Μία αποκαλυπτική συνέντευξη αναφορικά με το Κυπριακό, τους χειρισμούς που έγιναν κατά τη Διεθνή Διάσκεψη στο Κραν Μοντανά, αλλά και τις τελευταίες εξελίξεις, παραχώρησε στην OffsiteNews και τον δημοσιογράφο Τέρενς Κουίκ ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, Νίκος Κοτζιάς, στα πλαίσια της εκπομπής «Πρόσωπα».
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κοτζιάς αναφέρεται στις συζητήσεις που έγιναν στο Κραν Μοντανά και ξεκαθαρίζει ποιος ευθύνεται τελικά για το αδιέξοδο και την κατάρρευση της προσπάθειας, εξηγώντας γιατί ο Τσαβούσογλου και η Άγκυρα, έκαναν πίσω για το θέμα των εγγυήσεων το τελευταίο βράδυ.
Στην συνέντευξη, επίσης, αναδεικνύει σημαντικές πτυχές των συζητήσεων που έγιναν στο Κραν Μοντανά, και για πρώτη φορά μιλάει για το πως χειρίστηκε την υπόθεση η ελληνοκυπριακή αντιπροσωπεία.
Ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας τοποθετείται, ακόμη, για την λύση των δύο κρατών, για την συμπεριφορά ελληνικών και ελληνοκυπριακών κύκλων όσον αφορά τον χειρισμό του Κυπρακού, καθώς και για τη σύνδεση του προβλήματος με τις προσπάθειες εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Επιπρόσθετα, τοποθετείται τόσο για τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, όσο και για την Προσωπική του Απεσταλμένη, κα Μαρία Άνχελα Χολγκίν Κουεγιάρ, και για το τι αναμένει από την νέα προσπάθεα, ενώ αποκαλύπτει και ένα άγνωστο περιστατικό που συνέβη με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Νίκο Χριστοδουλίδη, το οποίο, όπως αναφέρει, τον έχει πειράξει και πικράνει.
Ο κ. Κοτζιάς μιλά και για τη στενή του φιλία με τον αείμνηστο Κύπρο Χρυσοστομίδη χαρακτηρίζοντάς τον ως «ένα μεγάλο Κύπριο πατριώτη».
Αναλυτικά η συνέντευξη του κ. Νίκου Κοτζιά στον Τέρενς Κουίκ:
ΕΡ.: Κρατάω στο χέρι μου το βιβλίο του Κύπρου Χρυσοστομίδη «Διεθνές Δίκαιο: Παραβίαση και Παρακμή».
ΑΠ.: Ο Κύπρος Χρυσοστομίδης υπήρξε ένας μεγάλος Κύπριος πατριώτης, ένας έντιμος και δημιουργικός πολιτικός, αλλά πάνω απ’ όλα ένας φίλος, του οποίου η έλλειψη είναι και σήμερα μεγάλη στην Κύπρο.
ΕΡ-ΣΧΟΛΙΟ: Σαν υπότιτλος το βιβλίο λέει «το κράτος ανδρείκελο στην κατεχόμενη Κύπρο». Αναρωτιέμαι κύριε Υπουργέ, πενήντα χρόνια πια από την Τουρκική εισβολή, θα βρεθεί λύση ή πάμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα μέχρι να γίνουμε δύο κράτη;
ΑΠ.: Λύση θα βρεθεί όταν ο κυπριακός λαός ενωμένος, Ελληνοκύπριοι, Τουρκοκύπριοι, Αρμένιοι, Μαρωνίτες και Λατίνοι, αποφασίσουν ότι θέλουν να ζήσουν στην ενωμένη τους πατρίδα, μακριά από ξένη επέμβαση, από κατοχή και δημοκρατικά. Νομίζω ότι συχνά δεν υπάρχει η απαιτούμενη αποφασιστικότητα για κάτι τέτοιο. Δεύτερον, για να έχεις αυτήν την αποφασιστηκότητα και να ικανοποιείς τους στόχους σου, δεν πρέπει να έχει κανένας, ούτε καν συναισθηματικές εξαρτήσεις, από τον ξένο παράγοντα και να πάψει να θεωρεί ότι κάθε αναγνώριση των τετελεσμένων από τις άλλες πλευρές, είναι στοιχείο επιτυχίας ή είναι στοιχείο που πρέπει να το αποδεχτεί ex officio.
Εγώ έκανα την διαπραγμάτευση για το Κυπριακό, όπως και άλλοι μαζί, οι Ελληνοκύπριοι, και κατάλαβα ότι όταν προετοιμάζεις τη διαπραγμάτευση, γιατί θυμίζω ότι είχαμε ετοιμάσει ένα κείμενο για το πως πρέπει να λυθεί το Κυπριακό όσον αφορά τις αρμοδιότητες μας, δηλαδή των Συνθηκών Εγγύησης και της Συμμαχίας. Μ’ αυτό δουλέψαμε με όλους τους παράγοντες που εμπλεκόντουσαν -τον ΟΗΕ, τον Βρετανό Υπουργό Εξωτερικών, που δεν ήρθε ο ίδιος στο Κραν Μοντανά, τα εξηγήσαμε ακόμα και στους Τούρκους- και ήταν η πρώτη φορά που η άποψή μας, μπήκε στο τραπέζι και μάλιστα με την υποστήριξη του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ που είπε ότι το καθεστώς των εγγυήσεων δεν μπορεί να υπάρχει, κόντρα στον Έιντε. Και οι Βρετανοί ακόμα αποδέχθηκαν ότι πρέπει να φύγουν οι εγγυήσεις και με μία μεταβατική διαδικασία να φύγουν και τα κατοχικά στρατεύματα.
Δυστυχώς, αυτά τα κεκτημένα της διεθνούς πτυχής του Κυπριακού, εγκαταλήφθηκαν από όλες τις πλευρές. Η Αθήνα έκανε σαν να μην τα είχε κατακτήσει, δεν ήθελε, δεν ενδιαφέρεται για το Κυπριακό σήμερα. Η Κυπριακή Δημοκρατία, με μία μανία καμιά φορά σε βάρος μου, δεν στάθηκε πάνω σε αυτό το κεκτημένο. Βέβαια ευτυχώς υπάρχουν πατριωτικές δυνάμεις, πολιτικές και άλλες, στην Κύπρο που αυτής της επιτυχίας να αλλάξουμε την ατζέντα και να βάλουμε πάνω στο τραπέζι το θέμα της κατοχής και των εγγυήσεων, το θεωρούν ως το άλφα και το ωμέγα μίας αφετηρίας μίας διαπραγμάτευσης. Δηλαδή, για πρώτη φορά ανατρέψαμε την ιστορική ροή σε κάθε διαπραγμάτευση να χάνουμε ως ελληνισμός θέσεις στο Κυπριακό, βάλαμε την πραγματική ατζέντα του Κυπριακού, η οποία όμως είτε εγκαταλήφθηκε είτε γίνεται αναφορά άψυχα, χωρίς πραγματικό σχέδιο και ψυχή.
Δεν βλέπω κείμενα από την πλευρά του ελληνισμού για το πως θα θέλαμε να λυθεί το Κυπριακό, για ποιο λόγο η λύση που προτείνει η Τουρκία δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή και είναι εκτός διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού δικαίου. Δεν βλέπω μία προεργασία, ώστε να πειστούν οι εμπλεκόμενοι σε μία διεθνή διάσκεψη για το Κυπριακό, φανερή ή μη, με τις θέσεις που πρεσβεύει ο ελληνισμός και όσον αφορά εμάς, την Ελλάδα, τις θέσεις για την εξωτερική πτυχή του Κυπριακού. Άλλωτε μίλαγαν, για κατοχή, άλλωτε την ξεχνάνε, άλλωτε θυμούνται τις εγγυήσεις, δεν καταλαμβαίνουν για ποιες εγγυήσεις γίνεται ο λόγος. Δυστυχώς, ο ελληνισμός δεν βρίσκεται στην καλύτερη φάση της ζωής του.
Ποιος φταίει που τινάχτηκε στον αέρα το Κραν Μοντανά
ΕΡ.: Επειδή βάλατε το θέμα του Κραν Μοντανά. Τελικά γιατί αυτό τινάχτηκε στον αέρα; Φταίει ο Αναστασιάδης, όπως λένε κάποιοι και τα γράφουν σε βιβλία, ή αποχώρησε η τουρκική πλευρά;
ΑΠ.: Καταρχάς, το επιστημονικό παράδειγμα τώρα λέει ότι πρώτοι που πρέπει να γράψουνε και πάνω στους οποίους πρέπει να στηρίζονται οι υπόλοιποι συγγραφείς, είναι αυτοί που ήτανε παρόντες στην διαπραγμάτευση και επίσης να εμπιστεύονται τα πρακτικά, τόσο της Ελληνικής και της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και του ίδιου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ. Εδώ έχουμε το εξής εκπληκτικό φαινόμενο: Με πείσμα, μεγάλο πείσμα, που θα ήταν πάρα πολύ καλό εάν υπερασπίζονταν τα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας με αυτό το πείσμα, πρεσβεύονται οι απόψεις που είχανε οι Τούρκοι όσον αφορά το τι έγινε στο Κραν Μοντανά και με μεγάλο πείσμα κάποιων Κυπρίων που διασυνδέονταν ή ήσαν στις Βρυξέλλες, που έχουνε απόψεις υποχωρητικές απέναντι στον βρετανικό και τον τουρκικό παράγοντα. Είναι εκπληκτικό από την άποψη της επιστήμης. Δηλαδή, οι παίκτες, οι παράγοντες, οι προσωπικότητες που πήραν μέρος στην διαπραγμάτευση και οι μαρτυρίες τους, δεν θεωρούνται στοιχείο πραγματικό. Και έρχονται τώρα κάποιες προσωπικότητες, οι οποίες δεν ήταν στην διαπραγμάτευση, μερικοί μάλιστα δεν ήταν ούτε καν στην Ελβετία εκείνη την εποχή, να επιμένουν ακόμη και απέναντί μου, για το πως έγινε η διαπραγμάτευση.
Το μεγάλο κέρδος της διαπραγμάτευσης, ήταν ότι ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ και εισηγητικά και καταληκτικά, αποδέχθηκε τη θέση μας για κατάργηση των κατοχικών στρατευμάτων και κατάργησή τους, για κατάργηση του καθεστώτος των εγγυήσεων, το οποίο δεν το ανεχόταν ούτε το 1927 η κοινωνία των εθνών όταν η Νορβηγία που ήταν υπό καθεστώς διεθνών εγγυήσεων, ζήτησε να γίνει μέλος της κοινωνίας των εθνών και της ειπώθηκε ότι πρώτα πρέπει να απαλλαγεί από το σύμφωνο και τις συνθήκες εγγυήσεων, που είχε απαλλαγεί ενδιάμεσα η Σουηδία με την οποία συν-βρισκόντουσαν στην κυριαρχία την βασιλική, και μετά να ενταχθεί. Αυτά, με πολλή προεργασία που έγινε και με τις προτάσεις που κάναμε για το πως θα γίνουν αυτές οι διαδικασίες και είναι στο βιβλίο του Υπουργείου Εξωτερικών για την Κύπρο 2015-2018 όλα αυτά τα ντοκουμέντα, τα αποδέχθηκε ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ. Ήταν μεγάλη επιτυχία.
ΕΡ.: Χρονικά ποιος αποχώρησε; Ήταν η κυπριακή πλευρά που είπε «όχι» ή ήταν ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που έφυγε;
ΑΠ.: Ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, κατά τα λεχθέντα από τον ίδιο τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, σε μας σε διμερή συνάντηση, αλλά και μέσα στη Διάσκεψη το τελευταίο βράδυ, έκανε πίσω. Ενώ είχε δεχθεί ότι πρέπει να τελειώνουμε με την κατοχή και τις εγγυήσεις, έκανε πίσω διότι οι Γκρίζοι Λύκοι -πηγαίναν για εκλογές στην Τουρκία και υπήρχε το ζήτημα των συνταγματικών αλλαγών-, έβαλαν βέτο στον Ερντογάν. Ο Ερντογάν του τηλεφώνησε και ο Τσαβούσογλου άλλαξε γραμμή πλεύσης και με την γνωστή τουρκική νοοτροπία του είπε του ΓΓ του ΟΗΕ ότι «αυτά που λες ότι στα είπα, δεν σου τα είπα». Αυτή η συζήτηση επαναλαμβανόταν περίπου, δεν θυμάμαι τώρα, επί 40 λεπτά, που του έλεγε ο ΓΓ του ΟΗΕ «μα Μεβλούτ μου είπες αυτό, συμφώνησες εκείνο, μου έδωσες αυτή τη θέση γραπτώς» και του έλεγε «όχι, εγώ ποτέ». Δηλαδή, το μάζευε με εντολή της Άγκυρας και ο άυπνος για 36 ώρες, ηρωικά διαπραγματευόμενος ΓΓ του ΟΗΕ σηκώθηκε και είπε «ζητώ συγνώμη από τον κ. Τσαβούσογλου, φαίνεται δεν θυμάμαι καθόλου καλά, φαίνεται δεν τον είδα καθόλου, φαίνεται δεν διαπραγματευθήκαμε καθόλου, φαίνεται ότι εγώ έχω καταλάβει λάθος και άρα δεν υπάρχει αντικείμενο διαπραγμάτευσης».
Στο Κραν Μοντανά, έφυγε ο ΓΓ του ΟΗΕ από την στιγμή που είχε απέναντί του ένα κύριο διαπραγματευτή και συμπαθή άνθρωπο για μένα, ο οποίος τον διέψευδε συνεχώς, δεν μπορούσε λοιπόν. Πώς να κάνεις διαπραγμάτευση όταν αυτός που είχε συμφωνήσει μαζί σου, διαψεύδει ότι συμφώνησε; Και θέλω να πω ότι, είχε προηγηθεί η Γενεύη τον Ιανουάριο του 2018 και εκεί ειπώθηκε ψευδώς ότι εγώ σηκώθηκα και έφυγα από την διαπραγμάτευση. Και μάλιστα ειπώθηκε από άθλιους Κυπρίους, Ελληνοκύπριους, ενώ η αλήθεια, η οποία είναι γραμμένη σε ντοκουμέντα, είναι ότι ο Τσαβούσογλου με το επιχείρημα ότι έπρεπε να φύγει λόγω των συνταγματικών αλλαγών και του Συριακού, έφυγε πρωί-πρωί στις 6 η ώρα το πρωί, που ήταν η δεύτερη μέρα της διαπραγμάτευσης το Σάββατο το πρωί και πήγε στην Άγκυρα και υπάρχει δήλωσή του από την Άγκυρα πως «έπρεπε να φύγω, γιατί είχα αυτά τα δύο πράγματα». Δηλαδή, ο ίδιος ο Τσαβούσογλου λέει ότι «έφυγα εγώ» και οι με πάθος μισούντες τους ανθρώπους που παλεύαν για την Κύπρο σαν κι εμένα κύκλοι, εντός της Κύπρου, λέγανε ότι έφυγα εγώ και έκανα τότε μία δήλωση, κάλεσα όλους τους δημοσιογράφους που ήταν ακόμη στη Γενεύη, και είπα «όπως βλέπετε εγώ είμαι εδώ, δεν έχω φύγει. Ήρθα να διαπραγματευτώ τη δεύτερη μέρα και εδώ είναι και η ανακοίνωση του κ. Τσαβούσογλου, ο οποίος την ώρα που ήταν να ξεκινήσει η διαπραγμάτευση στην Γενεύη δεύτερη μέρα, βρίσκεται ήδη στην Άγκυρα». Μιλάμε δηλαδή για απίθανους Κύπριους, οι οποίοι ούτε τις παραδοχές των Τούρκων δεν αναγνωρίζουν ως αλήθεια και κατασκευάζουν μετά αλήθειες, στις οποίες μετά συνέβαλε, δυστυχώς, ο νυν Υπουργός Εξωτερικών της Νορβηγίας, Έιντε ο οποίος είχε μία φιλοτουρκική αντίληψη των πραγμάτων, την οποία υιοθετούσανε κύκλοι στην Ελλάδα και κύκλοι στην Κύπρο. Είναι απίστευτο.
Με προκάλεσε ο Αναστασιάδης, αλλά δεν θα μιλήσω για τους χειρισμούς του
ΕΡ.: Με αυτά που μου λέτε σημαίνει ότι αίρεται και η όποια καχυποψία υπήρχε για λανθασμένους χειρισμούς σε αυτό το τελευταίο στάδιο και στον Πρόεδρο Αναστασιάδη.
ΑΠ.: Δεν θα μιλήσω για τους χειρισμούς του κ. Αναστασιάδη, παρόλο που με προκάλεσε με κακές δηλώσεις συγκρίνοντάς με άλλους ανθρώπους. Ότι οι άλλοι είναι πιο αποτελεσματικοί από μένα και αναρωτιέμαι τι ακριβώς εννοούσε. Θέλω να πάω στον τάφο μου και να μην μιλήσω και να μην δυσκολέψω ή αδυνατίσω τη θέση της κυπριακής πλευράς, γιατί όπως ξέρετε μεγάλη αγάπη, ο έρωτας μου στην πολιτική, από το 1963 που ως μαθητής της Α Γυμνασίου έφαγα άγριο ξύλο από την Ελληνική Αστυνομία τότε του Καραμανλή, είναι η Κύπρος και δεν μπορώ ούτε να την πειράξω ποτέ. Πρέπει να πω ότι, ως Υπουργός όλα αυτά τα χρόνια και μετά, έμεινα με την απορία: Πώς υπάρχουν Κύπριοι που δεν αγαπούν και δεν έχουν τη διάθεση να παλέψουν για τα δίκαια της χώρας τους, όπως έχουμε εμείς που εντασσόμαστε στον υπόλοιπο ελληνισμό.
ΕΡ.: Επειδή το πράγμα αμέσως μετά ξέφυγε και πήγε σε ένα χαρτί που κατατέθηκε και απ’ ό,τι αντιλαμβάνομαι το έχει μέσα στον φάκελο του πια ο Γκουτέρες, δηλαδή η θέση της Τουρκίας για τα δύο κράτη, πιστεύετε ότι αυτό μπορεί να ευδοκιμήσει;
ΑΠ.: Κοιτάξτε, η Τουρκία κάνει μία επιθετική πολιτική. Προκαλεί. Και την λύση των δύο κρατών την έχει ακούσει και εκτός τουρκικής διπλωματίας κι από άλλους κύκλους, οι οποίοι κάποτε θα πρέπει να μας εξηγήσουν δημόσια γιατί είχανε τέτοιες γνώμες.
ΕΡ.: Ποιοι είναι αυτοί οι κύκλοι;
ΑΠ.: Δεν πρόκεται να ανοίξω τέτοια συζήτηση.
ΕΡ.: Μιλάμε για κύκλους εντός του ελληνισμού ή εκτός της επικράτειας της Κύπρου και της Ελλάδας;
ΑΠ.: Δεν θα ανοίξω αυτό το κεφάλαιο. Είναι από τα θέματα που νομίζω ότι καλό είναι να τα πάρω εκεί που θα ηρεμήσω από όλα τα προβλήματα της ζωής μου.
Για τα δύο κράτη η Τουρκία προκαλεί, διότι οι Ελληνοκύπριοι και οι κύκλοι στην Κύπρο πρώτον θέλουν πάσει θυσία -τους εκβιάζουν οι Τούρκοι λέγοντας τις πιο ακραίες μορφές λύσης, μετά τρομοκρατημένοι λένε «πω πω αυτή η ακραία μορφή λύσης, πρέπει να δεχθούμε λοιπόν την υποχώρηση που μας απαιτεί ο τάδε ξένος ή η ίδια η Άγκυρα» και χάνουν την ψυχραιμία τους.
Η Τουρκία γνωρίζει καλά ότι, εάν προχωρήσει σε μία τυποποίηση της διχοτόμησης, γιατί διχοτόμηση υπάρχει κι εγώ τρελαίνομαι όταν διαβάζω θα γίνει διχοτόμηση γιατί διχοτόμηση υπάρχει de-facto. Την έχουν διχοτομήσει γεωγραφικά, την έχουνε σε κατοχή την Κύπρο και θέλουν να την νομιμοποιήσουν και να την τυποποιήσουν αυτή την διχοτόμηση και για αυτό εμείς πρέπει να παλεύουμε ενάντια σε αυτή την ολοκλήρωση αυτού του σχεδίου. Και θέλω να ξαναπώ ότι η Τουρκία γνωρίζει ότι εάν προχωρούσε στα δύο κράτη, τότε το πρόβλημά της το πραγματικό, το γεωπολιτικό, γεωστρατηγικό θα μεγάλωνε, γιατί η πατρίδα Ελλάδα θα ήταν υποχρεωμένη να στηρίξει με διαφορετικό άμεσο και μαζικό τρόπο την Κυπριακή Δημοκρατία, που επίσης πρέπει να πω, καλά είναι να ξοδέψει και κανένα ποσό για την άμυνά της παραπάνω, διότι δεν είναι δυνατόν είτε να στηρίζεται στην άμυνα προερχόμενη από την Ελλάδα είτε να θεωρεί ότι υποκατάστατο της άμυνας είναι οι διαπραγματεύσεις. Οι διαπραγματεύσεις είναι πετυχημένες, αν ο ίδιος νιώθεις ότι έχεις καλό αμυντικό σύστημα.
Το λέω σκληρά, δεν το είχα ξαναπεί αυτό που σας λέω, αλλά με ειλικρίνεια θέλω να δω ποιος είναι ο βαθμός υπεράσπισης της ενιαίας Κυπριακής Δημοκρατίας μακριά από διχοτομικά σχέδια, μακριά από κατοχή και από συστήματα εγγυήσεων. Νομίζω πάνω σε αυτά τα αισθήματα, της υποχωρητικότητας και του φόβου, παίζει η Τουρκία.
Η κάθοδος Χολγκίν και οι προοπτικές
ΕΡ.: Το επόμενο ερώτημα κ. Υπουργέ έχει να κάνει με το τι μπορεί να προσφέρει η πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Κολομβίας, η κ. Κουεγιάρ, η οποία διορίστηκε τελικά ως η Απεσταλμένη του ΓΓ του ΟΗΕ, εάν θα μπορέσει να ξεκολλήσει αυτή την ιστορία και με έναν Απεσταλμένο στην Κύπρο, που είναι και Επικεφαλής της ΟΥΝΦΙΚΥΠ, ο οποίος δεν έχει τηρήσει και τόσο ουδέτερη στάση;
ΑΠ.: Καταρχάς υπάρχει μία παραδοσιακά λανθασμένη τακτική απέναντι στον ΟΗΕ, είναι που αποτέλεσμα αυτής της υποχωρητικότητας και αυτού του φόβου. Δηλαδή, ο ΟΗΕ προτείνει έναν εκπρόσωπό του, έναν Απεσταλμένο του, ένα Αντιπρόσωπό του, ένα Διαπραγματευτή, ανάλογα με το σε ποια φάση θεωρεί ότι βρίσκεται το ζήτημα. Οι Τούρκοι κάνουν επιλογή. Λένε «αυτόν δεν τον θέλουμε, δεν θέλουμε τον δεύτερο, δεν θέλουμε τον τρίτο». Όταν τους κάτσει κάποιος που τους κάνει ή έχουν επηρεάσει το σύστημα λήψης απόφασης από τον ΟΗΕ, τότε τους κάνει, αλλά αυτός τους χρωστάει πράγματα. Η ελληνική και η ελληνοκυπριακή πλευρά, δηλαδή και η Κυπριακή Δημοκρατία και η Ελλάδα, δεν έχουν τέτοια διαπραγματευτική στάση, διότι υπάρχει ένας φόβος σε ορισμένους κύκλους ότι πρέπει να δεχτούμε ό,τι έρθει, το οποίο δεχόμαστε ό,τι έρθει, αφού συμφωνήσει η Τουρκία πρώτα, και μετά να δούμε τι να κάνουμε. Σας αναφέρω ως παράδειγμα τον Έιντε. Πολύ-πολύ αξιόλογος άνθρωπος. Έχει γράψει και ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο για τις διαπραγματεύσεις, το οποίο το παραβίαζε. Εγώ το είχα διαβάσει και το είχα πάντα μαζί μου και του έλεγα «άλλα λες εδώ για τέτοιου είδους ζητήματα». Λοιπόν, δέχθηκε η ελληνοκυπριακή πλευρά τον Έιντε. Εν τέλει πρέπει να καταλήξει ότι έκανε λάθος. Αν δεν έκανε λάθος στο πρόσωπο, γιατί είδα και τον κ. Αναστασιάδη που έκανε κριτική στον Έιντε και αναρωτιόταν αν έπρεπε να τον δεχτούμε. Έπρεπε να είχε βγάλει και συμπέρασμα, ότι δεν έχει μόνο η Τουρκία το δικαίωμα της απόρριψης εκπροσώπων του ΟΗΕ και της αναζήτησης κάποιου που τους κάνει καλύτερα.
Τώρα, η πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Κολομβίας, την οποία είχαμε την χαρά να την φιλοξενήσουμε για ένα τριήμερο στην Αθήνα, να κάνουμε εκτεταμένες συνομιλίες και μάλιστα αφιερώσαμε χρόνο και για το Κυπριακό. Είναι ένας Υπουργός Εξωτερικών με μεγάλες εμπειρίες και με πολύ φιλική διάθεση απέναντι στην Ελλάδα. Μάλιστα, όταν εγώ ταξίδεψα στην Κολομβία τελευταία φορά, δύο μήνες πριν παραιτηθώ και υπήρξαν προβλήματα στα σύνορα με τις αποσκευές κλπ, την πήρα τηλέφωνο και μας το έλυσε αμέσως.
Θα πρέπει, λοιπόν, κατά την γνώμη μου, αυτό που εμείς πρώτα κάναμε, να έχουν -κι ελπίζω να το κάνουνε- επαφή μαζί της ήδη, να την ενημερώνουνε, να της διοχετεύουν υλικά, επιχειρήματα και απόψεις, και να μην περιμένουν να την δουν όταν θα είναι με σχεδόν έτοιμες απόψεις.
Εγώ θυμάμαι πολύ καλά ότι ακόμη και αυτόν τον Τραμπ, τον είχαμε καλέσει πριν καν εκλεγεί στο συνέδριο των Ρεπουμπλικάνων να έρθει στην Ελλάδα για συζητήσεις. Τον είχα καλέσει εγώ με επιστολή μου, αφότου είχα πάρει άδεια από τον Πρωθυπουργό της χώρας, τον Αλέξη Τσίπρα. Πήγα και τους είδα τον Οκτώβρη λίγο πριν τις εκλογές. Μετά πήγα τον Ιανουάριο, δέκα μέρες πριν ορκιστούνε -και μάλιστα από εκεί πήγα κατευθείαν στις διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό στη Γενεύη-, και τους είδα και τους έβαλα τα ζητήματα και για αυτό -δεν λέω για τον Τραμπ που είχε φιλίες γιατί έκανε μπίζινες μαζί με τον Ερντογάν από πολλά χρόνια πριν- το στίγμα της εξωτερικής τους πολιτικής, είχαμε κάνει συζητήσεις οι οποίες ήταν εξ αρχής υποστηρικτικές για την Κύπρο και ο Πομπέο ήταν και ο άνθρωπος που διαμήνυσε στους Τούρκους να μην κάνουνε στρατιωτικές προκλήσεις στην Κύπρο.
Φοβάμαι ότι αυτή η προεργασία δεν γίνεται. Οι άνθρωποι πέφτουνε στην παγίδα ή τους πέφτουνε σαν τα κοράκια πάνω τους για να τους κερδίσει κάθε πλευρά με το μέρος της. Υπάρχει μία παράδοση λοιπόν που εμείς ό,τι μας στείλουν το δεχόμαστε, εμείς δεν πέφτουμε από δίπλα του να του εξηγήσουμε και αντίθετα κάποιοι Ελλαδίτες και κάποιοι Ελληνοκύπριοι, πέφτουν από δίπλα στις κυβερνήσεις τους, προκειμένου να υποχωρήσουν και να παραδεχτούνε και να αποδεχτούνε αυτό που έχουν περάσει οι Τούρκοι. Μιλάμε και πάλι για έναν τρόπο που δεν έχει και δεν προσιδιάζει με τα εθνικά μας συμφέροντα. Θέλει προσοχή. Ελπίζω λοιπόν η κυπριακή Κυβέρνηση να βρίσκεται ήδη σε συζήτηση μαζί της και να της παρέχει τις απαραίτητες ιστορικές γεωπολιτικές και πολιτικές πληροφορίες, για να κατανοήσει ένα πολύπλοκο και δύσκολο πρόβλημα.
ΕΡ.: Δηλαδή, με βάση και τα τελευταία λεγόμενά σας, έχετε κάποιες επιφυλάξεις για το πώς χειρίζεται το Κυπριακό η Κυβέρνηση Χριστοδουλίδη;
ΑΠ.: Όχι, είπα τι δεν γνωρίζω και τι θα συμβούλευα με την πείρα μου να γίνει. Αν γίνεται, χαρά μου μεγάλη. Αν δεν γίνεται, ας το ακούσουνε έστω και τώρα. Δεν ξέρω, δεν ανακατεύομαι. Ακόμη και άνθρωποι που θέλουν να μου δώσουν πληροφορίες δεν θέλω. Δεν συναντάω κανένα. Τον κ. Χριστοδουλίδη ήλπιζα να τον συναντήσω όταν είχε έρθει στο νησί μου την Αλόννησο το καλοκαίρι. Του έδωσα πρόσκληση για καφέ, για φαί, αρνήθηκε να έρθει σε επαφή μου. Κατάλαβα ότι είχε μία ανησυχία μην τον παρεξηγήσει ο κ. Μητσοτάκης γιατί συνομιλεί με έναν αριστερό Υπουργό Εξωτερικών ή μήπως άλλες δυνάμεις, π.χ. οι Βρετανοί, φοβηθούν ότι θα πάει σε μία σκληρή διαπραγμάτευση, στην οποία ο ίδιος να μην έχει καταλήξει ακόμα και που σηματοδοτείται και συμβολίζεται με μένα. Μία φορά αυτό δεν ήταν ευγενικό και να το ακούσει ο κυπριακός λαός, να έρχεσαι στο χωριό μου, να βλέπεις από δημάρχους και παρατρεχάμενους και να μην μου επιτρέπεις να σε φιλοξενήσω για δύο ώρες, που σε παρακάλεσα και προετοιμάστηκα.
«Το Κυπριακό είναι ένα πρόβλημα που στην μήτρα του γράφει και Ελληνική Χούντα»
ΕΡ.: Το τελευταίο ερώτημα έχει να κάνει με τα ελληνοτουρκικά, αλλά σε σχέση με την Κύπρο. Υπάρχει η εντύπωση πως η ελληνική κυβέρνηση προχωράει τις ελληνοτουρκικές διαδικασίες μέσω ΜΟΕ, μέσω συζητήσεων με Μπλίνκεν, με οτιδήποτε, αφήνοντας στην άκρη λίγο-πολύ την Κύπρο και το Κυπριακό. Τί λέτε;
ΑΠ.: Υπάρχει μία πολιτική αντίληψη σε κύκλους της Αθήνας και της κυβέρνησης, ότι το Κυπριακό είναι ένα βάρος και ότι το Κυπριακό μας εμποδίζει την κουβέντα με τους Τούρκους στο να λύσουμε τα ελληνοτουρκικά προβλήματα. Εδώ γίνονται πολλαπλά λάθη. Πρώτα απ’ όλα το Κυπριακό δεν οφείλεται μόνο στους Κύπριους ως πραξικοπηματίες. Οφείλεται στην Χούντα εκείνης της εποχής που δυστυχώς δεν καταφέραμε να την ρίξουμε έγκαιρα για να αποτρέψουμε το έγκλημα σε βάρος της Κύπρου. Οφείλεται στο ότι αποδυναμώσανε την Κυπριακή Δημοκρατία με απόσυρση στρατού ελληνικού από την Κύπρο, όπως κάνουν τώρα με τα βαρέα όπλα από τα ελληνικά νησιά. Το πραξικόπημα το στήριξε η Χούντα των Αθηνών και ξέρουμε πρόσωπα και πράγματα. Άρα δεν είναι ένα πρόβλημα που το δημιούργησαν κάποιοι μόνοι τους και πάνε να μας το φορέσουνε. Είναι ένα πρόβλημα που στην μήτρα του γράφει και Ελληνική Χούντα, γράφει Αθήνα.
Το δεύτερο είναι ότι έχουν μία αντίληψη περί Ελλάδος και Κύπρου από την οποία έχουν αφαιρέσει την γενική έννοια και κατηγορία, ελληνισμό. Και αποδεικνύεται η Κυβέρνηση των Αθηνών πολύ λίγη για να αντιληφθεί -πέρα από τα τερτίπια της περί ψήφου των αποδήμων κλπ- και να κατανοήσει ότι το Κυπριακό συνδύεται άμεσα με όλο το τόξο της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου και κάθε υποχώρηση σε ένα σημείο αυτού του τόξου καταγράφεται με ενδιαφέρον από την Τουρκία και αξιοποιείται στην διαπραγμάτευση άμεσα ή στο μέλλον. Δεν μπορείς να αποσυνδέσεις το Κυπριακό από τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Ασφαλώς η Κύπρος είναι μία ανεξάρτητη, κυρίαρχη χώρα και έτσι την θέλουμε να είναι και ενωμένη και όχι διχοτομημένη, αλλά από την άλλη είμαστε ακόμη μία εγγυήτρια δύναμη της Κύπρου και πρέπει να παίζουμε τον θετικό μας ρόλο. Προσωπικά, όπως έχω πει, η Ελλάδα πρέπει να εγκαταλείψει τον ρόλο της εγγυήτριας χώρας, όχι από μόνη της, αλλά μαζί με την Τουρκία και τους Βρετανούς. Αυτά είναι υπολείμματα αποικιοκρατικού καθεστώτος. Δεν υπάρχουν κυρίαρχα και ανεξάρτητα κράτη στον 21ο αιώνα στα οποία υπάρχουν εγγυητές. Αυτά πρέπει να τελειώνουν.
ΕΡ.: Με λίγα λόγια η Κύπρος κείται μακράν ή όχι της Ελλάδας;
ΑΠ.: Για ορισμένους στην Αθήνα που βρεθήκαμε και σε υπεύθυνες θέσεις, βρίσκεται όσο πιο κοντά γίνεται μέσα στην καρδιά μας και στην ψυχή μας και στο μυαλό μας. Για ορισμένους άλλους που τα ελληνοτουρκικά δεν τα βλέπουν ως μία υπόθεση του ελληνισμού γεωστρατηγικής και γεωπολιτικής, αλλά ως μια υπόθεση μπίζνες και πως θα διασφαλίσουνε εταίρους στους Έλληνες ολιγάρχες και μάλιστα στον ρόλο του μικρού εταίρου απέναντι στους Τούρκους ολιγάρχες. Για αυτούς η τσέπη τους είναι κοντά με την Τουρκία και το μυαλό, η ψυχή και η καρδιά τους πολύ μακριά από την Κύπρο.
Δείτε το βίντεο με τη συνέντευξη του Νίκου Κοτζιά: