Στα στοιχεία των εμβολιασμών στην Ελλάδα αναφέρθηκε, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης για τον εμβολιασμό στην Ελλάδα, ο Μάριος Θεμιστοκλέους.
Αρχικά, ο κ. Θεμιστοκλέους τόνισε πως σήμερα έγιναν ως τώρα 37.000 εμβολιασμοί και η μέρα θα κλείσει με περίπου 45.000 εμβολιασμούς.
Ακόμα, όπως είπε ο μέσος όρος των ραντεβού ημερησίως για αυτή την εβδομάδα κυμαίνεται στα 40.000. Ερωτηθείς για την πτώση των ραντεβού απάντησε πως είναι αναμενόμενο, μιας και βρισκόμαστε στην καλοκαιρινή περίοδο.
Συνολικά 33.000 έφηβοι της ηλικιακής ομάδας 15-17 έχουν εμβολιαστεί ή έχουν κλείσει το ραντεβού τους.
Ακόμα, αναφέρθηκε στο πρόγραμμα εμβολιασμός κατ’ οίκον, όπου όπως είπε μέχρι στιγμής έχουν κάνει αίτηση 3.200 πολίτες κι έγινε ήδη εμβολιασμός σε 725 πολίτες.
Η τρίτη δόση του εμβολίου
Σε ερώτηση που δέχθηκε αναφορικά με την τρίτη δόση εμβολίου, ο Γενικός Γραμματέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας απάντησε αρχικά πως πιθανότατα δεν θα χρειαστεί τεστ αντισωμάτων ως κριτήριο για το αν κάποιος θα κάνει τρίτη δόση ή όχι.
Ο ίδιος ξεκαθάρισε πως η χώρα είναι έτοιμη σε επιχειρησιακό επίπεδο για να ξεκινήσει το πρόγραμμα της τρίτης δόσης του εμβολίου αν αυτό αποφασιστεί από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, ωστόσο, σημείωσε με νόημα πως μέχρι στιγμής απόφαση για χορήγηση τρίτης δόσης του εμβολίου δεν έχει παρθεί σε καμία χώρα της ΕΕ.
Μας ανησυχούν πολύ οι μεταλλάξεις- Φέρνουν τρίτη δόση του εμβολίου
Την ανησυχία του για πιθανές μεταλλάξεις, οι οποίοι μελλοντικά μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρή νόσο, αλλά και την ανάγκη να υπάρξει και τρίτη δόση του εμβολίου σε συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού εξέφρασε ο καθηγητής Παθολογίας-Λοιμωξιολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών και μέλος της Επιτροπής των Εμπειρογνωμόνων, Χαράλαμπος Γώγος μιλώντας στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΣΚΑΪ.
Όπως εξήγησε, οι ιοί αλλάζουν συνεχώς μέσω των μεταλλάξεων και δημιουργούνται διάφορες καινούριες παραλλαγές, από τις οποίες αυτή τη στιγμή υπάρχουν τέσσερις που είναι σημαντικές. «Αυτές οι παραλλαγές επηρεάζουν κυρίως την πρωτεΐνη ακίδα, την πρωτεΐνη δηλαδή που μπαίνει μες στο κύτταρο με αποτέλεσμα να επηρεάζει κυρίως την μεταδοτικότητα. Δυστυχώς, υπάρχουν πιθανότητες, και σε αυτό αναφέρθηκε και η βρετανική ομάδα εμπειρογνωμόνων που συμβουλεύει τη βρετανική κυβέρνηση, για μεταλλάξεις σε δομικά γονίδια που σχετίζονται με διαφορετική συμπεριφορά στον πολλαπλασιασμό και την αλληλεπίδραση με τον ξενιστή, με το κύτταρο. Αυτές λοιπόν μπορούν να οδηγήσουν σε σοβαρή νόσο. Υπάρχει πιθανότητα να εμφανιστούν τέτοιες μεταλλάξεις, όπως υπάρχει η πιθανότητα να εμφανιστούν και μεταλλάξεις με αντοχή στα εμβόλια ή στα αντιικά φάρμακα», δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Γώγος.
Ωστόσο, επισήμανε ότι υπάρχει και το καλό σενάριο που προβλέπει την επικράτηση μεταλλάξεων με χαμηλή παθογονικότητα και τη μετατροπή της πανδημίας σε μια ενδημική νόσο.
Ερωτηθείς αν πρέπει να γίνει και τρίτη δόση του εμβολίου κατά του κορωνοϊού, ο καθηγητής εστίασε σε τρεις κατηγορίες πολιτών που φαίνεται ότι την έχουν ανάγκη. Πρόκειται για τους μεταμοσχευμένους ή ανοσοκατεσταλμένους και τους ηλικιωμένους που σιγά έχουν φθίνουσα ανοσιακή απάντηση και για να αυξηθεί σε ένα αποτελεσματικό επίπεδο, χρειάζεται μια επαναληπτική δόση. «Όπως πιθανώς κάτι τέτοιο να χρειαστεί για τους υγειονομικούς, οι οποίοι έχουν καλύψει το διάστημα των 6-9 μηνών ανοσίας από το εμβόλιο κι εκτίθενται σε υψηλά ιικά φορτία. Αυτά θα συζητηθούν από την Επιτροπή μες στον Αύγουστο», τόνισε.
Παράλληλα, ο κ. Γώγος αναφέρθηκε και στην ανάγκη συχνότερης χρήσης της μάσκας, ακόμα και από τους εμβολιασμένους, κυρίως σε κλειστούς χώρους, αλλά και τη διενέργεια διαγνωστικών τεστ. «Ένα ποσοστό 30%-40% των εμβολιασμένων μπορεί να κολλήσουν κι εν δυνάμει να μεταδώσουν και τη νόσο. Επειδή η χρήση της μάσκας αποτελεί ένα εξαιρετικό εργαλείο, πρέπει να επιταθεί η χρήση της, να περάσει πάλι αυτή η οδηγία, ιδιαίτερα σε κλειστούς εσωτερικούς χώρους και χώρους ζωτικής σημασίας για την καθημερινότητά μας, όπως τα μέσα μαζικής μεταφοράς, τα σούπερ μάρκετ κλπ», σημείωσε. Κατέληξε δε υπογραμμίζοντας ότι αν πετύχουμε μια εμβολιαστική κάλυψη της τάξεως του 80%-85%, τότε οι πιθανότητες να μεταδώσουμε συνολικά ελαττώνεται σε τέτοιο βαθμό που θα μπορέσουμε να αραιώσουμε τη χρήση των προστατευτικών μέσων.