Πριν από όλα, να ξεκαθαρίσουμε κάτι που μπορεί κάποιους να σοκάρει: μας αρέσει-δεν μας αρέσει, στις δυτικές κοινωνίες του 2020 τα media δεν είναι τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από επιχειρήσεις. Εταιρείες, με ένα και μόνο βασικό στόχο.
Όχι, πρωταρχικός στόχος τους δεν είναι να υπηρετήσουν το λειτούργημα της δημοσιογραφίας, τον πυλώνα της Δημοκρατίας που ονομάζεται ενημέρωση. Το κέρδος των μετόχων τους υπηρετούν. Αν υπάρχουν και κάποιες εξαιρέσεις που, μαζί με το κέρδος, σε ορισμένες περιπτώσεις υπηρετούν και τη δημοσιογραφία, είναι ακριβώς αυτό: εξαιρέσεις.
Αρα; Ποιος είναι το πραγματικό αφεντικό των media; Οι χρηματοδότες τους. Μέχρι πριν λίγα χρόνια, έστω και κατά ένα τμήμα, υπήρχαν και οι περιπτώσεις που, όντως, οι αναγνώστες ήταν και χρηματοδότες των media. Με ποιον τρόπο; Αφήνοντας για λίγο τον πολύτιμο καναπέ τους, πηγαίνοντας μέχρι το περίπτερο, βγάζοντας από την τσέπη τους ένα ευρώ και αγοράζοντας την εφημερίδα. Στο εξωτερικό υπάρχουν ακόμη κάποια media συνδρομητικά, όπου όντως ο λήπτης της ενημέρωσης είναι ο χρηματοδότης του μέσου και, άρα, μπορεί να ελπίζει πως αυτό που διαβάζει δεν έχει πλήρως απωλέσει την αντικειμενικότητά του.
Στην Ελλάδα του 2020 νομίζουμε ότι είμαστε τυχεροί. Πως, πλέον, ενημερωνόμαστε δωρεάν από τις ιστοσελίδες και, έτσι, έχουμε γλιτώσει το κόστος της. Αμ δε! Η αλήθεια είναι ότι την ενημέρωσή μας την έχει αγοράσει κάποιος άλλος για μας. Για να το πω καλύτερα: την αγοράζει και πληρώνει το μέσο για να μας τη σερβίρει. Είναι το γνωστό «εσύ είσαι το προϊόν».
Αρα, δεν έχουμε και πολλές ελπίδες η ενημέρωση αυτή να είναι αντικειμενική και να υπηρετεί τα δικά μας συμφέροντα. Να μας δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε τις πλέον συμφέρουσες επιλογές για τους εαυτούς μας, είτε στην καθημερινότητά μας, είτε όταν βρεθούμε μπροστά στην κάλπη. Η ενημέρωση αυτή υπηρετεί τα συμφέροντα κάποιου άλλου. Αυτού που την πληρώνει.
Ποιος πληρώνει και γιατί
Ποιος πληρώνει; Μα, ο διαφημιζόμενος. Ποιος μπορεί να είναι αυτός; Μια μεγάλη εταιρεία. Αλλά και η κυβέρνηση. Που μπορεί να θέλει να μας πείσει πως τα μνημόνια είναι για το καλό μας. Που μπορεί να θέλει να μας πείσει ότι η σύνταξή μας δεν κόπηκε και τόσο πολύ. Και το καταφέρνει. Τέτοια είναι η δύναμη των media. Που πείθει τον κόσμο να μην πιστεύει το υπόλοιπο του τραπεζικού του λογαριασμού… αφού το είπαν στις ειδήσεις. Μπορεί, πάλι, να θέλει να μας πείσει ότι είναι καλύτερο, εν μέσω πανδημίας, να αυξάνεις τον αριθμό των μαθητών ανά τάξη. Και να επιστρατεύει λοιμοξιωλόγους να βγαίνουν στα κανάλια το απόγευμα και να επιστρατεύουν μαθηματικά μοντέλα για να μας πείσουν ότι, τελικά ναι, είμαστε ελέφαντες.
Κάποια στιγμή, μαζί με τον Μάνο Κακλαμάνο, μας ήρθε η τρελή ιδέα να βγάλουμε εφημερίδα. Χωρίς χρηματοδότες, χωρίς φράγκο. Ξέρετε γιατί Το ΧΩΝΙ επιβίωσε και έφτασε να ζήσει 6 χρόνια, όταν άλλες εφημερίδες, με ιδιοκτήτες οικονομικά πολύ ισχυρότερους από εμάς, έκλειναν η μία πίσω από την άλλη; Γιατί, εκείνη την πρώτη Κυριακή που κυκλοφορήσαμε, την 25η Μαρτίου 2012, πουλήσαμε 16.000 φύλλα. Χωρίς ούτε ένα ευρώ διαφήμιση. Γιατί ο κόσμος σηκώθηκε από τον καναπέ, πήγε στο περίπτερο και χρηματοδότησε ο ίδιος την ενημέρωσή του.
Σωτηρία υπάρχει;
Τις προάλλες είχα μια συνάντηση για ένα μεγάλο ρεπορτάζ που ετοιμάζουμε στο newsique.gr. Αφού τελειώσαμε με τη μελέτη των χαρτιών, ο άνθρωπος απέναντί μου με ρώτησε: δηλαδή, δημοσιογράφοι δεν υπάρχουν; Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος μου μετέφερε την αγωνία του: δηλαδή, σωτηρία δεν υπάρχει;
Δεν είμαι βέβαιος αν υπάρχει σωτηρία. Είμαι βέβαιος, όμως, ότι τρόποι να παλέψεις για αυτό που θεωρείς σωστό, για να αφήσεις ένα καλύτερο τόπο στα παιδιά σου στην πραγματικότητα, υπάρχουν.
Λένε πολλοί: να βγεις στα κανάλια να τα πεις. Χαμογελάω όταν το ακούω. Διότι, ναι, εσύ θα βγεις. Και θα ξαναβγείς. Μόνο που, σταδιακά (ή και λιγότερο σταδιακά) μπορεί να νιώσεις μια μοναξιά. Και τι έγινε, θα μου πείτε… αφού εσύ τα λες. Και τι πειράζει που έχεις ένα πάνελ 1 προς 5; Αφού εσύ τα λες… Μόνο που… δεν αναφέρομαι σε αυτή τη μοναξιά, αλλά σε μια άλλη. Σιγά-σιγά (ή και γρήγορα-γρήγορα) μπορεί να διαπιστώσεις ότι οι προσκλήσεις για να βγεις στον αέρα λιγοστεύουν. Κι εκεί που όλοι σε καλούσαν, ξαφνικά σε ξέχασαν. Και σε καλούν λίγοι. Και σπάνια. Αρα; Εσύ μπορεί να θες να τα πεις στα κανάλια, αλλά τα κανάλια δεν θέλουν…
Πάμε πάλι πίσω στο ερώτημα; Δημοσιογράφοι υπάρχουν; Σωτηρία υπάρχει; Εγώ δεν έχω και ιδιαίτερα καλή άποψη για το συνάφι μου και το ρόλο που έπαιξε στην ενημέρωση του κόσμου, ιδιαίτερα στις μεγάλες κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας, τα μνημόνια και την πανδημία. Προφανώς, όχι για όλους. Ούτε όλοι οι ταξιτζήδες είναι καλοί, ούτε όλοι οι ταξιτζήδες είναι κακοί.
Media και social media
Θα το ξαναπώ: Είτε υπάρχει, είτε δεν υπάρχει σωτηρία, υπάρχει τρόπος να δώσεις τη μάχη. Πάντα υπάρχει. Ποιος είναι σήμερα αυτός ο τρόπος; Σίγουρα τα λίγα media που δεν υπηρετούν τυφλά το σύστημα με αποκλειστικό στόχο το προσωπικό τους κέρδος. Αλλά, θέλω να τονίσω το ρόλο των άλλων media. Των social media. Ο δημοσιογράφος μπορεί να θέλει να πει κάτι. Να αποκαλύψει κάτι. Να επισημάνει κάτι. Το μέσο στο οποίο εργάζεται μπορεί να του κόβει το ρεπορτάζ. Τα κανάλια να μην τον καλούν. Τα social media, όμως, είναι εκεί. Αν δείτε τις περιπτώσεις, τον τελευταίο χρόνο, που η εξουσία αναγκάστηκε να πάρει πίσω προκλητικές της αποφάσεις, αναγκάστηκε λόγω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Από την αντίδραση που γιγαντώθηκε στο διαδίκτυο. Κι ας μην έπαιξαν δευτερόλεπτο τα συγκεκριμένα θέματα στα κανάλια.
Μην παρεξηγηθώ. Ούτε τα social media είναι πλήρως ανεξάρτητα. Επιχειρήσεις είναι κι αυτές. Οποιος έχει οικονομική ισχύ μπορεί να παίξει το παιχνίδι του και σε αυτά. Αλλά δεν μπορεί να τα ελέγξει απόλυτα. Στα social media και ο λιγότερο ισχυρός έχει φωνή. Πολλοί μαζί από τους λιγότερο ισχυρούς μπορούν να φωνάξουν. Και να ακουστούν.
Υστερόγραφο…
Μια υποσημείωση. Για τον ρόλο του αναγνώστη. Του λήπτη της ενημέρωσης. Παλιότερα, έλεγα: «δεν φταίει ο κόσμος». Είναι τόση η προπαγάνδα, που ο κάθε άνθρωπος, υπό το βάρος της καθημερινότητας, εκ των πραγμάτων αδυνατεί να ξεχωρίσει την αλήθεια από το υποβολιμαίο. Δυστυχώς, δεν λέω και σήμερα το ίδιο. Όταν έχεις παιδί στο σχολείο και το στέλνουν στην τηλεκπαίδευση τη Δευτέρα πρωί, την Τρίτη αλλάζουν γνώμη και το πάνε απόγευμα (γιατί, δήθεν, βολεύει καλύτερα εσένα, τον γονιό), την Τετάρτη ξανα-αλλάζουν γνώμη και σε τρελαίνουν… ε, με συγχωρείτε: είναι αδιανόητο να περιμένεις από οποιοδήποτε κανάλι να σου πει αν τα έχουν κάνει μπάχαλο ή όχι. Το ζεις στο πετσί σου. Και τη Δευτέρα. Και την Τρίτη. Και την Τετάρτη.
(*) Τοποθέτηση στην εκδήλωση της ΝΕ ΣΥΡΙΖΑ Ανατολικής Αθήνας, με θέμα «Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και Δημοκρατία».