Με σκυμμένο κεφάλι και φορώντας κουκούλα ο σωφρονιστικός υπάλληλος, που διέπραξε το έγκλημα στα Μέγαρα, πέρασε το κατώφλι του ανακριτή.
Προσπάθησε να εξηγήσει τους λόγους που τον οδήγησαν να σκοτώσει τον κουνιάδο του και να τραυματίσει στα πόδια τη σύζυγο του θύματος.
Όπως ισχυρίστηκε από την αρχή του γάμου του με την αδερφή του θύματος αντιμετώπισε μια μειωτική συμπεριφορά λόγω της χαμηλής, όπως του έλεγαν, κοινωνικής θέσης.
«Πολλές φορές υπήρχαν και λεκτικές επιθέσεις σε βάρος μου», είπε.
«Η σύζυγός μου δεν μου επέτρεπε να συναναστρέφομαι με τους φίλους μου. Δε δίσταζε να μου λέει ότι “θα σε φέρω στα μέτρα μου και θα σε κάνω ό,τι θέλω εγώ”. Αισθανόμουν άχρηστος και ασήμαντος», είπε.
Η απολογία του κατηγορούμενου στον τρίτο τακτικό ανακριτή κράτησε μιάμιση ώρα. Προφυλακίστηκε αλλά δε θυμόταν να πει πως σκότωσε τον κουνιάδο του και τραυμάτισε τη σύζυγό του.
Όπως είπε, προμηθεύτηκε το όπλο από αλλοδαπό στην Ομόνοια, με σκοπό να αυτοκτονήσει, όχι να σκοτώσει.
«Γι’ αυτό και πήγα στο σπίτι της συζύγου μου για να αποχαιρετήσω το παιδί μου. Από εκεί και πέρα δε θυμάμαι τίποτα», είπε.
«Μιλάμε για έναν άνθρωπο που αντιμετωπίζει σοβαρότατα ψυχιατρικής φύσεως προβλήματα, τα οποία ήταν απόρροια της συμπεριφοράς των συγγενών», δήλωσε στο Star η δικηγόρος του κατηγορούμενου, Φωτεινή Παπατσώρη.
Ο κατηγορούμενος μέχρι σήμερα δε θυμάται που πέταξε το όπλο και μονο από τις περιγραφές των αστυνομικών καταλαβαίνει, όπως λέει, ότι κάτι κακό έχει κάνει.