Άγρια δολοφονία 50χρονης: Τους «πρόδωσαν» οι κάμερες – Η εικόνα-σοκ στο διαμέρισμα

Συγκλονίζουν οι αποκαλύψεις της 15χρονης κατηγορούμενης για την δολοφονία της μητέρας της στην Αγία Βαρβάρα, ενώ συνεχίζονται οι έρευνες από την αστυνομία.

«Εγώ επειδή ήξερα τι θα γίνει, έκατσα στο κρεβάτι μου και έτρεμα», είπε αφοπλιστικά στον εισαγγελικό λειτουργό η 15χρονη για τις στιγμές που οι συνεργοί της σκότωναν τη μητέρα της και εκείνη άκουγε τις κραυγές της.

«…ξύπνησε και πήγε να φωνάξει βοήθεια», ξεστόμισε ο 17χρονος από τη Ρουμανία, περιγράφοντας τις κινήσεις «παρότρυνσης» για να συνεχίσουν το δολοφονικό τους έργο. Την ίδια ώρα ο 16χρονος Eλληνας αρνείται ότι σκότωσε την 50χρονη και… απλά συμμετείχε στην προσπάθεια απόκρυψης του πτώματος και φέρεται να είπε σχετικά: «Σκεφτήκαμε να κάψουμε το πτώμα της ή να κάψουμε το σπίτι».

Τα παραπάνω αποτελούν μερικές από τις ανατριχιαστικές φράσεις που είπαν οι τρεις ανήλικοι κατηγορούμενοι σε δικαστικούς λειτουργούς και αστυνομικούς μετά τη σύλληψή τους. Από τις αναφορές τους προκύπτει επίσης πως οι προστριβές το τελευταίο χρονικό διάστημα, πέρα από τις κρίσεις και επικρίσεις της σχέσης της και του τρόπου ζωής της, αφορούσαν και οικονομικά ζητήματα, καθώς η 15χρονη και ο 17χρονος σύντροφός της ζητούσαν επίμονα μέρος των χρημάτων, περίπου 10.000 ευρώ, που είχε η 50χρονη γυναίκα από την πώληση του αυτοκινήτου του άνδρα της που είχε πεθάνει πριν από ένα χρόνο.

Στο μεταξύ, τα στελέχη του Τμήματος Δίωξης Εγκλημάτων κατά Ζωής έχουν στην κατοχή τους βίντεο από κάμερα ασφαλείας που αποτυπώνει την προσέγγιση του 16χρονου Ελληνα στο σπίτι της άτυχης γυναίκας, πριν από τη δολοφονία της, και τη φυγή και των τριών, κάποιες ώρες μετά τη διάπραξή της, αφού πρώτα «κοιμήθηκαν»…

«Με πέταξε στον καναπέ»
Η 15χρονη κοπέλα αμέσως μετά τη σύλληψή τους στο Σιδηρόκαστρο Σερρών φέρεται να περιέγραψε σε αστυνομικούς και στον εισαγγελέα τι συνέβη το διάστημα πριν από τη δολοφονία και την ώρα της διάπραξης.

«Λίγες μέρες πριν γίνει το κακό, δύο ή τρεις νομίζω, είχαμε μαλώσει πάλι πολύ έντονα με τη μαμά μου. Πάλι για χρήματα. Εκείνο το βράδυ που ήταν και ο Δ…… στο σπίτι, η μάνα μου με είχε χτυπήσει, με έβρισε και με πέταξε στον καναπέ. Οταν τελείωσε όλο αυτό, αποφασίσαμε με τον Δ…… ότι κάτι έπρεπε να κάνουμε. Σκεφτήκαμε ότι έπρεπε να τη σκοτώσουμε», περιέγραψε το τελευταίο περιστατικό που προκάλεσε την απόφαση για την εξόντωση της μητέρα της.

Στη συνέχεια περιγράφει τις στιγμές της δολοφονίας της μητέρας της ως εξής: «Οταν ο Δ….. και ο Γ….. μπήκαν στο σπίτι, πήγαν κατευθείαν στο δωμάτιο της μαμάς μου. Εγώ επειδή ήξερα τι θα γίνει, έκατσα στο κρεβάτι μου και έτρεμα. Λίγο αργότερο άκουσα τη μαμά μου να ουρλιάζει και για 2 λεπτά περίπου ακουγόταν φασαρία. Μετά από λίγο δεν ακουγόταν φασαρία και ο Δ…… με τον Γ…… ήρθαν στο δωμάτιό μου. Μου είπαν ότι τελείωσαν όλα. Κατάλαβα ότι η μαμά μου πέθανε. Εγώ δεν είδα τι έγινε μέσα στο δωμάτιο, ούτε ήθελα να πάω εκεί που ήταν το πτώμα».

«Τον έσπρωξα πάλι πίσω»
Ο 17χρονος από τη Ρουμανία, σύντροφος της 15χρονης, περιέγραψε πώς «ώθησε» τον 16χρονο να σκοτώσουν την άτυχη γυναίκα όταν εκείνος φοβήθηκε τη στιγμή που ξύπνησε.

«… ξύπνησε και πήγε να φωνάξει βοήθεια. Τότε ο Γ…… φοβήθηκε και πήγε να φύγει, όμως εγώ τον σταμάτησα και τον έσπρωξα πάλι πίσω…». «Μαζί του πήγα και εγώ για να τον βοηθήσω. Ανέβηκα πάνω στο κρεβάτι και πίεζα τη Σωτήρια να μην κουνιέται με ένα μαξιλάρι».

Νωρίτερα και εκείνος έχει αναφερθεί στα αίτια που είχαν προκαλέσει την αφορμή να οδηγηθούν στην απόφαση να τη σκοτώσουν: «Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη. Για να καταλάβετε η Δ….. φοβόταν να μείνει μόνη της με τη μητέρα της. Καταλάβαμε με την Δ….. πως η μητέρα της έπρεπε να φύγει από τη μέση. Αυτό που σκεφτόμασταν ήταν να τη σκοτώσουμε και μετά να εξαφανίσουμε το πτώμα της και να πούμε στον κόσμο ότι έφυγε».

Ο 16χρονος μετά τις Σέρρες όπου είχε διαφύγει με το ζευγάρι, με πρόθεση να διαφύγουν στη Ρουμανία, μέσω Βουλγαρίας, όταν συνελήφθησαν κάλεσε τη μητέρα του προκειμένου να τον πάρει και να επιστρέψει στο Λουτράκι, όπου διαμένει. Οταν έφθασαν αποφάσισε να παραδοθεί στο Αστυνομικό Τμήμα. Ο ανήλικος κατηγορούμενος φαίνεται να είπε πως μετά το έγκλημα σκέφτηκαν να κάψουν το πτώμα της 50χρονης ή να βάλουν φωτιά στο σπίτι, αλλά διαφώνησαν και το απέρριψαν ως ιδέα. Στο πλαίσιο της υπερασπιστικής γραμμής που φαίνεται να ακολουθήσει, ισχυρίζεται ότι δεν συμμετείχε στη δολοφονία αλλά πήγε μετά, όταν του τηλεφώνησε ο φίλος του, για να βοηθήσει στην απόκρυψη του πτώματος. Σημειώνεται ότι οι τρεις κατηγορούμενοι είχαν τοποθετήσει την 50χρονη, αφού είχαν δέσει χειροπόδαρα, μέσα σε ένα σεντόνι, προκειμένου να τη μεταφέρουν με σκοπό την εξαφάνιση της σορού, κάτι που τελικά δεν έκαναν.

Οι κάμερες καταστήματος «κάρφωσαν» τους τρεις άγουρους δολοφόνους που τα ξημερώματα της Πέμπτης κατέσφαξαν με στιλέτο τύπου πεταλούδα την 50χρονη μητέρα στην Αγία Βαρβάρα.

Μάλιστα, έμειναν μέχρι τις 9:10 το πρωί στο ματωμένο διαμέρισμα, ενώ επέστρεψαν δύο ώρες αργότερα και έμειναν μέχρι το απόγευμα. Όλη αυτή την ώρα το πτώμα της άτυχης γυναίκας ήταν μέσα στο υπερυψωμένο ισόγειο της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου δεμένο με ιμάντες και τυλιγμένο. Όπως αναφέρεται στο διαβιβαστικό της δικογραφίας που παρουσιάζει το protothema.gr. «Στο πλαίσιο της έρευνας, αναζητήθηκε και κατασχέθηκε οπτικό υλικό από καταστήματα πλησίον του διαμερίσματος της 50χρονης. Από την ανάλυση –επεξεργασία του οπτικού υλικού προέκυψε ότι την 09:10΄ ώρα της 5-11-2020. εξέρχονται από την πολυκατοικία που διέμενε το θύμα ένας άνδρας και μια κοπέλα και να κινούνται με κατεύθυνση προς την Ιερά Οδό.

Δευτερόλεπτα αργότερα, φαίνεται να εξέρχεται από την πολυκατοικία και να κινείται προς την ίδια κατεύθυνση ένας ακόμη άντρας. Την 11:01΄ ώρα, οι προαναφερόμενοι άντρες φαίνονται να επιστρέφουν στην πολυκατοικία, από την οποία φεύγουν τελικά την 15:57΄ ώρα της 5-11-2020».

Οι έμπειροι αξιωματικοί του Ανθρωποκτονιών από την πρώτη στιγμή κατάλαβαν ότι δράστες και θύμα ήταν γνωστοί. «Από την ανάλυση του τόπου του εγκλήματος, ως πηγής πληροφοριών που αντικατοπτρίζει τη συμπεριφορά των δραστών για την κατάταξη της ανθρωποκτονίας και τον προσδιορισμό του κινήτρου αυτής, προκύπτει ότι, η κατάσταση στην οποία βρέθηκε το πτώμα (τυλιγμένο με κλινοσκεπάσματα), η επιλογή του τόπου (οικία θύματος), η ανυπαρξία ιχνών παραβίασης, καθώς και το μέσον τέλεσης του εγκλήματος αλλά και το πλήθος και η μορφολογία των τραυμάτων (εστίαση σε περιορισμένη ζωτική περιοχή, στην τραχηλική χώρα και στο πρόσωπο), παρέχουν ενδείξεις που παραπέμπουν σε «οικιακή ανθρωποκτονία» τελεσθείσα από άτομο που ανήκε στον στενό κύκλο του θύματος» αναφέρεται στο διαβιβαστικό της δικογραφίας.

Η εικόνα-σοκ
Σύμφωνα με το πόρισμα της Ασφάλειας «Κατά την αυτοψία που διενεργήθηκε στον τόπο του εγκλήματος, παρατηρήθηκε εικόνα έρευνας στα δύο υπνοδωμάτια του διαμερίσματος. Η εξώπορτα βρέθηκε ανοιχτή, χωρίς ίχνη παραβίασης, ενώ τα παράθυρα και οι μπαλκονόπορτες του διαμερίσματος ήταν κλειστά και ασφαλισμένα. Το πτώμα της βρέθηκε στο δάπεδο, στον χώρο ανάμεσα στο κρεβάτι και την ντουλάπα του υπνοδωματίου της. Ήταν ενδεδυμένο με πιζάμες, τυλιγμένο και σκεπασμένο με κλινοσκεπάσματα. Επιπλέον, τα χέρια και τα πόδια του ήταν δεμένα με υφασμάτινες ζώνες. Στο εσωτερικό της ντουλάπας παρατηρήθηκαν ίχνη αίματος ενώ σε επιφάνεια συρταριέρας που βρισκόταν εντός αυτής, παρατηρήθηκε ένα αιματηρό πελματικό αποτύπωμα. Στο δάπεδο της κουζίνας, κάτω από μια πλαστική σακούλα, βρέθηκε ένα μαχαίρι τύπου «πεταλούδα», που έφερε ίχνη αίματος. Σύμφωνα με τον Ιατροδικαστή που προσήλθε στο σημείο, το πτώμα έφερε πολλαπλά τραύματα από νύσσον και τέμνον όργανο στο πρόσωπο και στην τραχηλική χώρα και ο χρόνος θανάτου προσδιορίστηκε 24 ώρες περίπου πριν τη νεκροψία».

Πηγή: Εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος», «Πρώτο Θέμα»

-Ad-