Δερμιτζάκης: Με ήθελαν για διακοσμητικό στην Ερευνα και Καινοτομία

Το Νοέμβριο ο Μανώλης Δερμιτζάκης, Καθηγητής Γενετικής Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Γενεύης, ο οποίος έχει ονομαστεί «Highly Cited Researcher» από την Thompson Reuters το 2014, 2015 και 2016 και έχει δημοσιεύσει εργασίες στα πιο διακεκριμένα περιοδικά όπως το Nature και το Science, ορίστηκε Πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας. Ωστόσο ο κ. Δερμιτζάκης, πριν από λίγες ημέρες, παραιτήθηκε από την ηγεσία του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας καθώς, όπως είπε και ο ίδιος, διαπίστωσε ότι ο ρόλος του είναι διακοσμητικός. Μυστήριο αποτελεί το γεγονός πως η παραίτηση του δεν ανακοινώθηκε ποτέ, παρά μόνο ο αντικαταστάτης του.

Μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Δερμιτζάκης, ανέλυσε περισσότερο τους λόγους που τον οδήγησαν στην παραίτηση, τονίζοντας ότι οι απόψεις του για την έρευνα και την καινοτομία δεν ταυτίζονταν με αυτές της κυβέρνησης.

Στη συνέχεια, αποκάλυψε πως συζητούσε καιρό με τον Μητσοτάκη και είχαν αποφασίσει ότι το ΕΣΕΤΕΚ θα αναλάμβανε τη χάραξη της πολιτικής για την έρευνα, την τεχνολογία, την ανάπτυξη και την καινοτομία και ότι ο πρόεδρός του θα ήταν σύμβουλος του Πρωθυπουργού στα θέματα αυτά και για αυτό δέχθηκε την θέση του προέδρου. Όμως, όπως είπε ο ίδιος, τελικά έπρεπε να απευθύνεται σε υπουργείο, πράγμα το οποίο δεν τον ενόχλησε αρχικά. Αργότερα όμως διαπίστωσε, ότι ούτε το ΕΣΕΤΕΚ ούτε κι εκείνος ως πρόεδρος αποτελούσαν μέρος των δραστηριοτήτων του υπουργείου ή της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ)

«Στην πραγματικότητα, σε καμία περίπτωση δεν ζητήθηκε η γνώμη μου από τον υφυπουργό ή τον Πρωθυπουργό για θέματα έρευνας! Σύντομα λοιπόν έγινε ξεκάθαρο ότι η πολιτική ήταν προδιαγεγραμμένη και εστιασμένη μόνο στην επιφανειακή υποστήριξη της επιχειρηματικότητας, χωρίς σοβαρές μεταρρυθμίσεις στην έρευνα, παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου», δήλωσε χαρακτηριστικά.

Ολόκληρη η συνέντευξη του στο «Βήμα»

Ποιοι ήταν οι λόγοι που σας οδήγησαν σε παραίτηση, κύριε Δερμιτζάκη, εννέα μόλις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων σας;

«Εν συντομία, θα μπορούσα να πω ότι δημιουργήθηκε μια αδιέξοδη κατάσταση, καθώς οι απόψεις μου για την έρευνα και την καινοτομία δεν ταυτίζονταν με αυτές της κυβέρνησης. Οπως αντιλαμβάνεστε, ήταν πια θέμα αξιοπρέπειας να πάψω να επενδύω χρόνο και ενέργεια σε μια θέση στην οποία ο ρόλος μου ήταν τελικά διακοσμητικός. Και ακόμα περισσότερο, να αφήνω να εννοηθεί, διά της διατήρησης αυτής της θέσης, ότι συμπράττω και εγκρίνω πολιτικές και φιλοσοφίες στον χώρο της έρευνας με τις οποίες διαφωνώ ριζικά».

Προερχόμενα από το στόμα του ανθρώπου που ηγείτο του ανώτατου γνωμοδοτικού οργάνου για την έρευνα, τα λόγια σας προκαλούν εντύπωση. Δεν είχατε συζητήσει τις απόψεις σας με την κυβέρνηση προτού αναλάβετε;

«Εκτενώς! Για την ακρίβεια, η ανάθεση στο πρόσωπό μου της προεδρίας του ΕΣΕΤΕΚ, τον Νοέμβριο του 2019, ήταν απόρροια πολύμηνων συζητήσεων με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Συζητήσεις οι οποίες άρχισαν πριν από τις εκλογές του Ιουλίου, όταν ήταν ακόμη αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης».

Πού είχαν καταλήξει αυτές οι συζητήσεις;

«Στο ξεκάθαρο συμπέρασμα ότι το ΕΣΕΤΕΚ θα αναλάμβανε τη χάραξη της πολιτικής για την έρευνα, την τεχνολογία, την ανάπτυξη και την καινοτομία και στο ότι ο πρόεδρός του θα ήταν σύμβουλος του Πρωθυπουργού στα θέματα αυτά. Ετσι, όταν μου προτάθηκε τελικά η προεδρία του ΕΣΕΤΕΚ, θέση η οποία είναι άμισθη, δέχθηκα χωρίς κανέναν ενδοιασμό».

Σας ενόχλησε που αντί για τον Πρωθυπουργό θα έπρεπε να απευθύνεστε σε έναν υπουργό;

«Αντίστοιχες θέσεις στο εξωτερικό συνήθως είναι στην ευθύνη του πρωθυπουργού/προέδρου (π.χ. ΗΠΑ, Βρετανία). Παρά την αρχική μου αντίθεση στο να απευθύνομαι σε υπουργείο, λόγω των διαχρονικών μικροπολιτικών στα υπουργεία, αλλά και της εμπιστοσύνης μου στο πρόσωπο του Πρωθυπουργού, δεν θα με ενοχλούσε αυτό αν η θέση μου είχε όντως αντικείμενο. Διαπίστωσα ωστόσο στην πορεία ότι ούτε το ΕΣΕΤΕΚ ούτε εγώ ως πρόεδρος αποτελούσαμε μέρος των δραστηριοτήτων του υπουργείου ή της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ).

Στην πραγματικότητα, σε καμία περίπτωση δεν ζητήθηκε η γνώμη μου από τον υφυπουργό ή τον Πρωθυπουργό για θέματα έρευνας! Σύντομα λοιπόν έγινε ξεκάθαρο ότι η πολιτική ήταν προδιαγεγραμμένη και εστιασμένη μόνο στην επιφανειακή υποστήριξη της επιχειρηματικότητας, χωρίς σοβαρές μεταρρυθμίσεις στην έρευνα, παρά τις αρχικές διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου».

Ποια είναι η ουσία της αντιπαράθεσής σας; Σε τι διαφωνείτε εν τέλει με την κυβέρνηση;

«Η κυβέρνηση δίνει πολύ μεγάλη έμφαση στην επιχειρηματικότητα, αλλά πολύ μικρή υποστήριξη στην ίδια την έρευνα. Αυτό σημαίνει ότι πολύ σύντομα δεν θα είχαμε παραγωγή γνώσης, τη βάση δηλαδή πάνω στην οποία πρέπει να στηρίζεται η ανάπτυξη οικονομικής δραστηριότητας από την έρευνα. Αυτό είναι μια αδιέξοδη πολιτική που έχει αποτύχει παντού στο εξωτερικό. Πρώτα πρέπει να υποστηρίξουμε την παραγωγή γνώσης και μετά την εκμετάλλευσή της από την αγορά όπου θα έρθει φυσικά και αβίαστα, όπως γίνεται σε όλα τα μεγάλα κέντρα καινοτομίας στις ΗΠΑ, τη Γερμανία, το Ισραήλ, τη Βρετανία».

Μα η σύνδεση της έρευνας με την επιχειρηματικότητα ήταν στις προεκλογικές εξαγγελίες και η μεταφορά του αρμόδιου υφυπουργείου από το υπουργείο Παιδείας στο υπουργείο Ανάπτυξης ήταν από τις πρώτες ενέργειες της παρούσας κυβέρνησης. Δεν μπορεί αυτό να σας ήταν άγνωστο…
«Ασφαλώς και δεν μου ήταν άγνωστο, και κανείς δεν λέει ότι η έρευνα δεν πρέπει να συνδεθεί με την επιχειρηματικότητα. Κάθε άλλο! Αλλά είναι βασική προϋπόθεση το να προκύψουν δυνατά ερευνητικά αποτελέσματα που θα στηρίξουν την ανάπτυξη επιχειρηματικότητας. Χαρακτηριστικό της λανθασμένης κατεύθυνσης της πολιτικής σχετικά με την έρευνα είναι το γεγονός ότι υπήρξε προσπάθεια ανάθεσης της αξιολόγησης των ερευνητικών κέντρων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων! Κάτι τέτοιο θα ήταν τεράστια αστοχία: αφενός ο οργανισμός αυτός είναι άσχετος με θέματα αξιολόγησης της έρευνας και αφετέρου μια τέτοια απόφαση θα μας εξέθετε όλους και εμένα προσωπικά ως πρόεδρο του ΕΣΕΤΕΚ και ερευνητή, καθώς θα έδειχνε ότι δεν γνωρίζουμε τις διεθνείς πρακτικές λειτουργίας και αξιολόγησης της έρευνας. Να σημειώσω ότι η γνώμη μου και η γνώμη του ΕΣΕΤΕΚ στο θέμα της αξιολόγησης, το οποίο εκκρεμεί από την προηγούμενη κυβέρνηση, δεν είχε ζητηθεί μέχρι την παραίτησή μου».

Ποια ήταν η δική σας πρόταση για την έρευνα;

«Η έρευνα και τα αποτελέσματά της μπορούν να αποτελέσουν τη βαριά βιομηχανία στην οικονομία της Ελλάδας, αρκεί όμως να αναπτυχθούν σωστά. Εγώ και το ΕΣΕΤΕΚ είχαμε πολλές προτάσεις. Μεταξύ αυτών, ήταν η δημιουργία ενός Εθνικού Οργανισμού Ερευνας, ο οποίος θα αναλάμβανε τη χρηματοδότηση αλλά και τον γενικότερο συντονισμό της έρευνας στην Ελλάδα. Δεν μπορείς να βασίζεις την ερευνητική πολιτική σου σε προγράμματα ΕΣΠΑ ή Horizon, ούτε μπορεί η έρευνα να είναι ακέφαλη και χωρίς εθνική στρατηγική. Η Ελλάδα πρέπει να θέτει τις δικές της στρατηγικές προτεραιότητες, όχι να δανείζεται τις ευρωπαϊκές, και η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση πρέπει να επικουρεί την εθνική, όχι να την αντικαθιστά. Δυστυχώς, η εθνική στρατηγική και η χρηματοδότηση της έρευνας είναι ένα διαχρονικό πρόβλημα στην Ελλάδα. Είχα ελπίσει ότι με την παρούσα κυβέρνηση θα μπορούσαμε να το επιλύσουμε. Η έρευνα στην Ελλάδα μοιάζει να είναι ένα παλιό ετοιμόρροπο κτίριο, με λαμπρές εξαιρέσεις επιστημόνων φυσικά, και εμείς αντί να προβούμε σε ανακαίνιση αποφασίζουμε μόνο να το βάψουμε εξωτερικά! Δεν αρκεί αυτό, το οικοδόμημα δεν θα μπορέσει να σταθεί».

Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ

Το βιογραφικό Μανώλη Δερμιτζάκη

Ο Εμμανουήλ (Μανώλης) Δερμιτζάκης είναι Διευθυντής του Κέντρου του Γονιδιώματος Health 2030 και Καθηγητής Γενετικής στο Τμήμα Ιατρικής Γενετικής και Ανάπτυξης της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Γενεύης. Είναι μέλος των Εκτελεστικών Συμβουλίων του Swiss Personalized Health Network (SPHN) και του Ινστιτούτου Γενετικής και Γονιδιωματικής στη Γενεύη (iGE3), μέλος του Ελβετικού Ινστιτούτου Βιοπληροφορικής και είναι επίσης μέλος του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών στην Ελλάδα.

Έλαβε το πτυχίο του το 1995 και το Μαστερ του το 1997 στη Βιολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και το διδακτορικό του το 2001 από το Pennsylvania State University στις ΗΠΑ, μελετώντας την εξελικτική βιολογία και πληθυσμιακή γενετική του ρυθμιστικού DNA στα θηλαστικά και την Drosophila. Το μεταδιδακτορικό του έργο ήταν στη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Γενεύης, με επίκεντρο τη συγκριτική ανάλυση γονιδιώματος και τον λειτουργικό χαρακτηρισμό των διατηρημένων μη-κωδικών στοιχείων. Διετέλεσε ερευνητής στο Wellcome Sanger Institute μεταξύ 2004 και 2009.

Η έρευνά του επικεντρώνεται στη γενετική βάση των κυτταρικών φαινοτύπων, των πολυπαραγοντικών χαρακτηριστικών και της ιατρικής ακρίβειας. Έχει δημοσιεύσει περισσότερα από 160 άρθρα σε επιστημονικά περιοδικά, πολλά από τα οποία σε περιοδικά όπως το Nature, Science και Nature Genetics. Η έρευνά του υποστηρίχθηκε από το Ίδρυμα Louis-Jeantet, το WellcomeTrust, το Ελβετικό Εθνικό Ίδρυμα Επιστημών, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το JuvenileDiabetesFoundation και τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ (NIH). Είναι επίσης αποδέκτης επιχορήγησης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας (ERC).

Ηγήθηκε της πληρέστερης μελέτης που έχει γίνει ποτέ έως σήμερα για τις γενετικές διαφορές μεταξύ των ανθρώπων, οι οποίες επηρεάζουν και το ρίσκο τους στην εμφάνιση ασθενειών. Η συγκεκριμένη έρευνα εντόπισε 10.000 «δύσκολες» μεταλλαγές στο DNA, (τις «εκτός γονιδίων»), καθώς και ποιες λειτουργίες επηρεάζουν. Οι σχετικές δημοσιεύσεις (9 ερευνητικών ινστιτούτων και 50 επιστημόνων) έγιναν στα περιοδικά Nature και Nature Biotechnology.

To H-index του είναι 90 και έχει πάνω από 65000 φορές ετεροαναφορές (Google ScholarSept 2019). Είναι εκλεγμένο μέλος από το 2014 του European Molecular Biology Organization (EMBO) και αποδέκτης πολλών βραβείων μεταξύ αυτών του επιστημονικού βραβείου Μποδοσάκη του 2017, είναι Highly Cited Researcher κάθε χρόνο από το 2014 εώς σήμερα, και τέως πρόεδρος του Παγκόσμιου Συνδέσμου Ελλήνων Βιοϊατρικής. Είναι επίσης μέλος του επιστημονικού συμβοθυλίου του Ιδρύματος Ωνάση και πρόεδρος της νεοφυούς εταιρείας Hybridstat Analytics LTD.

Έχει δώσει ομιλίες σε παρα πολλά σημαντικά συνέδρια Γενετικής, Βιολογίας και Ιατρικής, και είναι διοργανωτής πολλαπλών θερινών σχολείων, συμπεριλαμβανομένου του Wellcome Trust Hap Map Course και συνιδρυτής και συνδιοργανωτής του Leena Peltonen School of Human Genomics. Έχει διατελέσει διευθυντής της ομάδας ανάλυσης στην πιλοτική φάση του προγράμματος ENCODE (ENCyclopedia of Dna Elements) και μέλος της ομάδας ανάλυσης του MouseGenomeSequencingConsortium, του Διεθνούς προγράμματος HapMap και του προγράμματος 1000 Genomes, και ήταν διευθύνων ερευνητής στο πρόγραμμα GTEx. ΕίναιεπίσηςμέλοςτηςΟργανωτικήςΕπιτροπήςτουInternationalCommonDiseaseAlliance.Έχει υπάρξει μέλος τουBoard of Reviewing Editors του περιοδικού Science (2006-2011) και ως Senior Editorκαι τώρα Consulting Editor στο PLOS Genetics και είναι σήμερα ο Editor-in-Chief του περιοδικού Frontiers in Genetics.

Είναι παντρεμένος με τη δικηγόρο Ρία Κεχαγιά και έχουν 3 παιδιά.