«Οι έως τώρα χειρισμοί της κυβερνήσεως στην πρόκληση της Τουρκίας νομίζω παίρνουν άριστα. Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν για ένα ζήτημα η ελληνική διπλωματία δεν κατόρθωσε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα να έχει την πλήρη υποστήριξη του διεθνούς παράγοντα». Αυτά αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων Άδωνις Γεωργιάδης, σε συνέντευξή του στο «Έθνος της Κυριακής».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση ο κ. Γεωργιάδης δήλωσε επίσης: «Κατ’ αρχάς, η θέση της ελληνικής κυβερνήσεως και της πλειοψηφίας του πολιτικού μας συστήματος ότι θα μπορούσαμε να προσφύγουμε στη Χάγη για τα μόνα εκκρεμή από την Ελλάδα ζητήματα, δηλαδή για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, νομίζω ότι είναι σωστή. Η Ελλάδα δεν έχει να φοβηθεί τίποτε από το διεθνές δίκαιο, άλλωστε αυτό επικαλούμαστε». Προσέθεσε ωστόσο πως «το τι θα γίνει, έχει να κάνει με το πόσο ισχυροί θα παραμείνουμε. Η Τουρκία δυστυχώς για εμάς, είναι χώρα που καταλαβαίνει μόνο από μία γλώσσα και αυτή είναι η γλώσσα της ισχύος».
Αναφορικά με το θέμα του προσώπου που θα επιλέξει η ΝΔ για τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο κ. Γεωργιάδης απάντησε: «Είναι προφανές ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα αποφασίσει και είναι προφανές ότι οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας θα υπερψηφίσουν». Επίσης επισήμανε πως «κανονική ευρωπαϊκή χώρα με πρόωρες εκλογές δεν γίνεται. Κατά συνέπεια κάθε τέτοια συζήτηση πρέπει να σταματήσει».
Σε σχέση με την προοπτική επενδυτικών σχεδίων σε συνεργασία με τις ΗΠΑ, ο υπουργός υπογράμμισε πως «ήδη άλλωστε το αμερικανικό ενδιαφέρον έχει επιτευχθεί και στο καζίνο για το Ελληνικό είχαμε δύο αμερικανικές εταιρείες, και στα ναυπηγεία, και στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης και αλλού.
Ο κ. Γεωργιάδης τόνισε πως «η πρώτη προτεραιότητα του χαρτοφυλακίου μου είναι να επιτύχουμε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Και από αυτό θα κριθεί και η δική μου θητεία, όπως πρέπει να κρίνεται η θητεία του εκάστοτε υπουργού Ανάπτυξης της χώρας».
Κατέληξε δε αναφέροντας: «Θέλουμε να πιάσουμε το στόχο του προϋπολογισμού και, ει δυνατόν, να τον ξεπεράσουμε. Δεν θα είναι εύκολο, οι προβλέψεις των διεθνών οίκων μάς έχουν για αρκετά χαμηλότερα, γύρω στο 2,3%-2,4%, εμείς έχουμε προβλέψει 2,8%. Αν και είναι ένα δύσκολο στοίχημα, θα δουλέψουμε σκληρά για να το επιτύχουμε».