Δολοφονία Άλκη Καμπανού: Την ενοχή και των 12 κατηγορουμένων προτείνει η εισαγγελέας

Η εισαγγελέας ήταν καταπέλτης κατά των κατηγορουμένων για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του

Την ενοχή και των 12 κατηγορουμένων για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του, προτείνει η εισαγγελέας της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, ολοκληρώνοντας την μαραθώνια αγόρευσή της που κράτησε 3 μέρες.

Η εισαγγελέας της Έδρας, Κυριακή Κλιάμπα, την Παρασκευή αναφέρθηκε εκτενώς στους ρόλους και τη συμμετοχή των υπολοίπων έξι κατηγορουμένων στη στυγερή δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του.

Η δίκη συνεχίστηκε για τρίτη μέρα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με το ThessToday, ξεκίνησε και πάλι τη σκιαγράφηση του ρόλου του καθενός εκ των 12 κατηγορουμένων, τονίζοντας τις διαδοχικές αντιφάσεις και τα ψέματα που θεωρεί η ίδια ότι αναφέρθηκαν τόσο στην ανακρίτρια αλλά και ενώπιον του δικαστηρίου.

Αναφερόμενη στον έβδομο κατηγορούμενο η εισαγγελέας τόνισε πως η ουσία είναι η γενικότερη άρνησή του αλλά και το γεγονός ότι είπε πως ο ίδιος πήγε να χτυπήσει γιατί το βρήκε ενδιαφέρον. «Δεν ήταν καθόλου τυχαίος ο τρόπος που ξεκίνησαν, είχε οργανωθεί, αλλά είχε εμμονή να προστατεύσει τον πρώτο που το οργάνωσε».

Ο κατηγορούμενος στην απολογία του ενώπιον του δικαστηρίου είχε αναφέρει πως δεν μπορούσε να δει τίποτα, γιατί ήταν σκοτάδι στο σημείο της οικοδομής. «Χέρια κουνιούνται, όπλα σηκώνονται στον αέρα και παρόλα αυτά ο κατηγορούμενος δεν είδε τίποτα. Μας είπε ότι και όσο πήγαιναν προς το σημείο της επίθεσης, ο ίδιος είχε σκοπό να μαλώσει, αλλά όταν κάποιος συμμετέχει σε μάλωμα με όπλα, συμπληρώνει το παζλ των χτυπημάτων και να αφαιρέσει ζωές».

Η κυρία Κλιάμπα τόνισε πως η προσπάθεια του καθενός να κουκουλώσει και να συγκαλύψει τους υπόλοιπους αλλά και τους εαυτούς τους, τους οδηγεί σε αφηγήματα χωρίς λογική, ξεπερνούν κάθε ανθρώπινη φαντασία και δείχνει έλλειψη μεταμέλειας. «Τα βίντεο δείχνουν έναν νέο να αποχωρεί με ψηλά το κεφάλι, με περήφανο βήμα. Ο κατηγορούμενος έβλεπε τον χαμό στη σκάλα και έτρεξε για να συμβάλλει και ο ίδιος έπειτα από το σήμα του αρχηγού, πήγε για να επιτεθεί και να χτυπήσει, ώστε όλοι μαζί να επιφέρουν το αποτέλεσμα, τον θάνατο δηλαδή. Δεν μπορεί να μας πείσει ότι πήγε να βοηθήσει τον Άγγελο και ότι πάτησε το αίμα του Άλκη, γιατί δεν ήταν ούτε αυτός ένας θεατής».

Σχετικά με τον όγδοο κατηγορούμενο η εισαγγελική λειτουργός είπε πως μπορεί να μην έφτασε στο πεδίο μάχης αλλά η συνδρομή του ήταν καθοριστική, και για αυτό αρνήθηκε να πει την αλήθεια για οποιονδήποτε. «Μας είπε ότι το μόνο που είδε ήταν να μαλώνουν, πως ήταν όλοι μαυροφορεμένοι και δεν μπορούσε να καταλάβει ποιοι είναι. Δεν είναι όμως αυτή η αλήθεια. Τα όπλα είναι ορατά και οι μαχαιριές είναι εξίσου ορατές. Τίποτα δεν ήταν τυχαίο εκείνη την νύχτα και η εντολή είχε δοθεί. Ο κατηγορούμενος κατάλαβε ότι δεν προλάβαινε να συμβάλλει και αυτός στην μεγάλη επιτυχία της βραδιάς, και άρα δεν έφυγε επειδή κοκκάλωσε, όπως μας είπε. Ήθελε να συμβάλλει αλλά δεν πρόλαβε, ήταν μόλις 15 μέτρα μακριά από τον Άλκη που η κραυγή του διαπερνούσε το σύμπαν, αλλά μας είπε ότι δεν άκουσε ούτε φωνές ούτε κραυγές. Προσπάθησε να μας πείσει, όπως όλοι, ότι δεν είδε και δεν ήξερε. Το ψεύδος σε όλο του το μεγαλείο».

Ο ένατος κατηγορούμενος, όπως είπε η κα Κλιάμπα, στην ανακρίτρια είχε δώσει δύο διαφορετικές εκδοχές, όπως και ενώπιον του δικαστηρίου μια τρίτη, στη οποία αναιρούσε οτιδήποτε αφορούσε τους άλλους, απλώνοντας έναν δίχτυ προστασίας για τον δωδέκατο. «Προτίμησε να μας πει ξεκάθαρα ψέματα παρά την αλήθεια που δεν μπορούσε να εκφράσει λόγω οπαδισμού αλλά και ως χρέος στον δωδέκατο. Είναι ο μόνος που δεν συγχρόνισε την ιστορία του με βάση τα βίντεο, καθώς εκείνος επέμενε, άσχετα με το τι όντως φαίνεται».

Ομολόγησε όμως, όπως τόνισε η εισαγγελέας, πως πέταξε το κινητό του για να μην εντοπιστεί. «Απάντησε για όλους» είπε χαρακτηριστικά η κα Κλιάμπα. «Είχε το θάρρος να επιβεβαιώσει το ότι στα οπαδικά επεισόδια χτυπούν στα πόδια και στο κεφάλι, όπως και ομολόγησε πως ο σκοπός των επιθέσεων είναι η επιβολή και για αυτό δεν πυροβολούν. Αυτά υποδεικνύουν το μίσος για τον άνθρωπο που λέγεται Αρειανός. Έτσι καταρρίπτεται ο ισχυρισμός πως αν ήθελαν να τους σκοτώσουν, θα το έκαναν άμεσα».

Ο δέκατος κατηγορούμενος σύμφωνα με την εισαγγελέα της Έδρας χτύπησε με το δρεπάνι και τα τρία θύματα, και κατά την διάρκεια της απολογίας του ήταν σαν να αφηγούταν ένα παραμύθι. «Επανέλαβε πάνω από 15 φορές ότι θα μας πει την αλήθεια, αλλά μάλλον γνωρίζει πολύ καλά ότι ψεύδεται. Θυμόταν μόνο τον Δημήτρη και τον Άγγελο, ενώ τον Άλκη δεν τον είχε δει καθόλου, ούτε σαν εικόνα. Μάλλον ο Άλκης ήταν μια σκιά, αλλά δυστυχώς για αυτούς είχε σάρκα και οστά, και του αφαίρεσαν την ζωή. Δεν αφαιρέθηκε μόνη της, όσο κι αν θέλουν να μας πουν οι κατηγορούμενοι ότι κανείς δεν τον χτύπησε, γιατί μάλλον είναι αυτός που θέλουν να ξεχάσουν».

Την ίδια στάση άγνοιας με τους υπόλοιπους, αυτήν του «δεν είδα, δεν ξέρω», κράτησε και ο ενδέκατος κατηγορούμενος, καθώς όταν ο ίδιος μιλούσε για την δολοφονική επίθεση, περιορίστηκε σε ελάχιστα. «Είδε σίγουρα τον δέκατο να χτυπά τον Δ.Κ.. Δεν είδε όμως τίποτα σχετικά με τον Άλκη, δεν ήταν καν σκιά για αυτόν, αλλά αόρατος. Λησμόνησε όμως ότι υπάρχουν τα βίντεο και δεν πρόσεξε ότι φαίνεται καθαρά να φεύγει από το ύψος του σημείου που βρίσκεται αιμόφυρτος ο Άλκης. Ο ίδιος, έπειτα από τις συνέχειες και πιεστικές ερωτήσεις της Έδρας, είπε πως δεν γίνεται τα χτυπήματα του Άγγελου και του Άλκη να έχουν γίνει μόνο από έναν, και σε 1-2 δευτερόλεπτα, και επιβεβαίωσε πως χτυπούσαν κι άλλοι, πολύ, με όλη τους τη δύναμη και ανελέητα».

Ο δωδέκατος κατηγορούμενος, σύμφωνα με την εισαγγελέα, θέλησε να πείσει το δικαστήριο ότι δεν ασχολείται με το ποδόσφαιρο και ειδικά με τον ΠΑΟΚ, όπως και ότι είναι ένας απλός φίλαθλος. «Η αλήθεια είναι ότι ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος είναι οργανωμένος από πολύ νωρίς, όσο κι αν προσπάθησε να μας πείσει για το αντίθετο. Τίποτα δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, τα λεγόμενα του διαψεύδονται από τον Άγγελο, από τους μάρτυρες, αλλά και τις απολογίες των συγκατηγορούμενων. Μας είπε ότι δεν είδε τα όπλα επειδή κοιτούσε το κινητό, δεν είδε ούτε το στειλιαρι ούτε το δρεπάνι. Έγινε μια απελπισμένη προσπάθεια από τους υπόλοιπους έντεκα κατηγορουμένους να μας πουν ότι δεν τον ξέρουν, ωστόσο ο δωδέκατος όχι απλά γνώριζε γιατί πήγαινε στον σύνδεσμο εκείνη τη μέρα, αλλά ήταν απόλυτα οργανωμένοι και ασφαλείς για την φονική επίθεση. Γνώριζε πως αυτές οι επιθέσεις δεν κρατούν πολύ και είναι καταδρομικές». Ο ίδιος ανέφερε στην απολογία του στην ανακρίτρια ότι ντρεπόταν να ρωτήσει που πηγαίνουν, όταν έφυγαν από τον σύνδεσμο γιατί υπήρχε αναστάτωση. Ενώπιον του δικαστηρίου βέβαια, ο ίδιος επικαλέστηκε την δειλία, και είπε πως στην ανακρίτρια είπε ψέματα για να μην αποκαλύψει ότι ήξερε ότι πήγαν για να μαλώσουν. «Αυτή όμως δεν είναι η αλήθεια. Ένας “στρατιώτης” απαγορεύεται να δειλιάζει, να ντρέπεται και να οπισθοχωρεί».

Η εισαγγελέας ήταν «καταπέλτης» και στη δεύτερη μέρα αγόρευσής της, την Πέμπτη, αναφερόμενη στους έξι πρώτους κατηγορούμενους. Μεταξύ άλλων, επανέλαβε ότι σκοπός των 12 κατηγορουμένων ήταν να αφαιρέσουν τις ζωές των αιωνίων εχθρών τους και ότι κανένας από αυτούς δεν ήταν απλώς θεατής, τονίζοντας πως ο πρώτος κατηγορούμενος είναι αυτός που οργάνωσε την δολοφονική επίθεση, ενώ χαρακτήρισε παρωδία την ομολογία του δευτέρου.

-Ad-