Μήνυμα στην Αλβανία πως ο δήμαρχος Χειμάρρας πρέπει να αφεθεί ελεύθερος έστειλε ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, προσθέτοντας ότι θα θέσει το θέμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
«Πρέπει να έχουμε καλούς λογαριασμούς. Έτσι θα είμαστε και καλοί φίλοι» διαμήνυσε ο υπουργός Εξωτερικών μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού STAR και εξέφρασε την ελπίδα να υπάρξει απόλυτη διαφάνεια και η αλβανική πλευρά να χειριστεί το θέμα με αίσθηση της σοβαρότητας της κρίσης που αυτό το θέμα μπορεί να δημιουργήσει στις ελληνοαλβανικές σχέσεις. «Εμείς ούτε πιέζουμε ούτε φωνασκούμε, θέλουμε τη φιλία, αλλά όχι έναντι οιαδήποτε τιμήματος» υπογράμμισε επιπροσθέτως.
Επίσης έκανε γνωστό ότι τη Δευτέρα θα μεταβεί στις Βρυξέλλες προκειμένου να συμμετάσχει στο Συμβούλιο των υπουργών Εξωτερικών της Ε.Ε, όπου και θα θέσει το θέμα της κράτησης του δημάρχου Χειμάρρας. Επιπλέον, θα συμμετάσχει και σε γεύμα με τους υπουργούς Εξωτερικών των Δυτικών Βαλκανίων.
«Επειδή το πράγμα είναι εξαιρετικά σοβαρό, τη Δευτέρα το πρωί θα είμαι στις Βρυξέλλες. Εκεί έχουμε ένα γεύμα με τους υπουργούς Εξωτερικών των Δυτικών Βαλκανίων (…) Το θέμα πρέπει να τεθεί στο Συμβούλιο Υπουργών. Δεν είναι δυνατόν να μην τεθεί. Κράτηση υποψηφίου δημάρχου 48 ώρες πριν από τις εκλογές και διατήρηση της κράτησής του ενώ έχει εκλεγεί, δεν είναι κάτι το σύνηθες (…) Γιατί κρατείται; Τι είναι αυτό το στοιχείο επικινδυνότητας του που επιβάλλει την παρατεταμένη κράτηση; Αυτά είναι μεγάλα ερωτήματα» επισήμανε.
Κατά το γεύμα με τους υπουργούς Εξωτερικών των Δυτικών Βαλκανίων, ο υπουργός Εξωτερικών αναμένεται να συναντηθεί και με την Αλβανίδα ομόλογό του. «Πρέπει να εξηγήσουμε στους Αλβανούς -είναι πολύ πιθανό να συναντήσω και την υπουργό Εξωτερικών της Αλβανίας κατ’ ιδίαν. Θα είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να πούμε δύο κουβέντες» σημείωσε ο Νίκος Δένδιας.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι πιστεύει πολύ στην ελληνοαλβανική φιλία και ότι αυτές οι δύο χώρες είναι πολύ κοντά.
Περαιτέρω, αναφέρθηκε στη σημασία της αποστολής του γενικού γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών στην Αλβανία. «Έστειλα στην Αλβανία τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών γιατί το θέμα είναι εξαιρετικά σοβαρό. Και ήθελα πρώτον, σαν πολιτική χειρονομία να γίνει κατανοητό από την άλλη πλευρά. Δεύτερον, να υπάρχει ένα συντονισμός σε μια σειρά θεμάτων που έχουν να κάνουν με την κράτηση του δημάρχου Χειμάρρας, με τα προβλήματα υγείας του δεύτερου κρατουμένου, αλλά επίσης και με επιχειρήσεις κατεδαφίσεων. Θέλουμε να έχουμε μια σαφή εικόνα νομιμότητας-παρανομίας» ανέφερε.
Ερωτηθείς αν το θέμα αυτό θα επηρεάσει το συμφωνητικό στη Χάγη που πάνε να υπογράψουν οι δύο χώρες για την ΑΟΖ, ο υπουργός Εξωτερικών εξέφρασε την ελπίδα να μην συνιστά η ενέργεια των δικαστικών αρχών της Αλβανίας αλλαγή πολιτικής στάσης. «Να μην είναι, δηλαδή, μια κατευθυνόμενη ενέργεια» όπως εξήγησε, ελπίζοντας ταυτόχρονα «να είναι μια ενέργεια κάποιων δικαστικών παραγόντων, οι οποίοι οδηγούν τα πράγματα μεν σε κρίση, αλλά δεν έχουν τίποτα να κάνουν με την πολιτική βούληση της αλβανικής κυβέρνησης». Όμως, «αυτό είναι η ελπίδα μου», προσέθεσε.
Εν συνεχεία, αναφέρθηκε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τονίζοντας πως «το σωστό είναι το παράθυρο ευκαιρίας που δίνει το καλό κλίμα να προσπαθήσουμε να το μετατρέψουμε σε πόρτα, να περάσουμε από αυτή και να δούμε μήπως υπάρχει μια ελπίδα να λύσουμε τη διαφορά». Είναι μια ευκαιρία, πρέπει να προσπαθήσουμε, επισήμανε.
Εκτίμησε πως πιθανότατα ο Ταγίπ Ερντογάν θα επανεκλεγεί πρόεδρος της Τουρκίας. Διέβλεψε ότι εάν επανεκλεγεί θα προσπαθήσει να ακολουθήσει μια εξωτερική πολιτική εξομάλυνσης με τη Δύση. «Η οικονομική κατάσταση της Τουρκίας του επιβάλει καλές σχέσεις με τη Δύση» σημείωσε.