω προεκλογικής δραστηριότητας, μιλάτε καθημερινά με τους πολίτες. Διαπιστώνετε ότι είναι ένα θέμα που τους απασχολεί ή αντιμετωπίζουν πλέον την υπόθεση των παρακολουθήσεων ως «κανονικότητα» για το πολιτικό σύστημα;

Μετά το ντιμπέιτ των πολιτικών αρχηγών, τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Οι πολίτες έχουν σοκαριστεί από την κυνική ομολογία του κύριου Μητσοτάκη ότι πρόκειται για ένα σκάνδαλο, ότι οι απαντήσεις που έδωσε δεν ήταν επαρκείς και ότι οι λόγοι παρακολούθησης του κύριου Ανδρουλάκη δεν σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια. Την παραδοχή του, δηλαδή, ότι αφενός γνωρίζει τους λόγους αυτούς, πράγμα που για καιρό αρνούνταν, και ότι η επίκληση του απορρήτου ουδεμία σχέση είχε με την ασφάλεια της χώρας, αλλά ήταν μια ξεκάθαρη μεθοδολογία συγκάλυψης. Το σκάνδαλο των υποκλοπών έχει ενοχλήσει βαθύτατα τους πολίτες. Γιατί νιώθουν, και ορθά, ότι προσβάλλει τη Δημοκρατία μας και παραβιάζει τους κανόνες του παιχνιδιού. Αυτό όμως που τους εξοργίζει είναι η αλαζονεία του κύριου Μητσοτάκη στη διαχείρισή του.

Οι υποκλοπές όμως δεν είναι μόνες τους. Συνδέονται με τη διαχείριση της πανδημίας, τα Τέμπη, τα υποκριτικά «δεν ήξερα» και τα ακόμα πιο υποκριτικά «συγγνώμη» του πρωθυπουργού και του Υπουργικού Συμβουλίου του. Και όχι μόνο με αυτά. Η υπόθεση των υποκλοπών υπήρξε η φυσική συνέχεια του οργίου με τις απευθείας αναθέσεις, του πάρτι του κομματικού κράτους, του σκανδάλου με τις επιδοτήσεις της αισχροκέρδειας. Το «επιτελικό κράτος» του κύριου Μητσοτάκη αποδείχθηκε ένας γιγαντιαίος μηχανισμός παρακολουθήσεων, ρουσφετολογικών εξυπηρετήσεων και διασπάθισης δημόσιου χρήματος. Αυτή η εικόνα είναι ζοφερή. Και δεν υπάρχει κανένας πολίτης -ανεξάρτητα από ιδεολογική τοποθέτηση- που να τη θεωρεί φυσιολογική.

Είστε μια νέα γυναίκα που έχει επιλέξει τον δρόμο της δυναμικής συμμετοχής στην πολιτική σκηνή. Δεν είναι σύνηθες. Πώς σας αντιμετωπίζουν οι νέοι άνθρωποι με τους οποίους συνομιλείτε αυτήν την περίοδο; Διαπιστώνετε ότι υπάρχει χάσμα μεταξύ κομμάτων και νέας γενιάς;

Υπάρχει σίγουρα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στην κυβέρνηση και στη νέα γενιά. Οι νέοι άνθρωποι δεν ξεχνούν ότι ο κύριος Μητσοτάκης όλα αυτά τα χρόνια τους αντιμετώπισε ως κάτι ανάμεσα σε ανεύθυνους και επικίνδυνους: από τη δαιμονοποίηση της νεολαίας στην πανδημία μέχρι την αυταρχική πολιτική στα πανεπιστήμια. Η τραγωδία των Τεμπών υπήρξε ο οριστικός καταλύτης. Και το πρόσφατο χαρτζιλίκι των 150 ευρώ έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που φαντάζεται ο κύριος Μητσοτάκης. Η νέα γενιά το αντιμετωπίζει σαν αυτό που είναι: μια φθηνή προσπάθεια εξαγοράς της ψήφου της λίγες μέρες πριν από τις εκλογές. Το ζητούμενο για τον ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι να ακούσουμε -να δώσουμε χώρο και χρόνο γι’ αυτό- τα αιτήματα και την ανησυχία των νέων ανθρώπων. Δεν υπάρχει αμφιβολία -και αυτό πρέπει να μας κάνει περήφανους- ότι είμαστε το κόμμα με το οποίο αισθάνονται πιο κοντά. Την ίδια στιγμή, έχουν απαιτήσεις από εμάς. Να νιώθουν δίπλα τους τη φυσική μας παρουσία. Να υλοποιήσουμε τις δεσμεύσεις μας. Να καταργήσουμε την ΕΒΕ. Να συγκρουστούμε με το καθεστώς της απλήρωτης και αδήλωτης εργασίας. Να δώσουμε λύση στο πρόβλημα της στέγης που τους στερεί την αυτονομία τους. Αλλά αυτά από μόνα τους δεν φτάνουν. Κυρίως πρέπει να τους εμπνεύσουμε να γίνουν οι ίδιες και οι ίδιοι συμμέτοχοι και διαμορφωτές της πολιτικής μας.

Ανέφερα στην προηγούμενη ερώτηση ότι είστε νέα γυναίκα. Πώς βιώνετε εσείς την πολιτική ζωή στην Ελλάδα το 2023; Ρωτάω γιατί το πολιτικό σύστημα, τουλάχιστον στη χώρα μας -και όχι μόνο βέβαια-, είναι ανδροκρατούμενο. Με ποιους τρόπους μπορεί να αλλάξει αυτή η συνθήκη;

Το πολιτικό σύστημα είναι ανδροκρατούμενο και ο κύριος Μητσοτάκης είχε δηλώσει ότι δεν έβρισκε γυναίκες να βάλει στην κυβέρνησή του. Αλλά είναι μόνο η πολιτική; Νομίζω πως το πρόβλημα είναι ευρύτερο. Η ελληνική κοινωνία, παρά τα σημαντικά βήματα, κυρίως της νέας γενιάς, παραμένει εξαιρετικά ανδροκρατούμενη και σεξιστική. Η αλλαγή απαιτεί δύο πράγματα. Το πρώτο είναι σύγκρουση. Σύγκρουση με τις νοοτροπίες που θεωρούν φυσιολογικό μια γυναίκα να μην αμείβεται με ίσο μισθό για ίδια δουλειά ή κανονικό μια γυναίκα να γίνεται καρικατούρα στα μίντια εξαιτίας της εμφάνισής της. Το δεύτερο είναι θεσμικές αλλαγές: για παράδειγμα, για τα δικαιώματα των νέων μητέρων, για το δικαίωμα του σεξουαλικού αυτοπροσδιορισμού, για την προστασία των γυναικών στον χώρο εργασίας από τις πολλαπλές μορφές καταπίεσης. Μόνο έτσι θα έρθει εκείνη η μέρα που η ισότητα θα είναι καθεστώς

-Ad-