Οι εξαγωγές υπηρεσιών της Ελλάδας συγκεντρώνονται κυρίως στον τουρισμό και τις θαλάσσιες μεταφορές, αναφέρει η Eurobank στο οικονομικό της δελτίο.
Στο 1ο δίμηνο του 2020 καταγράφηκε αύξηση των εξαγωγών αγαθών και οριακή μείωση του εμπορικού ελλείμματος αναφέρει η Eurobank στο οικονομικό της δελτίο. Ωστόσο, λόγω της πανδημίας του κορονοϊού, αναμένεται ραγδαία επιδείνωση στους δείκτες της πραγματικής οικονομίας, κυρίως στο 2ο και το 3ο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Οι εξαγωγές αγαθών είναι η δαπάνη των κατοίκων της αλλοδαπής (νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κυβέρνηση) για αγορά εγχώριων προϊόντων. Συνεπώς αποτελούν μια εκ των συνιστωσών δαπάνης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ). Το 2019, το μερίδιο τους στο ονομαστικό ΑΕΠ (αξία σε τρέχουσες τιμές) διαμορφώθηκε στο 19,9%, υψηλότερο κατά περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με τα προ κρίσης επίπεδα.
Όπως αναφέρει η Eurobank η προαναφερθείσα άνοδος ήταν αποτέλεσμα της συρρίκνωσης του ΑΕΠ (μείωση του παρονομαστή) και της ενίσχυσης των εξαγωγών αγαθών (αύξηση του αριθμητή), με την τελευταία μεταβολή να επιβραδύνει τη μείωση της πρώτης. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το αντίστοιχο μερίδιο των εισαγωγών αγαθών, το εμπορικό έλλειμμα της ελληνικής οικονομίας ανήλθε στο -10,3% του ονομαστικού ΑΕΠ το 2019, ίσο με το πλεόνασμα υπηρεσιών (σε επίπεδο 1ου δεκαδικού ψηφίου).
Το 2008, το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου και το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών της Ελλάδας ήταν στο -18,7% και 6,1% του ονομαστικού ΑΕΠ αντίστοιχα. Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι η εγχώρια δαπάνη των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και της κυβέρνησης ήταν υψηλότερη σε σύγκριση με την εγχώρια παραγωγή (= εγχώριο εισόδημα) κατά 12,6% ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Βάσει των στοιχείων των εθνικών λογαριασμών του 2019, η προαναφερθείσα απόκλιση εξαλείφθηκε πλήρως, με την εγχώρια δαπάνη να ισούται με την εγχώρια παραγωγή (το άθροισμα της συνολικής κατανάλωσης και της συνολικής επένδυσης ήταν ίσο με €187,5 δισ. σε τρέχουσες τιμές το 2019, δηλαδή όσο και το ονομαστικό ΑΕΠ).
Ως γνωστόν, οι εξαγωγές αγαθών (και υπηρεσιών) αποτελούν θετική συνάρτηση του εισοδήματος των φορέων της αλλοδαπής και αρνητική της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας (αντίστοιχα οι εισαγωγές αποτελούν θετική συνάρτηση του εγχώριου εισοδήματος και θετική της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας).
Εξαιτίας της προβλεπόμενης συρρίκνωσης του διεθνούς εμπορίου και της αναμενομένης μεγάλης ύφεσης στην Ελλάδα και σε πλήθος χωρών με τις οποίες διατηρεί εμπορικούς δεσμούς, τόσο η πλευρά της πίστωσης (εξαγωγές) όσο και αυτή της χρέωσης (εισαγωγές) των εξωτερικών συναλλαγών εκτιμάται ότι θα κινηθούν καθοδικά το 2020.
Επί παραδείγματι, το 2009, έτος στο οποίο ο πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης της ΕΕ-28, της Ευρωζώνης και της Ελλάδας ήταν έντονα αρνητικός (λόγω της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης), οι εξαγωγές και οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της ελληνικής οικονομίας συρρικνώθηκαν κατά -18,5% και -20,4% αντίστοιχα.
Οι εξαγωγές υπηρεσιών της Ελλάδας συγκεντρώνονται κυρίως στον τουρισμό και τις θαλάσσιες μεταφορές. Επί παραδείγματι, από τα 40,2 δισ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές των εξαγωγών υπηρεσιών το 2019, τα 18,2 δισ. ευρώ προήλθαν από ταξιδιωτικές υπηρεσίες και τα 14,7 δισ. ευρώ από θαλάσσιες μεταφορές, δηλαδή μαζί, συνεισέφεραν το 82,0% των συνολικών εισπράξεων υπηρεσιών.
Στον τομέα των εμπορευμάτων η συγκέντρωση είναι αρκετά χαμηλότερη. Την πρώτη θέση καταλαμβάνουν τα ορυκτά καύσιμα και λιπαντικά (31,6% επί του συνόλου €33,8 δισ. σε τρέχουσες τιμές εξαγωγών εμπορευμάτων το 2019) και ακολουθούν με τα υψηλότερα μερίδια οι κατηγορίες των βιομηχανικών ειδών ταξινομημένων κυρίως κατά πρώτη ύλη (14,9%), των τροφίμων και ζώων ζωντανών (14,2%), των χημικών προϊόντων (12,2%), των μηχανήματα και υλικού μεταφορών (9,4%) και των διάφορων βιομηχανικών ειδών (8,4%).
Σε όρους ισοζυγίων, το εμπορικό έλλειμμα των -21,7 δισ. ευρώ σε τρέχουσες τιμές το 2019 προήλθε από τις κατηγορίες των μηχανημάτων και υλικού μεταφορών (-7,3 δισ ευρώ), των χημικών προϊόντων (-4,5 δισ ευρώ), των ορυκτών καυσίμων και λιπαντικών (-4,3 δισ ευρώ) και των διαφόρων βιομηχανικών ειδών (-3,7 δισ ευρώ). Δύναται να υποστηριχθεί ότι ένα μέρος των εξαγωγών εμπορευμάτων της ελληνικής οικονομίας στηρίζεται σε αντίστοιχες εισαγωγές προϊόντων (π.χ. πρώτες ύλες κ.α.). Συνεπώς, πέραν της αρνητικής επίδρασης της ζήτησης στις εξαγωγές εμπορευμάτων το 2020 ενδέχεται να ασκηθούν αρνητικές πιέσεις και από την πλευρά της προσφοράς μέσω του διαύλου των εισαγωγών.
Όπως αναφέρει η Eurobank αυτές είναι οι πιο πρόσφατες παρατηρήσεις για το τρέχον έτος (τα στοιχεία του Μαρτίου 2020 είναι προγραμματισμένο να ανακοινωθούν στις 8/5/2020).
Στο 1ο δίμηνο 2020 καταγράφηκε αύξηση των εξαγωγών αγαθών και οριακή μείωση του εμπορικού ελλείμματος. Συγκεκριμένα, οι εξαγωγές εμπορευμάτων ενισχύθηκαν σε ετήσια βάση κατά 5,3% ή €276,2 εκατ. με τη θετική συνεισφορά της κατηγορίας των εκτός πετρελαιοειδών και πλοίων να υπεραντισταθμίζει την αρνητική των πετρελαιοειδών. Στη μεν πρώτη σημειώθηκε αύξηση 9,5%, στη δε δεύτερη πτώση -4,8%.
Η μεταβολή της τελευταίας εξηγείται από τη μείωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου. Τέλος, η ετήσια αύξηση των εισαγωγών εμπορευμάτων ήταν ηπιότερη (2,1% ή 190,8 εκατ. ευρώ) με αποτέλεσμα τη μείωση – έστω και οριακή – του εμπορικού ελλείμματος κατά 85,4 εκατ. ευρώ (από τα -3.680,3 εκατ. ευρώ το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2019 στα -€3.594,9 εκατ. το δίμηνο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου 2020).
Καθότι η αρνητική διαταραχή της πανδημίας του κορονοϊού – Covid–19 δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά το πλήθος το χωρών με τις οποίες συναλλάσσεται για αγορά και πώληση εμπορευμάτων και υπηρεσιών, στους επόμενους μήνες, και ειδικά στα στοιχεία του 2ου και του 3ου τριμήνου, αναμένεται μεγάλη πτώση των εξαγωγών και των εισαγωγών.
Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (World Economic Outlook, Απρίλιος 2020), ο όγκος του διεθνούς εμπορίου σε αγαθά και υπηρεσίες το 2020 προβλέπεται να συρρικνωθεί σε ετήσια βάση κατά -11,0%. Στις ανεπτυγμένες οικονομίες (αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες) εκτιμάται μείωση των εξαγωγών και των εισαγωγών κατά -12,8% (-9,6%) και -11,5% (-8,2%) αντίστοιχα.
Για την ελληνική οικονομία προβλέπεται διεύρυνση του ελλείμματος τρεχουσών Καθότι η αρνητική διαταραχή της πανδημίας του κορονοϊού – Covid–19 δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά το πλήθος το χωρών με τις οποίες συναλλάσσεται για αγορά και πώληση εμπορευμάτων και υπηρεσιών, στους επόμενους μήνες, και ειδικά στα στοιχεία του 2ου και του 3ου τριμήνου, αναμένεται μεγάλη πτώση των εξαγωγών και των εισαγωγών.