«Το ΚΚΕ αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει αυτό το θέμα της ψήφου των αποδήμων χωρίς τακτικισμούς, με στόχο την εξεύρεση μίας λύσης, που θα διευκολύνει τους Έλληνες που εργάζονται ή σπουδάζουν στο εξωτερικό, που έχουν δεσμούς με τη χώρα και πιθανόν την ελπίδα επιστροφής τους σ’ αυτήν, να ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα από τον τόπο διαμονής τους» δήλωσε ο γενικός γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, στην αποψινή του ομιλία στη Βουλή.
Επισήμανε ότι ανεξάρτητα από την θετική ψήφο του ΚΚΕ και την σύμπτωση με άλλα κόμματα στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, η στάση αρχών του ΚΚΕ «διέφερε ριζικά από τη στάση που κράτησαν από την αρχή οι άλλες πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες έδιναν την εντύπωση ότι κυρίως μετρούσαν τις ψήφους των αποδήμων ως “κουκιά”, για να καθορίσουν τη στάση τους. Και είτε επεδίωκαν, με αφορμή την ψήφο των αποδήμων, μια τεχνητή υπερδιόγκωση του εκλογικού σώματος, όπως έκαναν βασικά η ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ, είτε κρύβονταν πίσω από αμφιλεγόμενα κι επικίνδυνα σχήματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, αρνούμενος ουσιαστικά αυτό το δικαίωμα για τους απόδημους Έλληνες».
Πρόσθεσε ότι το ΚΚΕ δεν θα επιτρέψει να κρυφτούν πίσω από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο οι μεγάλες ευθύνες αυτών των πολιτικών δυνάμεων, ιδιαίτερα της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ και του ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ «και για το γεγονός ότι αυτοί οι άνθρωποι διώχθηκαν από τη χώρα εξαιτίας της πολιτικής τους και του αντιλαϊκού δρόμου που ακολούθησαν όλοι τους και για το ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν επιστρέφουν στην Ελλάδα παρά τους “πανηγυρισμούς” για την “ανάπτυξη” και το “καλό οικονομικό κλίμα”».
Χαρακτήρισε «σταγόνα στον ωκεανό των 500.000 που έχουν εγκαταλείψει τη χώρα στα χρόνια της κρίσης» την επιστροφή 500 όλων κι όλων «για να δουλέψουν με καλό μισθό τον οποίο επιδοτείτε κατά 70%», προσθέτοντας «αν αποφασίσουν να γυρίσουν πίσω, αυτό που τους περιμένει είναι η “ευελιξία” για 6 στις 10 θέσεις εργασίας και ένας μέσος μισθός 409,21 ευρώ για τη μερική απασχόληση, που αφορά πλέον 700.000 εργαζόμενους».
Επισήμανε ότι οι μεγάλες ευθύνες των συγκεκριμένων πολιτικών δυνάμεων αφορούν και τη ζωή αυτών των ανθρώπων στις χώρες διαμονής τους, ιδιαίτερα για ζητήματα εκπαίδευσης, φορολογίας και άλλα, που δείχνουν τη διαχρονική εγκατάλειψή τους από το ελληνικό αστικό κράτος.
Επέρριψε ευθύνες σε αυτές τις πολιτικές δυνάμεις και για το ότι δεν έκαναν πράξη την δυνατότητα να ψηφίζουν οι Έλληνες του εξωτερικού και από τις χώρες διαμονής τους «γιατί αντιμετώπιζαν αυτούς τους ανθρώπους αποκλειστικά και μόνο ως εκλογική πελατεία στον μεταξύ τους ανταγωνισμό».
«Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες μετανάστες στη σχέση τους με το ελληνικό κράτος δεν οφείλονται σε έλλειμμα εκπροσώπησης. Οφείλονται κυρίως σε έλλειμμα πολιτικής βούλησης.
Και η διευκόλυνση που δίνει ο σημερινός υπό ψήφιση νόμος, όσον αφορά την άσκηση του εκλογικού τους δικαιώματος, πρέπει να αξιοποιηθεί και για να τιμωρηθούν εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που ευθύνονται και για την ξενιτιά τους και για την εγκατάλειψή τους όλα αυτά τα χρόνια» πρόσθεσε.
Αναφέρθηκε στους τρείς βασικούς άξονες της πρότασης του ΚΚΕ -ύπαρξη πραγματικών οικονομικών και κοινωνικών δεσμών με την Ελλάδα, ύπαρξη ενός ανώτατου χρόνου απουσίας ή ενός ελάχιστου χρόνου παρουσίας στη χώρα και αυτοπρόσωπη παρουσία σε εκλογικά τμήματα του εξωτερικού, εγγύηση της μυστικότητας και εγκυρότητας της ψήφου και κυρίως εγγύηση ουσιαστικής πολιτικής συμμετοχής σε μια εκλογική διαδικασία- σημειώνοντας ότι αυτές οι προτάσεις και καλύπτουν όσους έφυγαν και διαμορφώνουν ένα εκλογικό σώμα που προσομοιάζει με τις συνθήκες ζωής του ελληνικού λαού στο εσωτερικό, αλλά και στις ειδικές και δύσκολες συνθήκες της μετανάστευσης και δεν συνιστούν ούτε περιορισμό, ούτε απώλεια του εκλογικού δικαιώματος.
Είπε ότι το ΚΚΕ έθεσε κάποια αναγκαία κριτήρια «ώστε να αποτραπεί η αλλοίωση του εκλογικού σώματος με ψηφοφόρους, που ενδεχομένως δεν έχουν ούτε γνώση της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας, ούτε έχουν πραγματικούς και ουσιαστικούς δεσμούς με τη χώρα και κυρίως δεν υφίστανται τις συνέπειες των όποιων πολιτικών τους επιλογών».
Ανέφερε ότι ο κίνδυνος αλλοίωσης του εκλογικού σώματος ήταν υπαρκτός, γιατί στο ελληνικό Δίκαιο ιθαγένειας «κυριαρχεί ακόμη και σήμερα το αναχρονιστικό “δίκαιο του αίματος”, το οποίο κανένα κόμμα -πλην ΚΚΕ- δεν έχει θέσει και δεν θέτει ζήτημα αλλαγής του».
Πρόσθεσε ότι η ύπαρξη κριτηρίων είναι προς το συμφέρον και των ίδιων των απόδημων «γιατί μπορεί να φανταστεί και να σκεφτεί κανείς τι ζημιά μπορεί να προκληθεί αν αποδειχθεί ότι η έκβαση εκλογικών μαχών καθοριστεί από την ψήφο ανθρώπων, που δε θα έχουν καμία συνέπεια, καμία επίπτωση, για αυτές τις επιλογές τους».
«Αυτό θα άνοιγε, μπορεί να ανοίξει το δρόμο για να επικρατήσουν λογικές “οι μέσα στη χώρα και οι έξω από αυτή”, κατά τη γνώμη μας πάρα πολύ επικίνδυνες. Αυτός ο κίνδυνος αποτρέπεται με την πρόταση του ΚΚΕ, που πατάει πάνω στη διεθνή πρακτική και εμπειρία, στη νομοθεσία άλλων χωρών, στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και κυρίως έχει τύχει αποδοχής από μεγάλα τμήματα του ελληνικού λαού, γιατί είναι μια πρόταση λογική, συνεκτική κι ολοκληρωμένη.
Αυτός είναι ο λόγος, που και η πρόταση του ΚΚΕ μπήκε στο επίκεντρο της συζήτησης και του προβληματισμού και όχι βέβαια γιατί το ΚΚΕ έγινε ή είναι ο ρυθμιστής ή ο απορρυθμιστής της όλης διαδικασίας, όπως διακινούνταν από διάφορους» είπε.
Δεν παρέλειψε να αναφέρει ότι για το νομοσχέδιο της ψήφου των αποδήμων έγινε «επίκληση της ισοτιμίας της ψήφου» σημειώνοντας ότι ούτε σήμερα υπάρχει ισοτιμία ψήφου, έστω και με την τυπική της έννοια, όταν υπάρχουν πλαφόν και μπόνους στον εκλογικό νόμο.
Ενόψει της προετοιμασίας εκλογικού νόμου «σε χειρότερη κατεύθυνση με επαναφορά του μπόνους» είπε ότι η επίκληση εκ μέρους της κυβέρνησης της «εξασφάλισης της σταθερότητας» ή της «αποτροπής περιπετειών» είναι «το προπαγανδιστικό επιχείρημα, μόνο όμως για την εξασφάλιση της σταθερότητας του διπολισμού-δικομματισμού, κόντρα στα πραγματικά λαϊκά συμφέροντα και τις υπαρκτές αγωνίες των απλών ανθρώπων του λαού μας».
Πρόσθεσε ότι την ίδια στιγμή η ΝΔ «δίνει πάσα στον ΣΥΡΙΖΑ που είναι πλέον ένα μεταμοντέρνο ΠΑΣΟΚ, να επαναφέρει τα αλήστου μνήμης σχήματα περί “δημοκρατικών δυνάμεων από δω και κακιάς δεξιάς από κει”».
«Σταματήστε λοιπόν τους διάφορους εκβιασμούς. Αφού, κι αν δεν προκύψει μια αυτοδύναμη κυβέρνηση, μια χαρά μπορείτε να τα βρείτε και μεταξύ σας. Όπως κάνατε και το καλοκαίρι του 2015 στην κρίσιμη φάση της ψήφισης του 3ου επαίσχυντου μνημονίου. ‘Αλλωστε, στα κρίσιμα ζητήματα έχετε παρόμοια πολιτική» είπε ο Δ. Κουτσούμπας, σημειώνοντας, μεταξύ άλλων, ότι «η μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ΠΑΣΟΚ είναι τέτοια, που ένας πυρήνας “άρτι αφιχθέντων” στελεχών του ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ, έχει ήδη συγκυβερνήσει -και όχι μόνο μία φορά- με την “επάρατη” Δεξιά, με τη ΝΔ».
Τόνισε ότι «όσο κι αν σηκωθούν οι τόνοι της αντιπαράθεσης ανάμεσα στο σημερινό δίπολο του αστικού πολιτικού συστήματος, υπάρχει ένα αδιαμφισβήτητο δεδομένο: ο ελληνικός λαός έχει απέναντί του ένα ενιαίο μπλοκ δυνάμεων που υπηρετεί με πάθος και σταθερότητα, πλέον, την πολιτική του μεγάλου κεφαλαίου, της ΕΕ, του ΝΑΤΟ».
«Για να μπουν, συνεπώς, εμπόδια σε αυτήν την πολιτική, για να ανοίξει ο δρόμος για καλύτερους όρους δουλειάς και ζωής, για την υπεράσπιση λαϊκών δικαιωμάτων, υπάρχει επίσης ένα δεδομένο: η μαχητική συμπόρευση με το ΚΚΕ στους δρόμους του αγώνα, με την προώθηση και εξασφάλιση μέσα στην ζωή μίας πλατιάς αντικαπιταλιστικής-αντιμονοπωλιακής συμμαχίας. Εκεί που τελικά κρίνονται όλα. Και σε αυτό το δρόμο έχουν θέση και οι συμπατριώτες μας, Έλληνες μετανάστες, εργαζόμενοι, φοιτητές, επιστήμονες, που βλέπουν από πρώτο χέρι ότι και στις άλλες χώρες, στις χώρες τις οποίες ζουν, το καπιταλιστικό όνειρο μετατρέπεται ολοένα και περισσότερο σε εφιάλτη.
Και μάλιστα στην εποχή της “νέας 4ης βιομηχανικής επανάστασης”, της τεράστιας ανάπτυξης των επιστημών, της τεχνολογίας, της μεγάλης κοινωνικοποίησης της παραγωγής, και των ίδιων των δυνατοτήτων του ανθρώπου να ζήσει με ευημερία και ευτυχία παντού.
Μόνο που αυτό προϋποθέτει και το πέρασμα σε μια νέα οργάνωση της κοινωνίας και της οικονομίας, με την εξουσία και την ιδιοκτησία στα χέρια των ανθρώπων που παράγουν πραγματικά όλο αυτό τον πλούτο» κατέληξε ο γγ της ΚΕ του ΚΚΕ.