Ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, σε σημερινή του συνέντευξη στον τ/σ «Open» τόνισε ότι τηρώντας όλα τα απαραίτητα μέτρα που προτείνει η ιατρική κοινότητα και το υγιειονομικό επιτελείο, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να μένουν σιωπηλοί.
«Ο κόσμος δεν μπορεί να μην διεκδικεί αυτό το διάστημα, οργανώνουμε αυτήν την πάλη, έχουμε ήδη δει να οργανώνονται Μέρες Δράσης από σωματεία εργαζομένων, άλλους φορείς, με συγκεκριμένο προσανατολισμό και τήρηση όλων των μέτρων» είπε, προσθέτοντας «δεν μπορούμε να μένουμε σιωπηλοί, ούτε άπραγοι, αύριο από τις 11.00 το πρωί έως τις 5.00 το απόγευμα σε σειρά εργασιακών χώρων γίνονται στάσεις εργασίας από τους εργαζόμενους, συμπαραστεκόμαστε σε αυτόν τον αγώνα, αυτά που διεκδικούν είναι απαραίτητα: λήψη μέτρων υγείας, προσλήψεις νοσηλευτών, άνοιγμα ΜΕΘ, επαρκείς υποδομές γιατί δεν τελειώνουμε με τον κορονοϊό».
Ο Δ. Κουτσούμπας είπε ότι τα μέτρα για τα εργασιακά «έρχονται για να μείνουν» και υπογράμμισε ότι «αύριο, αυτό που θέτουν οι εργαζόμενοι μέσω των σωματείων τους είναι ότι πρέπει να τελειώσει η ιστορία με την απληρωσιά, τις απολύσεις, την εκ περιτροπής εργασία, τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, με το χτύπημα στη συνδικαλιστική οργάνωση και στη συνδικαλιστική ελευθερία και δράση μέσα στους χώρους δουλειάς».
Επισήμανε ότι τα μέτρα που ελήφθησαν με τις ΠΝΠ «είναι μνημονιακά μέτρα» και πρόσθεσε ότι αυτά τα μέτρα που παίρνονται τώρα περιλαμβάνονταν -ήδη πριν την πανδημία- στους βασικούς οικονομικούς και πολιτικούς στόχους, της ΕΕ, των κυβερνήσεων και του ΣΕΒ.
«Είναι βεβαιότητα ότι επιδίωξή τους είναι η μόνιμη κατοχύρωση των μέτρων» τόνισε, υπενθυμίζοντας ότι «και τα μνημόνια ήλθαν για την περίοδο της κρίσης, αλλά ενώ τα δύο τελευταία χρόνια είμαστε σε ρυθμούς ανάκαμψης και καπιταλιστικής ανάπτυξης, οι χιλιάδες αντεργατικοί νόμοι όχι μόνο έμειναν, αλλά προστίθενται και καινούργιοι με αφορμή τον κορονοϊό».
Είπε ότι οι εργαζόμενοι όχι μόνο πρέπει να είναι σε εγρήγορση και ετοιμότητα, αλλά «πρέπει τώρα να πάρουμε μέρος και να κινητοποιούμαστε και αύριο, Μέρα Δράσης για τα εργασιακά ζητήματα, και την Πρωτομαγιά».
«Τηρώντας όλα τα απαραίτητα μέτρα προστασίας, όμως δεν μπορεί να μείνουμε σιωπηλοί, πρέπει είτε από το σπίτι οι ευπαθείς ομάδες, είτε στο δρόμο εκεί που θα καλέσουν τα συνδικάτα συντεταγμένα να διαδηλώσουν» είπε, προσθέτοντας πως «μιλάμε για συμβολικές διαμαρτυρίες και στο κέντρο της Αθήνας και σε άλλες πόλεις και σε συνοικίες της Αθήνας».
Υπογράμμισε ότι είναι ανεπίτρεπτο να απαγορευθεί κάτι τέτοιο και πρόσθεσε ότι «πρέπει να συνταχθούν όλες οι πολιτικές δυνάμεις, όλες οι συνδικαλιστικές οργανώσεις με αυτή τη λογική και αυτήν την άποψη».
Σχολιάζοντας την «μεγάλη φασαρία» με αφορμή τη συναυλία της Πρωτοψάλτη σημείωσε, καταρχήν, ότι «έγινε παραπάνω φασαρία απ’ ότι χρειάζεται για το συγκεκριμένο», τονίζοντας ότι η μεγαλύτερη φασαρία πρέπει να γίνεται για τα ζητήματα εκπαίδευσης, υγείας και εργασιακών σχέσεων.
Είπε ότι «και αυτό ήταν δείγμα της κυβερνητικής υποκρισίας», καθώς από τη μια η κυβέρνηση «εκτοξεύει μύδρους και στέλνει αστυνομικές δυνάμεις κατά γιατρών, νοσηλευτών και εργαζομένων όταν διαμαρτύρονται και διεκδικούν για να μείνουν όρθιοι και δυνατοί και λέει ότι συνωστίζονται» και από την άλλη, «βλέπουμε να συνωστίζεται ο κ. πρωθυπουργός ή άλλα κυβερνητικά στελέχη με αφορμή την -πολύ καλή κατά τα άλλα- ενέργεια της κ. Πρωτοψάλτη».