«Έγινε μια γόνιμη κριτική, η οποία δεν είχε χαρακτηριστικά ούτε διαλυτικά, ούτε και τύφλωσης απέναντι στην πραγματικότητα», δήλωσε ο βουλευτής Βόρειου Τομέα Αθηνών και τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος, στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού- Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM» για τις τοποθετήσεις που έγιναν στην Κεντρική Επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ.
«Ο απολογισμός που έγινε, ήταν ρεαλιστικός, έδειξε τα θετικά μιας πορείας που είχε ιστορικά χαρακτηριστικά -την πρώτη κυβέρνηση ριζοσπαστικής Αριστεράς στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», είπε ο κ. Κατρούγκαλος.
Κληθείς να σχολιάσει την αναφορά του Αλέξη Τσίπρα σε έλεγχο των «αρμών της εξουσίας», εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ αναλάβει ξανά τη διακυβέρνηση της χώρας, απάντησε: «Στον τρόπο με τον οποίο εκφράζεται το σύστημα εξουσίας σε όλους τους μηχανισμούς υπάρχει επιρροή μεγάλων συμφερόντων -κλασική περίπτωση παρόμοιου “αρμού” τα ΜΜΕ που στην Ελλάδα έχουν πάρει μονοπωλιακό χαρακτήρα. Η επιρροή όμως μέσω του χρήματος και των κλειστών δομών εξουσίας που δημιουργεί το σύστημα διαπλοκής είναι φανερή σε πολλούς θεσμούς».
Σχετικά με τη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ επισήμανε ότι «πρέπει να διατηρήσουμε και τον προοδευτικό μας χαρακτήρα, αλλά και ταυτόχρονα να καλύψουμε όλον αυτόν τον χώρο, από την Αριστερά μέχρι το προοδευτικό κέντρο» και «αυτή την αποστολή πράγματι την έχει πάρει πάνω του ο Αλέξης Τσίπρας, ακριβώς γιατί έχει μια προσωπικότητα τέτοια, που εμπνέει εμπιστοσύνη σε ευρύτερα κομμάτια του ελληνικού λαού, πράγμα που φάνηκε και στο ποσοστό που πήραμε παρά την ήττα στις τελευταίες εκλογές».
Ερωτηθείς εξάλλου για την επικείμενη ανάρτηση από τον ΟΗΕ των συντεταγμένων θαλάσσιας δικαιοδοσίας που ορίζει το τουρκολιβυκό μνημόνιο, ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε: «Μια παράνομη συμφωνία δεν δημιουργεί δίκαιο. Ο ΟΗΕ διοικητική και μόνο υποχρέωση έχει να καταγράψει τις συντεταγμένες που έχει αποστείλει η Τουρκία. Απλώς και μόνο η αποδοχή αυτή, λόγω του διοικητικού χαρακτήρα της πράξης, δεν δημιουργεί σε καμία περίπτωση δίκαιο».
Σχετικά με την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων ανέφερε: «Θα πρέπει να υποστηρίξουμε τη διεύρυνση. Αν τεθεί ζήτημα -όπως φαίνεται- διαφοροποίησης Αλβανίας και Βόρειας Μακεδονίας, λόγω προβλημάτων που έχει η Αλβανία, να δώσουμε τη δική μας διάσταση, που αφορά την ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων της δικής μας ιστορικής μειονότητας εκεί και κυρίως να έχουμε την πολιτική παρρησία να επιβεβαιώσουμε τη σημασία που έχει η χώρα μας ως παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή και να εκφράσουμε τον δικό μας λόγο».
Αναφερόμενος, τέλος, στη διαχείριση του προσφυγικού- μεταναστευτικού ζητήματος από την κυβέρνηση παρατήρησε: «Υπάρχει μία πολιτική που έχει χαρακτηριστικά αντιφατικότητας ακριβώς γιατί δεν κινείται με βάση την ουσία αλλά τις αντιδράσεις στην κοινή γνώμη, έχει προβλήματα ως προς το διεθνές δίκαιο και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο πολλές από τις αρχικές εξαγγελίες -π.χ. η κατάργηση του β’ βαθμού εξέτασης του ασύλου- έχουν ήδη ληφθεί πίσω. Είναι ένα μνημείο ασυνεννοησίας και έλλειψης συντονισμού ανάμεσα σε διαφορετικά κυβερνητικά όργανα, πράγμα που με τον καλύτερο τρόπο αναδεικνύεται με την ανασύσταση του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής».