Ο Γιώργος Χρηστίδης, δηµοσιογράφος, ανταποκριτής του Der Spiegel στην Ελλάδα και µέλος του ∆.Σ. της Ενωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου, απαντά σε άρθρο που δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» για την γνωστή υπόθεση των προσφύγων στον Έβρο με επιστολή του προς τη διεύθυνση της εφημερίδας.
Το άρθρο αναλυτικά:
Κύριε διευθυντά
Για την υπόθεση των προσφύγων στη νησίδα Κισσάρι το περασμένο καλοκαίρι έχουν γραφτεί πολλά τερατώδη ψεύδη. Για μεγάλο διάστημα απέφευγα τις δημόσιες παρεμβάσεις. Η δημοσιογραφική έρευνα βρισκόταν σε εξέλιξη, το ίδιο και η δικαστική, ενώ λόγω της τοξικότητας –ιδίως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης– κάθε παρέμβαση θεωρούσα ότι θα ήταν αντιπαραγωγική. Η σημερινή μου ενασχόληση με το άρθρο του κυρίου Δρυμιώτη, το οποίο φιλοξένησε η «Κ» στο φ. της 26/2, αποτελεί κατά πάσα πιθανότητα επίσης χάσιμο χρόνου. Ενας λίβελλος παραπάνω («πλεκτάνη», «κατασκευασμένο ρεπορτάζ», «γνώριζε ότι είναι παραμύθι», γράφει ο αρθρογράφος χωρίς κανένα επιχείρημα ή απόδειξη), ένας παρακάτω, τι σημασία έχει;
Η απάντηση είναι ότι δεν θα είχε, εάν δεν ήταν ενδεικτικός (ο λίβελλος) της κακοδαιμονίας της ελληνικής δημοσιογραφίας και αρθρογραφίας. Ειδικά όταν βρίσκει διέξοδο σε μια εφημερίδα εγνωσμένης εγκυρότητας όπως η «Κ». Δεν θα σταθώ τόσο στα λάθη του άρθρου, κυρίως λόγω του πλήθους και του βαθμού της ανοησίας τους. Ενα στοιχειώδες fact-checking θα διέσωζε πιθανόν μόνο τους συνδέσμους και τις προθέσεις. Π.χ., «πρώτος ανέδειξε [ο υπογράφων] το θέμα», γράφει ο κ. Δρυμιώτης (ενώ αυτό αναδείχθηκε πρώτα από τον ελληνικό Τύπο), ο οποίος επιδίδεται σε ένα αναμάσημα θεωριών συνωμοσίας (η μία Σύρια «δεν ήταν πρόσφυγας… αλλά ζούσε στη Γερμανία»), τις οποίες αλίευσε προφανώς από τα κατάβαθα του Τwitter και βασίζονται μεταξύ άλλων φαιδρών στο Instagram ή στο μανικιούρ μιας εκ των προσφύγων.
Λόγω χώρου, είναι αδύνατον να αναφερθώ αναλυτικά και στην υπόθεση αυτή καθαυτή. Εν ολίγοις όμως: Τον Ιούλιο του περασμένου έτους, ενώ βρισκόμουν σε διακοπές, πληροφορήθηκα ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έδωσε εντολή διάσωσης των εν λόγω προσφύγων στην Ελλάδα. Με άλλους συναδέλφους και δικηγόρους ήμασταν σε συστηματική επικοινωνία μαζί τους. Επί αρκετό διάστημα, σε πείσμα του πλήθους των αποδεικτικών στοιχείων που είχαν στην κατοχή τους, οι ελληνικές αρχές ισχυρίζονταν ότι «δεν τους έβρισκαν» στη νησίδα. Επειτα προβλήθηκε το επιχείρημα ότι, ούτως ή άλλως, η νησίδα ήταν «τουρκική» και κάθε επέμβαση διάσωσης θα μπορούσε να οδηγήσει σε θερμό επεισόδιο. Ολα αυτά πολύ πριν από τις καταγγελίες για τον θάνατο του κοριτσιού και προτού ο υπογράφων στείλει οποιοδήποτε ρεπορτάζ προς δημοσίευση.
Τι αποδείχθηκε τελικά και συστηματικά παραλείπεται; Οτι και οι πρόσφυγες υπήρχαν, και στη νησίδα βρίσκονταν, και οι Αρχές το γνώριζαν, και η διάσωση θα μπορούσε να έχει γίνει κατά τις εντολές του Δικαστηρίου πριν από οποιαδήποτε καταγγελία θανάτου, ενώ και η «τουρκική νησίδα» δεν ήταν εν τέλει «τουρκική», αλλά μοιρασμένη – και κατά κύριο λόγο ελληνική. Αυτό το τελευταίο ειδικά –η λεκτική και όχι μόνο παραχώρηση εδάφους στην Τουρκία από υπουργικά και άλλα χείλη– παραδόξως δεν άγγιξε καθόλου τις χορδές των κατ’ επάγγελμα πατριωτών σε ΜΜΕ και υπουργικές/βουλευτικές έδρες.
Σε ό,τι αφορά το κορίτσι. Το Spiegel όπως και πολλά άλλα έγκυρα διεθνή μέσα (Le Monde, Al Jazeera, Channel 4 κ.λπ.), κατέγραψαν τις καταγγελίες των προσφύγων για τον θάνατό της. Στο ρεπορτάζ του Spiegel, όπως το ίδιο το περιοδικό αναγνώρισε δημόσια, εσφαλμένα παραλήφθηκε κατά την επιμέλεια της ανταπόκρισης η συνήθης και αυτονόητη επιφύλαξη ότι ο θάνατος επήλθε «σύμφωνα με τις μαρτυρίες των προσφύγων». Οι καταγγελίες για τον θάνατο του παιδιού ήταν, όμως, υπαρκτές και επώνυμες. Επαναλήφθηκαν δε και μετά τη διάσωσή τους από τις ελληνικές αρχές στον εισαγγελέα. Εγιναν μάλιστα αρχικά δεκτές και από τον κ. Μηταράκη, ο οποίος τους συλλυπήθηκε. Βάσει αυτών των επώνυμων μαρτυριών, οι γονείς, και όσα μέλη της ομάδας παρέμειναν στην Ελλάδα, έλαβαν ήδη άσυλο από τις ελληνικές αρχές, οι οποίες έκριναν τις μαρτυρίες τους άκρως αξιόπιστες. Μετά την πολύμηνη επανεξέταση του θέματος, το Spiegel ουδέποτε ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρξε το κορίτσι ούτε βρήκε αποδείξεις ότι ο θάνατός του ήταν κατασκευασμένος ούτε ασφαλώς ζήτησε συγγνώμη, όπως διαδόθηκε από την κυβέρνηση και φίλια μέσα αυτής.
Μήνες μετά τα γεγονότα, η «Κ» δημοσίευσε ρεπορτάζ που αμφισβητεί τον θάνατο του κοριτσιού. Το ρεπορτάζ βασίζεται σε μια ανώνυμη μαρτυρία μέλους της ομάδας των προσφύγων. Ασφαλώς αυτό –ένα πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ βάσει ανώνυμης μαρτυρίας μήνες μετά τα γεγονότα– είναι απολύτως θεμιτό. Υποθέτω ότι ήταν εξίσου θεμιτό, για την ακρίβεια αναγκαίο, για ένα ξένο ή εγχώριο ΜΜΕ να δημοσιεύσει επώνυμες μαρτυρίες, την ώρα μάλιστα των γεγονότων, και ειδικά όταν το διακύβευμα ήταν ανθρώπινες ζωές.
Εξάλλου, αν ο εγχώριος Τύπος (πλην εξαιρέσεων) έκανε τη δουλειά του, θα γνώριζε (και θα είχε συμβάλει στον όγκο των αποδείξεων) ότι οι παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα σύνορα έχουν τεκμηριωθεί πλειστάκις και δεν θα προσποιούνταν ότι έπεφτε από τα σύννεφα για τα δεινά που υπέστη η ομάδα των προσφύγων από τις ελληνικές και τις τουρκικές αρχές. Οι παραβιάσεις αυτές έχουν τεκμηριωθεί τόσο από το Spiegel όσο και από αναρίθμητα άλλα ξένα μέσα και διεθνείς οργανισμούς (από τους New York Times και τη Wall Street Journal μέχρι τη Le Monde, το Politico, τον Guardian, τον ΟΗΕ, τη Διεθνή Αμνηστία). Παραβιάσεις που επιβεβαιώθηκαν από τις ευρωπαϊκές αρχές (OLAF) και οδήγησαν στην παραίτηση του επικεφαλής του Frontex. Πρακτικές που πρόσφατα έκαναν τον αξιωματούχο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Frontex να εισηγηθεί την απόσυρση του οργανισμού από την Ελλάδα, σύμφωνα με τους New York Times.
Αλλά αυτά δεν απασχολούν τους εγχώριους υπερασπιστές της εξουσίας, οι οποίοι αντί να ερευνούν και να θέτουν τις Αρχές προ των ευθυνών τους, προτιμούν τη δολοφονία χαρακτήρων, την επίθεση κατά μιας οικογένειας Σύρων και την εξυπηρέτηση της απροκάλυπτης (και ομολογουμένως επιτυχημένης) στρατηγικής σίγασης κάθε εναπομείνασας φωνής υπεράσπισης τους ευρωπαϊκού κεκτημένου, της ανθρωπιάς, του πολιτισμού και της δικαιοσύνης στη χώρα μας.
Εκαστος εφ’ ω ετάχθη.
Γιώργος Χρηστίδης
∆ηµοσιογράφος, ανταποκριτής του Der Spiegel στην Ελλάδα και µέλος του ∆.Σ. της Ενωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου.
* Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή»