«Το νέο και ολοκληρωμένο πληροφοριακό σύστημα “ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ” θα αποτελέσει τομή στη σχέση πολιτείας, επιχειρήσεων και εργαζομένων, υποστηρίζοντας ταυτοχρόνως τη νέα ανταγωνιστική τροχιά της ελληνικής οικονομίας» αναφέρει ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Γιάννης Βρούτσης, σε γραπτή δήλωσή του.
«Μετά την εμπειρία επτά χρόνων λειτουργίας και παρά το γεγονός ότι η προηγούμενη πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας, την περίοδο από το 2015 έως και τα μέσα του 2019, υποτίμησε ή και υπονόμευσε το ρόλο του ΠΣ “ΕΡΓΑΝΗ”, έχουν ωριμάσει πλέον οι συνθήκες, προκειμένου το στρατηγικό αυτό εργαλείο να αναβαθμιστεί και να γίνει ένα από τα κύρια εργαλεία του ψηφιακού μετασχηματισμού του υπουργείου.
Σε αυτό το πλαίσιο, απευθυνθήκαμε στο τέλος Ιουλίου (λίγες μόλις ημέρες, μετά τις εκλογές) σε όλους τους κοινωνικούς εταίρους σε μία ανοιχτή διαδικασία διαβούλευσης και στην υποβολή προτάσεων» σημείωσε ο κ. Βρούτσης, επισημαίνοντας ότι η υποβολή προτάσεων ολοκληρώθηκε και για την επεξεργασία τους συνεστήθη, στις 10 Οκτωβρίου 2019, Επιτροπή-Ομάδα Εργασίας από υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου, υπό τη Γενική Γραμματέα Εργασίας Άννα Στρατινάκη, προκειμένου να διαμορφώσουν έως τις 10 Νοεμβρίου 2019 μία δέσμη θεσμικών, κανονιστικών και τεχνικών/παραμετρικών αλλαγών, οδηγώντας, εντός του μηνός Νοεμβρίου 2019, σε νομοθετική πρωτοβουλία, στοχεύοντας στην αναβάθμιση, τον εκσυγχρονισμό και την απλοποίηση των διαδικασιών στο πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ», «τη σημαντικότερη οργανωτική καινοτομία στην ιστορία του υπουργείου Εργασίας».
Σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας, η ανάπτυξη του «ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ» θα βασιστεί στους παρακάτω άξονες προτεραιότητας που είναι:
α) Η δραστική απλοποίησή του και η αλλαγή στη σχεδιαστική φιλοσοφία με πυρήνα την ενιαιοποίηση των επιμέρους λειτουργιών και οδηγιών χρήσης, για να αποτελέσει ένα εύχρηστο, οικείο και φιλικό εργαλείο στο χρήστη (εργαζόμενο ή εργοδότη), ακόμη και σε άτομα με αναπηρία.
β) Η κωδικοποίηση και απλοποίηση του σχετικού νομοθετικού και κανονιστικού περιεχομένου (νόμοι, κανονιστικές ρυθμίσεις και εγκύκλιοι) για την καλύτερη εφαρμογή της νομοθεσίας και την απλοποίηση χρήσης του συστήματος.
γ) Η ανάπτυξη και ενσωμάτωση στο σύστημα νέων ψηφιακών λειτουργιών, όπως το ψηφιακό ωράριο και της κάρτας εργασίας.
δ) Η ενίσχυση των επιχειρησιακών και αναλυτικών δυνατοτήτων του για την παροχή ολοκληρωμένης πληροφόρησης στους κοινωνικούς εταίρους, τα ερευνητικά κέντρα και την πολιτεία.
ε) Η βελτίωση της διαλειτουργικότητάς του με άλλες κρίσιμες βάσεις δεδομένων της πολιτείας, ιδίως δε του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) και, κατά συνέπεια, η περαιτέρω αξιοποίησή του ως μέσο σχεδιασμού ορθολογικών και αποδοτικών δημόσιων πολιτικών για την τόνωση της απασχόλησης, τον έλεγχο της αγοράς εργασίας και τη ριζική αντιμετώπιση παθογενών συμπεριφορών, όπως η αδήλωτη, η υποδηλωμένη και η ανασφάλιστη εργασία.
στ) Η αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων και η μείωση του κόστους συμμόρφωσης των εργοδοτών.
Όπως τονίζεται σε σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας, «το πληροφοριακό σύστημα “ΕΡΓΑΝΗ”, ήδη από τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του το 2013, οπότε και “γεννήθηκε” με τη συστηματική καθοδήγηση και την πολιτική βούληση της τότε πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας, έχει κερδίσει την αναγνώριση των παραγωγικών, κοινωνικών και ερευνητικών φορέων, αλλά και των ίδιων των εργαζομένων και εργοδοτών της χώρας.
Αποτελεί μεγάλη μεταρρύθμιση και σίγουρα τη σημαντικότερη ψηφιακή καινοτομία στο πεδίο της παρακολούθησης και ελέγχου της αγοράς εργασίας, ενσωματώνοντας σταδιακά και σε ηλεκτρονική μορφή το σύνολο των θεσμικά προβλεπόμενων στοιχείων ενημέρωσης των φορέων εποπτείας του υπουργείου Εργασίας (Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), ΕΦΚΑ, Οργανισμός Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (ΟΑΕΔ)) από τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ελληνική οικονομία.
Κατ’ αυτό τον τρόπο, το πληροφοριακό σύστημα “ΕΡΓΑΝΗ” χαρτογράφησε πλήρως την αγορά εργασίας, προσφέροντας πολυεπίπεδα οφέλη ως προς τη μείωση των γραφειοκρατικών βαρών στην οικονομία και την εργασία, την ενίσχυση της επιχειρησιακής ικανότητας των ελεγκτικών υπηρεσιών του υπουργείου για τον έλεγχο εφαρμογής της νομοθεσίας και την προστασία των εργατικών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, την αντιμετώπιση της αδήλωτης και ανασφάλιστης εργασίας και, σε κάθε περίπτωση, τη δυνατότητα χάραξης νέων και αποτελεσματικών στρατηγικών πολιτικών για την απασχόληση στη χώρα μας», σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας.