Το γεγονός πως κυβερνητικοί παράγοντες εκστομίζουν κοτσάνες σε σχέση με τη διαχείριση της πανδημίας και δεν γίνονται καταγέλαστοι από μεγάλη μερίδα των μίντια είναι θλιβερό για τη δημοκρατία στην Ελλάδα του Μητσοτάκη, λέει ο Γιώργος Τσίπρας, αναπληρωτής τομεάρχης Άμυνας στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Στη συνέντευξή του στο newsique.gr επισημαίνει πως ο τρόπος με τον οποίο η κυβέρνηση πανηγυρίζει για την αντιμετώπιση της πανδημικής κρίσης είναι σαν να κομπάζει ένας μέτριος ηθοποιός πως είναι εφάμιλλος του Ντε Νίρο. Για την υποχρεωτικότητα στον εμβολιασμό, ο κ. Τσιπρας σχολιάζει ότι η πολιτεία ίσως θα είχε το δικαίωμα να ζητήσει συναίνεση για υποχρεωτικό εμβολιασμό, μόνο εάν είχε ενισχύσει αποφασιστικά το Εθνικό Σύστημα Υγείας και είχε κάνει ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να αλλάξει τους όρους συνωστισμού στα Μέσα Μεταφοράς.
Σε ό,τι αφορά την αξιοποίησή των κονδυλίων από το Ταμείο Ανάκαμψης αναφέρει ότι τα χρήματα πάνε σε πολύ λίγες τσέπες κυρίως με πελατειακές λογικές. Ως εκ τούτου η απάντηση είναι πως είτε θα παρακολουθήσουν ένα ακόμη κεφάλαιο κατασπατάλησης πόρων είτε μια κυβέρνηση με πλατιά αποδοχή θα κατευθύνει τους πόρους με κριτήρια διαρθρωτικών αλλαγών. Σε σχέση με την παραπομπή του Ν. Παππά, αναφέρει ότι αποτελεί τίτλο τιμής για όσα έκανε και προσπάθησε ο ΣΥΡΙΖΑ.
Συνέντευξη στη Βούλα Κεχαγιά
Κύριε Τσίπρα, η κυβέρνηση εξακολουθεί να πιστεύει ότι έχει διαχειριστεί ορθά την πανδημική κρίση και πλέον επιβάλλει περιορισμούς στους πολίτες. Ποια η γνώμη σας;
Η κυβέρνηση γνωρίζει καλά πως δεν έχει διαχειριστεί καλά την πανδημική κρίση. Ανακάλυψε ότι η επικοινωνιακή αποθέωση δεν σημαίνει και επιτυχία στο πεδίο. Συνεχίζει όμως να πιστεύει ότι με την αυτό-αποθέωση θα παρουσιάζει μια μαγική εικόνα. Διάβασα τον κ. Κικίλια να λέει ότι «κάναμε την Ελλάδα χώρα πρότυπο στη διαχείριση της πανδημίας». Το ότι κυβερνητικοί εκστομίζουν τέτοιες κοτσάνες και δεν γίνονται καταγέλαστοι από μεγάλη μερίδα των μίντια, όπως θα γινόταν σε κάθε πολιτισμένη χώρα, είναι θλιβερό για τη δημοκρατία και τον πολιτισμό μας στην Ελλάδα του Μητσοτάκη. Και ο Τραμπ εκστόμιζε κάθε τόσο τέτοιου είδους κοτσάνες, γινόταν όμως το «έλα να δεις», όχι μόνο στα social media αλλά και σε μεγάλα ΜΜΕ.
Χώρες πρότυπα δεν υπάρχουν, και αν υπήρχαν θα μπορούσε να είναι η Κίνα, η Σουηδία, το Ισραήλ, η Γερμανία ίσως, μα πάντως όχι η Ελλάδα. Και κανείς δεν λέει κάτι τέτοιο στο εξωτερικό. Το λέει μόνη της η κυβέρνηση Μητσοτάκη για τον εαυτό της. Είναι σαν να κομπάζει ένας μετριότατος ηθοποιός ότι είναι εφάμιλλος του Ρόμπερτ Ντε Νίρο και να τον αποθεώνουν όλα τα εγχώρια μίντια. Σε αυτή την καφκική ηλιθιότητα ζούμε σήμερα.
Η Ελλάδα πέρασε επιτυχώς το πρώτο κύμα γιατί απλώς ήταν χαμηλή η διασπορά όταν πάρθηκαν τα πρώτα μέτρα, πανευρωπαϊκά. Αυτό το πούλησε τότε η κυβέρνηση ως δική της επιτυχία -που δεν ήταν. Στο παραμύθι εκείνο είχαν τσιμπήσει και ορισμένοι στην αντιπολίτευση, όπως και στο εξωτερικό. Αντίθετα, στο δεύτερο και τρίτο κύμα, αντικειμενικά δεν τα πήγαμε καθόλου καλά ενώ είχαμε το πιο σκληρό, πολύμηνο και αποτυχημένο λοκντάουν στην Ευρώπη. Είχαμε πολύ υψηλό ποσοστό θανάτων ανάμεσα στους διασωληνωμένους. Είχαμε πολλούς νεκρούς από covid για μια διασπορά που φαίνεται να ήταν σημαντικά μικρότερη από άλλες χώρες (τελευταίες θέσεις σε κρούσματα ανά εκατομμύριο στην Ευρώπη αλλά στη μέση περίπου σε θανάτους ανά εκατομμύριο). Είχαμε σημαντική επιδείνωση της υγείας του πληθυσμού, με άγνωστη ακόμη υπερβάλλουσα θνητότητα εξαιτίας της μετατροπής του ΕΣΥ σε σύστημα αποκλειστικά για Covid. Είχαμε μηδενική ενίσχυση του ΕΣΥ (η μικρή αύξηση των ΜΕΘ σε βάρος του υπόλοιπου ΕΣΥ δεν αποτελεί ενίσχυση του ΕΣΥ), μηδενική παρέμβαση στα Μέσα Μεταφοράς και στην Εκπαίδευση, ένα από πιο υποτυπώδη συστήματα επιτήρησης (testing), τη φτωχότερη -και με το σταγονόμετρο- δημοσιοποίηση δεδομένων στην επιστημονική κοινότητα και τους πολίτες, ένα πρόγραμμα εμβολιασμού που κουτσαίνει και ένα από τα αρνητικότερα αποτυπώματα στην οικονομία στην ευρωζώνη. Στους σχετικούς συνδυαστικούς δείκτες διαχείρισης της πανδημίας, υγειονομικά, οικονομικά και από πλευράς περιοριστικών μέτρων, είμαστε κάτω από τη μέση στον ανεπτυγμένο κόσμο.
Ακόμη κι αυτό το αστείο παραμύθι με τα self-test υποτιμά τη νοημοσύνη μας. Αφού αρνούνταν να εισάγουν self-test για έναν ολόκληρο χρόνο, το έκαναν εντέλει κυρίως για επικοινωνιακούς λόγους, δηλαδή για να δείξουν ότι κάτι κάνουν, ότι έχουν φροντίσει για όλα, ότι ελέγχουν τα πάντα, πχ στην εκπαιδευτική διαδικασία. Μια διαδικασία διαβλητή σε μαζική κλίμακα, που δεν τους απασχόλησε καν να την κάνουν λιγότερο διαβλητή (υπήρχε τεχνικός τρόπος) ή έστω να μετρήσουν με έρευνα πόσο διαβλητή είναι, τι ποσοστό ψεύδεται κλπ. Οι πολίτες αναγκάζονται να παριστάνουν πως ελέγχονται και όλους μαζί τους δουλεύει το «επιτελικό κράτος».
Τώρα επαναφέρουν σε πολλά πεδία, ως υποχρεωτικά, τα rapid και τα μοριακά. Γιατί όχι self-test, αν ήταν ασφαλή και αξιόπιστα; Για να μη μιλήσουμε για τον «πρωτοπόρο διεθνώς» αλγόριθμο EVA που υποτίθεται εξασφάλιζε το ελεγχόμενο άνοιγμα του τουρισμού πέρσι και αποδείχτηκε τόσο επιστημονικός όσο και το θαυματουργό νερό του Καματερού. Άλλο ένα άθλιο τρικ που δεν το αντιλήφθηκε ούτε η αντιπολίτευση…
Αν υπήρχε στοιχειώδης ευθιξία, όσοι έσπευσαν να φιγουράρουν τον περσινό Ιούνιο 2020 σε διθυραμβικά ρεπορτάζ «πώς νικήσαμε τον κορωνοϊό», το ηθικό θα ήταν να σπεύσουν σήμερα σε αντίστοιχα ρεπορτάζ «γιατί ΔΕΝ νικήσαμε με τον κορωνοϊό «πού την πατήσαμε», «γιατί αποτύχαμε» κλπ. Με μια τέτοια σεμνή στάση θα είχαν ανακτήσει μέρος της χαμένης αξιοπιστίας. Προφανώς δεν είναι αυτό που τους ενδιαφέρει…
Κάθε φορά που η κυβέρνηση Μητσοτάκη αδυνατούσε να κρύψει κάποια αποτυχία της, έριχνε τις ευθύνες στους νέους, στους ανεύθυνους κλπ και δίχαζε την κοινωνία. Είναι σύστημα αυτό, απολύτως κυνικό. Σήμερα τις ρίχνει στους ανεμβολίαστους.
«Είναι σαν να κομπάζει ένας μετριότατος ηθοποιός ότι είναι εφάμιλλος του Ρόμπερτ Ντε Νίρο και να τον αποθεώνουν όλα τα εγχώρια μίντια. Σε αυτή την καφκική ηλιθιότητα ζούμε σήμερα»
Εσείς ποια πιστεύετε ότι πρέπει να είναι η στάση της πολιτείας απέναντι στους ανεμβολίαστους;
Σε πολύ δύσκολες στιγμές, όταν έχουν αξιοποιηθεί όλα τα μέσα και υπάρχει σοβαρός έκτακτος δημόσιος κίνδυνος, η υποχρεωτικότητα για κάποια πράγματα μπορεί να είναι μια εύλογη επιλογή. Το αναφέρω για να τονίσω πως ακριβώς ΔΕΝ έχουμε μια τέτοια περίπτωση τώρα. Όχι γιατί δεν υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία αλλά γιατί κάθε άλλο παρά έχουν αξιοποιηθεί όλα τα μέσα.
Μια πολιτεία, που θα είχε ενισχύσει αποφασιστικά τη δημόσια υγεία, θα είχε κάνει ότι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για τροποποιήσει τους όρους συνωστισμού σε Μέσα Μεταφοράς και εργασιακούς χώρους κ.ο.κ. , ίσως θα είχε το δικαίωμα να ζητήσει συναίνεση για υποχρεωτικό εμβολιασμό εάν και μόνον αν αυτό ήταν το μόνο που έλειπε για να λύσει το πρόβλημα. Δεν έχει γίνει τίποτε από όλα αυτά, και ούτε καν ζήτησε ευγενικά πολιτική συναίνεση! Η απαίτηση για υποχρεωτικότητα είναι άκρως προκλητική και διχαστική σε αυτές τις συνθήκες. Πάρτε για παράδειγμα την καμπάνια εμβολιασμού. Αποδείχτηκε ότι η καμπάνια απέτυχε. Ας υποθέσουμε ότι αυτό οφείλεται στα χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας και δεν ευθύνεται καταρχάς η κυβέρνηση. Είχαμε μια πολιτική ηγεσία που από την πρώτη στιγμή αντιμετώπισε το πρόβλημα με σύνεση και σεμνότητα; Που ενέτεινε την προσπάθεια μαζικής πειθούς; Που μοιράστηκε με την κοινωνία το πρόβλημα και τους λόγους αποτυχίας ώστε να λυθεί; Το ακριβώς αντίθετο!
Είχαμε μια πολιτική ηγεσία που διαφήμιζε προκαταβολικά τον εαυτό της για δυο εκατ. εμβολιασμούς τον μήνα, υποσχόταν ανοσία αγέλης μέχρι τον Ιούνιο και τα πετσωμένα ΜΜΕ διαφήμιζαν καθημερινά, μήνες τώρα, ότι το πρόγραμμα Ελευθερία προχωρά θαυμάσια σπέρνοντας τον εφησυχασμό, γιατί το μόνο που την ενδιέφερε ήταν το πολιτικό κέρδος από το ψέμα και τη φαντασμαγορία. Τώρα που ο εμβολιασμός έχει φανερά κολλήσει, η κυβέρνηση επιρρίπτει ξανά την ευθύνη στους πολίτες και επιβάλλει αυταρχικά υποχρεωτικό εμβολιασμό με απειλές απόλυσης και διακρίσεων. Ακόμη και τώρα δεν επικαλείται πρόβλημα στον εμβολιασμό όπως θα ήταν το λογικό αλλά επιμένει ότι το πρόγραμμα ήταν άλλη μια επιτυχία της κυβέρνησης! Ο πολιτικός κυνισμός και η αδιαφορία τους για το πρόβλημα δεν έχει όριο ούτε στη βλακεία.
Αυτή είναι η μια διάσταση. Αλλά υπάρχει και ένα θεμελιώδες ζήτημα δημοκρατίας και κοινωνικής ανοχής. Υπάρχουν πολλές κατηγορίες ανθρώπων που αποφεύγουν να εμβολιαστούν. Η μεγαλύτερη είναι εκείνοι οι άνθρωποι που φοβούνται να εμβολιαστούν για τυχόν παρενέργειες, άλλοι που δυσανασχετούν από αυτό που εκλαμβάνουν ως προσπάθεια να τους επιβληθεί κάτι, αμφιβάλλουν για τις πραγματικές προθέσεις της κυβέρνησης ή ακόμη άνθρωποι που εκ φύσεως δεν χρειάστηκαν τη βοήθεια της ιατρικής στη ζωή τους κ.ο.κ. Αυτή η μεγάλη κατηγορία είναι επιδεκτική μια ουσιαστικής καμπάνιας πειθούς, που δυστυχώς ποτέ δεν υπήρξε. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να σεβόμαστε τις επιφυλάξεις και τον φόβο και την αυτοδιάθεση του σώματος. Το κράτος δεν έχει κανένα δικαίωμα να προσβάλει αυτόν τον κόσμο ή να τον «τιμωρεί». Ιδιαίτερα διότι έχει ευθύνες για ατυχείς χειρισμούς, όπως με το Astrazeneca.
Υπάρχει και μια άλλη κατηγορία που σχετίζεται περισσότερο με την εκκλησία ή με τραμπικού τύπου αντιλήψεις ή με ακροδεξιά ρεύματα, με υπερσυντηρητικές ιδέες, με συνωμοσιολογικές ιδέες κλπ. Αυτό το πλήθος πολιτών χάιδευε η ΝΔ με την πατριδοκαπηλεία ενάντια στη Συμφωνία των Πρεσπών («πουλήσανε τη Μακεδονία»), με τον λαϊκισμό στη διαχείριση του προσφυγικού, με την όλη στάση της στοχευμένης ενίσχυσης της ακροδεξιάς, στάση που τροφοδότησε την ελληνική εκδοχή του τραμπισμού. Όταν αποφεύγεις να δηλώσεις, ως αρμόδιο υπουργείο, το στοιχειώδες, ότι η μετάληψη μεταδίδει τον ιό, δεν αντιλαμβάνομαι με ποιο δικαίωμα μετά εγκαλείς πολίτες για τη θρησκευτική άρνησή τους να εμβολιαστούν.
Ο πρώτος και μεγαλύτερος αρνητής του ορθολογισμού και του επιστημονικού ελέγχου στη διαχείριση της πανδημίας ήταν το ίδιο το επιτελικό κράτος Μητσοτάκη. Πρέπει να σημειώσουμε σε αυτή την κατηγορία κόσμου δεν ήταν και δεν είναι όλοι ακροδεξιοί, και οι ακροδεξιοί δεν είναι όλοι φασίστες. Αυτό θα ήταν ένα τσουβάλιασμα που χαρίζει κόσμο στην ακροδεξιά. Δυστυχώς, έγινε αυτό το λάθος τον καιρό της Συμφωνίας των Πρεσπών και από την από δω πλευρά. Έπειτα, ακόμη και αυτές τις ανορθολογικές ιδέες για την πανδημία, πλην των ανοιχτά ακροδεξιών και αντικοινωνικών, πρέπει να τις σεβόμαστε. Όχι να τις χαϊδεύουμε, σε καμιά περίπτωση. Aλλά να τις σεβόμαστε. Όπως πρέπει να σεβόμαστε το θρησκευτικό αίσθημα στις διάφορες εκφάνσεις. Δεν ήταν λιγότερο ανορθολογική η άποψη ότι ο Σαντάμ θα μπορούσε να απειλήσει τις ΗΠΑ με όπλα μαζικής καταστροφής, ότι στην Ελλάδα του Μητσοτάκη νικήσαμε τον κορωνοϊό, ότι η Ελλάδα είναι χώρα πρότυπο στη διαχείριση της πανδημίας, ότι η μετάληψη μπορεί και να μην μεταδίδει τον ιό κλπ.
Μια μεγάλη καμπάνια να πειστούν οι ανεμβολίαστοι να εμβολιαστούν είναι μονόδρομος. Με σεβασμό για τις αντίθετες απόψεις και πολύ υπομονή και επιμονή και καθόλου αλαζονεία. Πρωτίστως να πειστούν οι μεγαλύτερες και μέσες ηλικίες και ευπαθείς ομάδες. Καμιά επιβολή και καμιά αρνητική διάκριση στον γενικό πληθυσμό εναντίον των ανεμβολίαστων δεν μπορεί να είναι αποδεκτή. Και καμιά προσβλητική στάση επίσης από την πλευρά της πολιτείας.
«Όταν αποφεύγεις να δηλώσεις, ως αρμόδιο υπουργείο, το στοιχειώδες, ότι η μετάληψη μεταδίδει τον ιό, δεν αντιλαμβάνομαι με ποιο δικαίωμα μετά εγκαλείς πολίτες για τη θρησκευτική άρνησή τους να εμβολιαστούν»
Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού σε συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες θεωρείτε ότι είναι σωστή ως απόφαση;
Το πρόβλημα με τον ελλιπή εμβολιασμό εργαζομένων στα νοσοκομεία για την κοινή γρίπη είναι γνωστό εδώ και πολλά χρόνια και δεν είχε υπάρξει σοβαρή προσπάθεια να διορθωθεί. Η ενημέρωση και η πειθώ πρέπει και εδώ και σε αντίστοιχες επαγγελματικές ομάδες να είναι η κύρια μέθοδος. Δεν υπήρξε αυτή η προσπάθεια και μέθοδος ούτε τώρα με την πανδημία και παρά τα μεγάλα κονδύλια που δαπανώνται στα μέσα ενημέρωσης δεν υπάρχει αντίστοιχη καμπάνια ουσιαστικής ενημέρωσης τέτοιων επαγγελματικών ομάδων.
Πέρα από αυτό, το κύριο και άμεσο πρόβλημα είναι ο ελλιπής εμβολιασμός ακόμη και των μεγάλων ηλικιών, όπως και των μέσων, όπου εντοπίζεται η μεγάλη αποτυχία της καμπάνιας εμβολιασμού γιατί εκεί υπάρχει ο μεγαλύτερος κίνδυνος βαριάς νόσησης ή θανάτου. Αντί η κυβέρνηση να αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα, επενδύει για επικοινωνιακούς καθαρά λόγους στον κοινωνικό αυτοματισμό της έγκλησης των ανεμβολίαστων υγειονομικών, λες και ευθύνονται αυτοί για το μεγάλο πρόβλημα.
Είμαι υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού πολύ συγκεκριμένων κατηγοριών εργαζομένων, όπως υποχρεωτικός έπρεπε να είναι κάθε χρόνο και ο εμβολιασμός των υγειονομικών για την κοινή γρίπη, αλλά «υποχρεωτικός» σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει σε αντίθετη περίπτωση τιμωρία, αναστολή εργασίας ή απολύσεις που με περισσό κυνισμό προτείνει ή εφαρμόζει η κυβέρνηση. Δεν θα εξυπηρετούσε τίποτε άλλο από το μίσος τους για τους εργαζόμενους και τη μισθωτή εργασία και την προσπάθεια να ρίξουν τις δικές τους ευθύνες σε όσους δεν έχουν εμβολιαστεί.
Εννοείται πως ο υποχρεωτικός εμβολιασμός σε πλατύτερη κλίμακα, όπως πχ για εκπαιδευτικούς στερείται κάθε επιστημονικής λογικής και νομιμοποίησης, με το δεδομένο της αποτυχίας μέχρι τώρα του εμβολιασμού στις κρίσιμες ηλικίες. Αν επεκτείνουν το μέτρο, θα είναι απλώς η απόδειξη ότι έχουμε να κάνουμε με μια διαχείριση εκδικητική, αυταρχική, κοινωνικά διχαστική αλλά και ερασιτεχνική και αντιεπιστημονική.
«Ο πρώτος και μεγαλύτερος αρνητής του ορθολογισμού και του επιστημονικού ελέγχου στη διαχείριση της πανδημίας ήταν το ίδιο το επιτελικό κράτος Μητσοτάκη»
Η κυβέρνηση θεωρεί ότι με τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης θα βάλει τη χώρα σε σωστή οικονομική τροχιά. Συμφωνείτε;
Υπάρχει μια σαφής εμπειρία από την αξιοποίηση ευρωπαϊκών πακέτων, από τη συμμετοχή μας στο κοινό νόμισμα κλπ. Τουλάχιστον για τις ηλικίες άνω των σαράντα. Πρόκειται για μια απολύτως αρνητική εμπειρία κατασπατάλησης πόρων και συστηματικής μη αξιοποίησης δυνατοτήτων για διαρθρωτικές προοδευτικές αλλαγές στην οικονομία και στο κράτος, την ευθύνη της οποίας μοιράζονται ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Δεν πρέπει να έχουμε καμιά αμφιβολία ότι ο τρόπος που ονειρεύονται να «μοιράσουν» το Ταμείο Ανάκαμψης δεν διαφέρει από τον τρόπο και τη «φιλοσοφία» που σήμερα μοιράζουν τους επιπλέον πόρους που διατίθενται με αφορμή την πανδημία. Πάνε σε πολύ λίγες και συγκεκριμένες τσέπες, μαζί με λίγα περισσότερα για πελατειακές πολιτικές, χωρίς το ελάχιστο αναπτυξιακό και κοινωνικό κριτήριο. Επιπλέον, όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης επιβεβαιώνουν ότι το επιτελείο Μητσοτάκη δεν έχει αντιληφθεί τίποτα από τα δομικά προβλήματα της οικονομίας που οδήγησαν στη βαθιά κρίση και δεν έχουν αναθεωρήσει στο ελάχιστο τις εγκληματικές πολιτικές που άσκησαν με τα μνημόνια.
Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημά σας είναι πολύ λιτή. Είτε μια κυβέρνηση με πλατιά κοινωνική αποδοχή, με σαφές και γνωστό στη κοινωνία προοδευτικό πρόγραμμα, θα κατευθύνει αυτούς τους πόρους με κριτήρια διαρθρωτικών αλλαγών και δίκαιης ανάπτυξης είτε θα παρακολουθήσουμε ένα ακόμη κεφάλαιο κατασπατάλησης πόρων. Για το ποιος θα την πληρώσει, νομίζω δεν χρειάζεται να αμφιβάλλουμε…
Στον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία λέτε ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη πρέπει να φύγει το συντομότερο δυνατόν, όμως δεν ζητάτε εκλογές…
Ο Μητσοτάκης ζητούσε κάθε μέρα εκλογές από τότε αναδείχθηκε πρόεδρος της ΝΔ. Τα ΜΜΕ κάλυπταν τότε τη γελοιότητα του πράγματος. Δεν θα κάναμε κάτι τέτοιο. Έτσι κι αλλιώς εντός πανδημίας θα ήταν ανεύθυνο να πάμε σε εκλογές, όποιος κι αν τις ζητήσει. Ότι αυτή η κυβέρνηση πρέπει να φύγει το συντομότερο είναι μια πολιτική εκτίμηση και πεποίθησή μας γιατί είναι μια κυβέρνηση καταστροφική για τη χώρα. Και επιπλέον, επειδή αντικειμενικά τα δεδομένα λόγω πανδημίας είναι πολύ διαφορετικά από αυτά του Ιουλίου 2019, για κάθε κυβερνητικό πρόγραμμα από δω και στο εξής απαιτείται νέα λαϊκή εντολή. Εκλογές θα ζητήσουμε όταν θεωρήσουμε ότι αυτό θα τροφοδοτήσει πολιτικές εξελίξεις σε αυτή την κατεύθυνση.
«Ο Μητσοτάκης ζητούσε κάθε μέρα εκλογές από τότε αναδείχθηκε πρόεδρος της ΝΔ. Τα ΜΜΕ κάλυπταν τότε τη γελοιότητα του πράγματος. Δεν θα κάναμε κάτι τέτοιο»
Πιστεύετε ότι οι πολιτικές εξελίξεις θα δρομολογηθούν ανεξαρτήτως των σχεδιασμών του Μαξίμου;
Η κυβέρνηση έχει χάσει πλέον την πρωτοβουλία των κινήσεων χωρίς ωστόσο ακόμη να την αναλάβει η αντιπολίτευση. Έχει χάσει την πρωτοβουλία, γιατί την έχουν υπερβεί τα γεγονότα και αυτό θα εντείνεται με τον χρόνο. Δεν είναι πια μόνο η αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που θα βαραίνει όλο και περισσότερο είναι αυτό της οικονομίας. Mπροστά σε αυτό αποδείχτηκαν πολύ λίγοι και θα αποδειχτούν επικίνδυνοι όταν κληθούν να συμμαζέψουν τα ανοίγματα που δημιουργήθηκαν στην πανδημία. Η εγκληματική διαχείριση των μνημονίων δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για το πώς θα κινηθούν, με ποιες προτεραιότητες.
Δεν είναι καλό για τη χώρα να υπάρξουν εξελίξεις από την οικονομική ασφυξία της κοινωνίας αλλά δυστυχώς εκεί οδηγούμαστε. Οπότε ναι, θα δρομολογηθούν ανεξαρτήτως των σχεδιασμών του Μαξίμου.
Κύριε Τσίπρα, οι πολίτες θέλουν να γνωρίζουν αν στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ μάθατε από τα λάθη σας για να αναλάβετε πιο έτοιμοι τη διακυβέρνηση της χώρας…
Αν ήμασταν η ΝΔ του κ. Μητσοτάκη, τα μίντια θα έλεγαν για μας ότι δεν κάναμε ούτε κάνουμε λάθη, και όσα κάναμε τα έχουμε διορθώσει, ότι είμαστε πολύ μπροστά, ότι όλος ο πλανήτης μάς θαυμάζει και άλλες τέτοιες ανοησίες. Δυστυχώς, αυτό το θέατρο του παραλόγου ζούμε σήμερα στη χώρα. Ευτυχώς εμείς δεν είμαστε ΝΔ ούτε θα θέλαμε μια τέτοια μιντιοκρατία υπέρ μας.
Απαντώντας το ερώτημά σας, δεν είμαστε εμείς που θα πούμε αν μάθαμε από τα λάθη μας. Αυτό είναι κάτι που οι ίδιοι πολίτες βλέπουν μόνοι τους. Επηρεάζονται βέβαια από μια συντριπτική μιντιοκρατία εναντίον μας και το λεγόμενο αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, παρ’ όλα αυτά ο κόσμος έχει κριτήριο και κρίνει και πρέπει να παίρνουμε υπόψη μας την κρίση του. Καταρχάς, δεν πιστεύω ότι συμπίπτουν απόλυτα αυτά που πολύς κόσμος θεωρεί «λάθη της δικής μας διακυβέρνησης» και αυτά που εμείς έχουμε αναγνωρίσει ως λάθη μας. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Θα έπρεπε στη διαδικασία απολογισμού, όπως και της ίδιας της διακυβέρνησης, να έχουμε ακούσει περισσότερο το τι λέει η κοινωνία. Ό,τι κι αν λέμε εμείς, θεωρεί ο κόσμος ότι έχουμε μάθει από τα λάθη μας; Η γνώμη μου είναι ότι σε αυτό το επίπεδο χρειάζεται να μιλήσουμε μια πιο σκληρή γλώσσα και να δείξει η πράξη ότι πορευόμαστε αλλιώς. Η μεγαλύτερη γείωση στις τοπικές κοινωνίες μέσα από τη διεύρυνση θα μας είχε δείξει τον δρόμο.
«Ευτυχώς εμείς δεν είμαστε ΝΔ ούτε θα θέλαμε μια τέτοια μιντιοκρατία υπέρ μας»
Το με ποιους θα κυβερνήσετε είναι επίσης ένα μείζον ζήτημα…
Ας μιλήσουμε πιο γενικά. Υπάρχει και σήμερα μια αναντιστοιχία ανάμεσα στο κοινωνικό σώμα και στο κομματικό σύστημα. Τόσο εξαιτίας της κομματικής γεωγραφίας όσο και του κάθε κόμματος χωριστά. Δεν βρισκόμαστε μπροστά σε μια κατάρρευση του κομματικού συστήματος όπως στα πρώτα μνημονιακά χρόνια. Υπάρχει όμως αναντιστοιχία που αποτυπώνεται στη ρευστότητα των κομματικών συσχετισμών. Αναντιστοιχία υπάρχει ειδικότερα και ανάμεσα στο σημερινό ΣΥΡΙΖΑ και σε ένα μεγάλο προοδευτικό ακροατήριο και κυρίως ένα ακροατήριο των νεότερων ανθρώπων που η σημερινή κοινωνική προοπτική δεν μπορεί και δεν πρόκειται να κερδίσει. Και δεν αναφέρομαι μόνο στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη. Αναντιστοιχία υπάρχει ακόμη και ανάμεσα στις πολιτικές Μητσοτάκη και ένα κεντροδεξιό ακροατήριο. Η απογοήτευση και δυσαρέσκεια από τις καταστροφικές πολιτικές της σημερινής κυβέρνησης θα φέρουν ξανά τον κόσμο προς εμάς. Και η συνεργασία με άλλα προοδευτικά κόμματα είναι μονόδρομος. Αλλά αυτό είναι ένα ζήτημα της «τρέχουσας» πολιτικής πραγματικότητας και τακτικής.
Πιστεύω πως πρέπει να σκεφτόμαστε με πιο μεσοπρόθεσμους και βαθιούς όρους. Τι μπορεί και πρέπει να αλλάξει στη χώρα τα επόμενα 10-15 χρόνια; Πάνω στην απάντηση που θα δοθεί σε τέτοια ερωτήματα πρέπει να κερδηθεί η πλειοψηφία της κοινωνίας, και το εννοώ, αφού αλλάξει πρώτα ο ΣΥΡΙΖΑ ρότα, με αυτό ή άλλο όνομα. Το με ποιους θα συνεργαστείς, όταν έρθει η στιγμή, έπεται. Το κρίσιμο είναι να κερδηθεί η πλειοψηφία της κοινωνίας και το δυναμικό που στρατεύτηκε στην Προοδευτική Συμμαχία και τον ΣΥΡΙΖΑ έχει ακόμη πολύ δρόμο μπροστά του και πολλές διορθώσεις. Αν θέσουμε το ζήτημα «τι μπορεί και πρέπει να αλλάξει στη χώρα τα επόμενα 10-15 χρόνια», απαντήσεις όπως η μείωση των ανισοτήτων ή η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής ακόμη και η δικαιοσύνη είναι είτε πολύ μερικές είτε πολύ ασαφείς απαντήσεις για τις παθογένειες, τα προβλήματα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα και η κοινωνία, για τις ανάγκες της νέας γενιάς. Χρειάζονται πιο συνολικές και οραματικές απαντήσεις, και ο μόνος που θα μπορούσε να τις δώσει είναι ένας αυριανός, μετασχηματισμένος ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία.
«Η απογοήτευση και δυσαρέσκεια από τις καταστροφικές πολιτικές της σημερινής κυβέρνησης θα φέρουν ξανά τον κόσμο προς εμάς»
Με τις ψήφους ΝΔ και ΚΙΝΑΛ η Βουλή αποφάσισε την παραπομπή του Ν. Παππά για πλημμέλημα σε Ειδικό Δικαστήριο. Τι κατέδειξε όλη αυτή η διαδικασία;
Κατέδειξε την προγραφή ορισμένων επιχειρηματικών συμφερόντων για την τάξη, τη νομιμότητα και τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος, που επιχειρήσαμε στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο ως κυβέρνηση, και την υπηρέτηση αυτών των συμφερόντων από το Μαξίμου. Η παραπομπή του Ν. Παππά για… παράβαση καθήκοντος είναι καταρχάς τίτλος τιμής για όσα κάναμε και προσπαθήσαμε αλλά δείχνει και την κατάντια των ΜΜΕ που στήριξαν αυτή την αστεία παραπομπή από την αρχή μέχρι τώρα. Ας θυμηθούμε μόνο τι έγραφαν και έλεγαν όλο αυτό το διάστημα.
Ο Γιώργος Τσίπρας είναι βουλευτής Δυτικής Αττικής– αναπληρωτής Τομεάρχης Άμυνας ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ