Πώς αντιμετώπισε η Πρωθυπουργός της Ν. Ζηλανδίας την πανδημία και στη συνέχεια κέρδισε τις εκλογές.
Τον περασμένο Ιούνιο δημοσιεύθηκε μια έρευνα με τίτλο: “Leading the Fight against the Pandemic. Does Gender ‘really’ matter?”, όπου αναλύονταν οι τρόποι αντιμετώπισης της πανδημίας από 194 ηγέτες χωρών και εξετάζονταν εάν οι γυναίκες ή οι άνδρες ηγέτες αντιμετώπισαν καλύτερα την πανδημία και γιατί.
Προφανώς δεν θα μπορούσαμε να βγάλουμε τόσο κρίσιμα συμπεράσματα για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού από μία και μόνη έρευνα, ακριβώς γιατί οι παράγοντες που επηρεάζουν τα αποτελέσματα της πανδημίας στις διάφορες χώρες είναι περίπλοκοι. Ωστόσο, κάποια επιμέρους στοιχεία της έρευνας έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και κυρίως ότι το φύλο της ηγεσίας θα μπορούσε να παίξει καθοριστικό ρόλο, σε ένα πλαίσιο όπου η στάση απέναντι στον κίνδυνο – ανάληψη ρίσκων – και η ενσυναίσθηση είναι δύο παράγοντες κομβικής σημασίας για τη λήψη αποφάσεων, αλλά και για την επικοινωνία των αποφάσεων αυτών στον κόσμο. Σύμφωνα με την έρευνα, οι αποφάσεις των γυναικών ηγετών λαμβάνονται με έμφαση στις διαπροσωπικές σχέσεις, ενώ των ανδρών με προσήλωση στον στόχο. Επίσης, οι γυναίκες φαίνεται να είναι διατεθειμένες να αναλάβουν ευκολότερα ρίσκα για την οικονομία, παρά για την υγεία των πολιτών, σε αντίθεση με τους άνδρες.
Ως συνέχεια των παραπάνω, το παράδειγμα της Νέας Ζηλανδίας μπορεί να χαρακτηριστεί ως εμβληματική περίπτωση πρόληψης και αντιμετώπισης της πανδημίας του νέου κορονοϊού, έχοντας στο τιμόνι μια γυναίκα, την πρωθυπουργό Jacinda Ardern. Η Jacinda Ardern κατάφερε να κερδίσει τις πρόσφατες εθνικές εκλογές, ακριβώς για την στάση της στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
Η Ν. Ζηλανδία, λοιπόν, αντέδρασε πολύ άμεσα στην πανδημία, πήρε γενναίες και γρήγορες αποφάσεις και έδρασε συντονισμένα και αποφασιστικά. Ένα μόλις μήνα μετά το πρώτο κρούσμα πέρασε σε κατάσταση επιπέδου 4 και εφάρμοσε καθολικό lockdown. Κατά τη διάρκεια του lockdown, αλλά και στη συνέχεια, εφάρμοζαν πολύ αυστηρούς ελέγχους στα σύνορα της χώρας, ώστε να καθυστερήσει η έλευση του ιού από το εξωτερικό (14 ημέρες υποχρεωτική καραντίνα σε όλους τους επισκέπτες) και ταυτόχρονα κέρδισαν χρόνο για την προετοιμασία των νοσοκομείων (προσλήψεις και κρεβάτια ΜΕΘ) και του δημόσιου συστήματος υγείας συνολικότερα. Τα δραστικά αυτά μέτρα της επέτρεψαν να επιστρέψει από το επίπεδο 4 στο επίπεδο 1 μέσα σε μόλις 3 μήνες.
Φυσικά, το οικονομικό, αλλά και το κοινωνικό κόστος ελήφθησαν πολύ σοβαρά υπόψη, γι’ αυτό και η κυβερνητική απάντηση ήταν μια σειρά παρεμβάσεων για τους οικονομικά πιο ευάλωτους, συμπεριλαμβανομένου ενός γενναίου πακέτου οικονομικής στήριξης και περιορισμού στις αυξήσεις των ενοικίων. Ανακοινώθηκε η δημιουργία ταμείου ανάκαμψης, που θα χρηματοδοτούσε με 50 δισ. την επανεκκίνηση της οικονομίας, ενώ νωρίτερα είχαν ανακοινωθεί επιπλέον μέτρα, ύψους 12 δισ. ευρώ. (Ας σημειωθεί εδώ ότι η Ν. Ζηλανδία έχει τον μισό περίπου πληθυσμό της Ελλάδας, δηλαδή περίπου 4,9εκ. κατοίκους). Με τον τρόπο αυτό, ήδη από τον Αύγουστο, σύμφωνα με δημοσιευμένα δεδομένα, πολλοί τομείς της εγχώριας οικονομίας λειτουργούσαν κοντά στα προ κορονοϊού επίπεδα.
Εκτός από το καθολικό lockdown, που σαφώς έπαιξε ρόλο και στην κοινωνική αποστασιοποίηση – κρίσιμος παράγοντας για τη μη μετάδοση της νόσου – υπήρξε άλλος ένας πολύ κρίσιμος παράγοντας, που έπαιξε τον δικό του ρόλο. Δόθηκε μεγάλη έμφαση στην επικοινωνία των διαθέσιμων επιστημονικών δεδομένων, με σοβαρό και έγκυρο τρόπο. Ένα πραγματικά βασικό συστατικό της επιτυχίας ήταν η συνοχή και η εγκυρότητα του επικοινωνιακού μηνύματος, που όμως είχε και χαρακτηριστικά ενσυναίσθησης και αλληλεγγύης, με την εμπλοκή της ίδιας της Πρωθυπουργού, η οποία απευθύνονταν στον κόσμο με πολύ ανθρώπινο και άμεσο τρόπο, που ταυτόχρονα ενέπνεε εμπιστοσύνη και ασφάλεια.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει ακολουθήσει ένα αντιδιαμετρικά αντίθετο μοντέλο. Ασαφή επικοινωνιακά μηνύματα, με αναιρούμενες κάθε φορά οδηγίες (βλ. χρήση μάσκας), με πολύ ελλειμματικούς προϋπολογισμούς για την επανεκκίνηση της οικονομίας, με τραγικά λάθη στο άνοιγμα του τουρισμού και με έναν Πρωθυπουργό που στα διαγγέλματά του προσπαθεί να πείσει με τρόπο καθαρά επιχειρησιακό, πολεμικό κατά της πανδημίας, αλλά και κατά των πολιτών, στους οποίους κάθε φορά επιρρίπτει την ευθύνη. Δυστυχώς, το «τρένο» της συναίνεσης και της εμπιστοσύνης στα μέτρα αναχαίτησης της πανδημίας χάθηκε ανεπιστρεπτί (;) στη χώρα μας και αυτό που έχει μείνει στη διάθεση της κυβέρνησης είναι το «τρένο» της καταστολής, δηλαδή τα πρόστιμα και η απαγόρευση κυκλοφορίας. Άραγε, ο λόγος είναι μόνο το γεγονός ότι ο κ. Μητσοτάκης με την κ. Ardern δεν ανήκουν στο ίδιο φύλο;
Ειρήνη Αγαθοπούλου
Φαρμακοποιός
Βουλεύτρια Κιλκίς, Αναπλ. Τομεάρχισσα Δικαιοσύνης ΚΟ ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ