Ήταν 31 Δεκεμβρίου του 1999, όταν ο τότε Ρώσος πρόεδρος Μπόρις Γέλτσιν ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά ότι θα κάνει στην άκρη για να αναλάβει την προεδρία ο πρωθυπουργός του.
«Γιατί να προσκολληθούμε στην εξουσία για ακόμη 6 μήνες, όταν η χώρα έχει έναν ισχυρό ηγέτη που μπορεί να γίνει πρόεδρός της, έναν άνθρωπο στον οποίο σχεδόν όλοι οι Ρώσοι εναποθέτουν τις ελπίδες τους για το μέλλον», δήλωσε ο Γέλτσιν, αναγνωρίζοντας τον πόνο που προκάλεσε στους απλούς Ρώσους η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. «Γιατί να σταθώ εμπόδιο στο δρόμο του;».
Αυτός ο ισχυρός ηγέτης ήταν ένας πολιτικά άγνωστος: ένας πρώην αξιωματικός της KGB ονόματι Βλαντιμίρ Πούτιν. Αυτή την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, όταν ο Πούτιν θα απευθυνθεί στους Ρώσους, θα συμπληρώσει ένα τέταρτο του αιώνα ως ο πρώτος πολίτης της Ρωσίας, τόσο ως πρόεδρος, όσο και ως ισχυρός πρωθυπουργός κατά τη διάρκεια μιας τετραετούς ενδιάμεσης περιόδου.
Καθώς το 2024 πλησιάζει στο τέλος του, η εξουσία του Πούτιν φαίνεται πιο ασφαλής από ποτέ. Στο πεδίο της μάχης στην Ουκρανία, οι ρωσικές δυνάμεις έχουν σημειώσει πρόοδο σε έναν εξοντωτικό πόλεμο φθοράς, προελαύνοντας στην περιοχή του Ντονμπάς. Στο εσωτερικό της χώρας, το πολιτικό τοπίο της Ρωσίας έχει καθαρίσει από τον ανταγωνισμό μετά τον θάνατο του σημαντικότερου ηγέτη της αντιπολίτευσης της χώρας, του Αλεξέι Ναβάλνι.
Και ένα μήνα αφότου ο Ναβάλνι πέθανε σε μια απομακρυσμένη φυλακή βόρεια του Αρκτικού Κύκλου, ο ηγέτης του Κρεμλίνου οδηγήθηκε στην επανεκλογή του σε έναν αγώνα που του επέτρεψε να διεκδικήσει μια συντριπτική εντολή, δίχως να υπολογίζεται το fair play.
Ο Πούτιν μπορεί να προβάλλει αυτοπεποίθηση, αλλά μια νέα αβεβαιότητα καραδοκεί στη γωνία. Ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ διεξήγαγε την προεκλογική του εκστρατεία με την υπόσχεση να τερματίσει τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Και ενώ ο οδικός του χάρτης για τον τερματισμό της σύγκρουσης με διαπραγμάτευση δεν είναι καθόλου προφανής, ο Τραμπ έχει καταστήσει σαφές ένα πράγμα: Επιθυμεί να συμβεί γρήγορα.
«(Είναι) ένα από τα πράγματα που θέλω να κάνω και γρήγορα – και ο πρόεδρος Πούτιν είπε ότι θέλει να συναντηθεί μαζί μου το συντομότερο δυνατό», δήλωσε ο Τραμπ σε πρόσφατη εκδήλωση στην Αριζόνα. «Οπότε, πρέπει να περιμένουμε γι’ αυτό. Αλλά πρέπει να τερματίσουμε αυτόν τον πόλεμο».
Δεν είναι να απορεί κανείς που στη Μόσχα δεν πανηγύρισαν μετά την επανεκλογή του Τραμπ. Ο Πούτιν έχει ποντάρει τα πάντα στον πόλεμο στην Ουκρανία: έθεσε την οικονομία της χώρας του σε πολεμική βάση, σύναψε στενότερες συμμαχίες με τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν για να συνεχίσει να λειτουργεί η πολεμική μηχανή και μπήκε στον κατάλογο καταζητούμενων του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, όλα αυτά για την επίτευξη του μαξιμαλιστικού στόχου της κατεδάφισης της βιωσιμότητας της Ουκρανίας ως κράτους.
Βεβαίως, ο Τραμπ και ο Πούτιν έχουν κάποια κοινά σημεία. Η σύνοδος κορυφής του 2018 στο Ελσίνκι μεταξύ των δύο έδειξε ότι ο Τραμπ ήταν πρόθυμος να καταρρίψει παγιωμένους από καιρό κανόνες στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής, όπως ακριβώς και ο Πούτιν, και ο δεδηλωμένος θαυμασμός του Τραμπ για τον ισχυρό χαρακτήρα του Πούτιν, έχει κάνει τους παρατηρητές των ΗΠΑ να ανησυχούν για αυταρχικές τάσεις στο εσωτερικό. Όμως η ασταθής προσέγγιση του Τραμπ στην εξωτερική πολιτική σημαίνει ότι το Κρεμλίνο ίσως χρειαστεί να προετοιμαστεί για μια απρόβλεπτη διαπραγμάτευση.
Ο επερχόμενος ειδικός απεσταλμένος του Τραμπ για τη Ρωσία και την Ουκρανία, ο απόστρατος αντιστράτηγος του στρατού Κιθ Κέλογκ, παρομοίασε τον πόλεμο με έναν «αγώνα κλουβιού» μεταξύ των δύο χωρών, τον οποίο ο Τραμπ μπορεί να διαιτητεύσει.
«Έχεις δύο μαχητές και θέλουν και οι δύο να κάνουν tap out, χρειάζεσαι έναν διαιτητή για να τους χωρίσει κατά κάποιον τρόπο», δήλωσε στο Fox Business. «Νομίζω ότι ο πρόεδρος Ντόναλντ Τζ. Τραμπ μπορεί να το κάνει αυτό… Νομίζω ότι στην πραγματικότητα έχει κάνει και τις δύο πλευρές πρόθυμες να συναντηθούν – τελικά – και να μιλήσουν».
Το πώς αυτή η αναλογία θα λειτουργήσει στην πράξη είναι ένα ανοιχτό ερώτημα. Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι τις τελευταίες εβδομάδες έχει αλλάξει τη ρητορική του, παραδεχόμενος ότι η Ουκρανία δεν έχει τη δύναμη να ανακτήσει όλα τα εδάφη που έχει χάσει από τη Ρωσία. Και στη διάρκεια των ερωτήσεων και απαντήσεων στο τέλος του έτους, ο Πούτιν εξέφρασε και αυτός την ετοιμότητα για διαπραγματεύσεις, λέγοντας: «Η πολιτική είναι η τέχνη του συμβιβασμού. Πάντα λέγαμε ότι είμαστε έτοιμοι τόσο για διαπραγματεύσεις όσο και για συμβιβασμούς».
Αλλά πέρα από τις κοινοτοπίες, ο Πούτιν έδωσε λίγες λεπτομέρειες – και αφιέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της μαραθώνιας τηλεοπτικής εκπομπής ερωτήσεων και απαντήσεων στο τέλος του έτους για να προβάλλει την υπεροχή του, τόσο προς τους απλούς Ρώσους όσο και προς την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ.
Ο ηγέτης του Κρεμλίνου, για παράδειγμα, αντέκρουσε μια ερώτηση του Keir Simmons του NBC, ο οποίος ρώτησε αν οι ενοχλητικές αποτυχίες στην εξωτερική πολιτική, όπως η πτώση του καθεστώτος του Σύρου προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ, ο οποίος πρόσφατα κατέφυγε στη Ρωσία, σήμαινε ότι θα διαπραγματευόταν από θέση αδυναμίας.
Η απάντηση του Πούτιν ήταν: «Ήρθαμε στη Συρία πριν από 10 χρόνια για να αποτρέψουμε τη δημιουργία ενός τρομοκρατικού θύλακα εκεί, όπως εκείνον που είδαμε σε ορισμένες άλλες χώρες, για παράδειγμα στο Αφγανιστάν. Έχουμε επιτύχει αυτόν τον στόχο, σε γενικές γραμμές».
Η Ρωσία εξακολουθεί να έχει κάποια διπλωματική επιρροή στη Μέση Ανατολή, παρά την κατάρρευση του καθεστώτος Άσαντ.
Η Hanna Notte, διευθύντρια του προγράμματος Ευρασίας στο Κέντρο Μελετών Μη Διάδοσης James Martin, ένα αμερικανικό μη κερδοσκοπικό ίδρυμα, δήλωσε ότι η Ρωσία εξακολουθεί να έχει «διαπραγματευτικά χαρτιά» για τη Συρία, συμπεριλαμβανομένου του καθεστώτος της Μόσχας ως μόνιμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
«Ο ρόλος της Ρωσίας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ – στο οποίο είτε μπορεί να χρησιμοποιήσει το βέτο της είτε όχι – είναι σημαντικός για την HTS (τους de facto κυβερνήτες της Συρίας Hayat Tahrir Al-Sham) όταν πρόκειται για όλα τα είδη των διαδικασιών που σχετίζονται με τη νομιμοποίηση μιας νέας συριακής κυβέρνησης», δήλωσε. «Κάθε είδους διαδικασίες που σχετίζονται, τώρα, με μια πολιτική μετάβαση σε μια περίοδο μετά τον Άσαντ, εάν εμπλέκονται τα Ηνωμένα Έθνη, νομίζω ότι δεν θα θέλατε τους Ρώσους στη λάθος πλευρά αυτού».
Σε ό,τι αφορά την οικονομία, ο Πούτιν επιμένει επίσης σε θετικό περιεχόμενο, ακόμη και όταν οι απλοί Ρώσοι αισθάνονται τον πόνο από τις υψηλές τιμές των τροφίμων και την κατακόρυφη πτώση του ρουβλίου. Αλλά η δυναμική μπορεί να φτάσει μόνο μέχρι ενός σημείου. Σε μια πρόσφατη ανάλυση, η Αλεξάνδρα Προκοπένκο, συνεργάτης στο Carnegie Russia Eurasia Center, μια δεξαμενή σκέψης με έδρα το Βερολίνο, σημείωσε ότι η υπερδιεγερμένη σε καιρό πολέμου οικονομία της Ρωσίας μπορεί να πλησιάζει σε σημείο κρίσης.
«Κάθε μήνας που περνάει εντείνει την πίεση», έγραψε. «Το Κρεμλίνο πλησιάζει σε ένα σημείο καμπής, όπου το κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ κράτους και λαού θα αλλάξει αναπόφευκτα. Οι Ρώσοι καλούνται όλο και περισσότερο να αποδεχθούν την αύξηση της ανισότητας και την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής με αντάλλαγμα τη βραχυπρόθεσμη σταθερότητα και τη συμβολική υπερηφάνεια για την ιδέα ενός «έθνους-φρούριο». Αλλά ακόμη και αυτός ο συμβιβασμός γίνεται όλο και λιγότερο βιώσιμος».
Ο Πούτιν ανήλθε στην εξουσία πριν από 25 χρόνια με την υπόσχεση μιας ισχυρής διακυβέρνησης έπειτα από μια δεκαετία συλλογικών τραυμάτων κατά την εποχή Γέλτσιν. Ο ίδιος και η χώρα του πρέπει τώρα να αντιμετωπίσουν τον Τραμπ σε μια νέα εποχή προβλημάτων.