Ο ειδικός φρουρός που ξυλοκοπήθηκε στη Νέα Σμύρνη, μετά τη νοσηλεία του, κατέθεσε ως μάρτυρας στη 13η Τακτική Ανακρίτρια για την άγρια επίθεση που δέχθηκε όταν διαδηλωτής τον πέταξε από τη μηχανή που επέβαινε με συνάδελφό του της ομάδας ΔΡΑΣΗ.
Ο αστυνομικός της ομάδας «ΔΡΑΣΗ» είπε στην ανακρίτρια ότι δεχόταν χτυπήματα στο κεφάλι και ότι ήθελαν να πάρουν το όπλο του.
«Αισθάνθηκα από πίσω μου κάποιον να ορμάει επάνω μου, να με πιάνει από το λαιμό και ρίχνοντάς με κάτω να μου τραβάει το κράνος με το χέρι του προκειμένου να βγει.
Το κράνος όντως βγήκε, παρόλο που ήταν ασφαλισμένο στο λαιμό μου.
Όσο βρισκόμουν στο έδαφος αισθάνθηκα αρχικά ένα λάκτισμα επάνω μου και στη συνέχεια ένα καταιγισμό χτυπημάτων από πλήθος ατόμων που όρμησαν επάνω μου, τα οποία στόχευαν κατευθείαν στο κεφάλι, φωνάζοντας παράλληλα “σκοτώστε τον, πάρτε του το όπλο”, “θα πεθάνεις κωλόμπατσε”. Εγώ προσπάθησα να προστατέψω το όπλο μου γιατί αισθανόμουν να το τραβάνε από τη θήκη μου. Προσπάθησα να προστατέψω όσο μπορούσα το σώμα μου και το κεφάλι μου με τα χέρια μου, καθώς ένιωθα ένα τεράστιο πλήθος να με χτυπάει. Πήραν κομμάτια από τον εξοπλισμό μου και απ’ ότι συνειδητοποίησα μου έλειπαν γεμιστήρες. Από τη στιγμή που ένα τόσο μεγάλο πλήθος κόσμου με χτυπούσε στο κεφάλι με σκοπό να με σκοτώσει δεν θα δίσταζε παίρνοντας το όπλο μου να με πυροβολήσει και κάποιος. Εκείνη τη στιγμή ένιωθα ότι τελειώνω, ότι φθάνει το τέλος μου, ότι το πλήθος δεν θα σταματήσει να με χτυπάει μέχρι να με δει να πεθαίνω. Νιώθω ότι στα τελευταία δευτερόλεπτα που με χτυπούσαν έχασα τις αισθήσεις μου. Όλο αυτό το περιστατικό διήρκεσε περίπου 2 λεπτά. Θεωρώ ότι επειδή έχασα τις αισθήσεις μου το πλήθος, νόμιζε ότι είχα πεθάνει, οπότε και μείωσε τα χτυπήματα σε βάρος μου…».