Διπλωματικός μαραθώνιος με κέρδη – Περιορίζουν τον Ερντογάν οι ΗΠΑ

Ολοκληρώνεται σήμερα ο πρώτος κύκλος του διπλωματικού μαραθώνιου του πρωθυπουργού για το πρώτο εξάμηνο του κυβερνητικού βίου της ΝΔ, κατά τη διάρκεια του οποίου, τα δεδομένα στα εθνικά θέματα άλλαξαν και το τοπίο επιβαρύνθηκε σημαντικά από τη συνεχιζόμενη επιθετική στρατηγική της Τουρκίας και τη σταθερή επιδίωξής της να αποκτήσει σημαίνοντα ρόλο στα τεκταινόμενα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Μετά το ταξίδι του Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ, τη Γαλλία, τη Σαουδική Αραβία χθες και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα σήμερα, ο πρωθυπουργός και το κυβερνητικό επιτελείο έχουν πλέον πιο ευρεία αλλά και ακριβή εικόνα τόσο των συμμάχων στους οποίους μπορεί να στηρίζεται η χώρα μας, όσο και των προκλήσεων με τις οποίες θα βρεθεί αντιμέτωπη το επόμενο διάστημα.

Παρά τις τυπικές, θετικές δηλώσεις υποδοχής των ευρωπαϊκών αντιδράσεων έναντι της τουρκικής προκλητικότητας, Μέγαρο Μαξίμου και υπουργείο Εξωτερικών έχουν εισπράξει την απροθυμία της Ευρώπης – περιλαμβανομένης και της Γερμανίας – να «κακοκαρδίσουν» τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, υιοθετώντας τη θέση της Αθήνας ότι είναι παράνομη και εκτός των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου η Συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης.

Και αυτό έχει ιδιαίτερη αξία, εν όψει της νέας Διάσκεψης που αναμένεται να πραγματοποιηθεί το επόμενο διάστημα στο Βερολίνο.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχει ικανοποίηση στην Αθήνα για τη σαφή, όπως λένε κυβερνητικά στελέχη, διάθεση των ΗΠΑ να περιορίσουν την επιθετική στρατηγική του Ερντογάν, αλλά και από το συμμαχικό μέτωπο με την Γαλλία, η οποία, στην παρούσα φάση, αναδεικνύεται στον πιο σταθερό και αποτελεσματικό σύμμαχο της Ελλάδας.

Ανάλογη ικανοποίηση υπάρχει και για την υποδοχή που βρήκε το ελληνικό αίτημα για ενίσχυση των σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, χώρες που είναι στρατηγικοί αντίπαλοι της Τουρκίας, ενώ στηρίζουν – όπως η Αθήνα – τον στρατηγικό Χαφτάρ στη Λιβύη.

Επιπρόσθετα, από το ταξίδι του πρωθυπουργού σε Ριάντ και Αμπού Ντάμπι, εκτιμάται ότι θα προκύψουν σημαντικές επενδύσεις στην Ελλάδα, καθώς και οι δύο χώρες είναι μεταξύ των πλουσιότερων στην περιοχή και έδειξαν ζωηρό ενδιαφέρον για στενότερη οικονομική συνεργασία με την Αθήνα. Συνεργασία, που πέραν των απτών αποτελεσμάτων, αναμένεται να ενισχύσει περαιτέρω την εδραίωση της εικόνας μιας ανερχόμενης χώρας που έχει εξέλθει από τον κλοιό της κρίσης.