Η απόφαση του Εμανουέλ Μακρόν να αναθέσει στον Σεμπαστιάν Λεκορνί τον σχηματισμό κυβέρνησης, μετά την πτώση του Φρανσουά Μπαϊρού, δεν φαίνεται ικανή να αναστρέψει την αβεβαιότητα που κυριαρχεί στη Γαλλία. Το πολιτικό αδιέξοδο που ξεκίνησε μετά τις πρόωρες εκλογές του 2024 συνεχίζει να πιέζει τις αγορές, με το spread των γαλλικών ομολόγων να παραμένει αυξημένο.
Οι προσπάθειες των δύο τελευταίων πρωθυπουργών, πρώτα του Μισέλ Μπαρνιέ και έπειτα του Μπαϊρού, κατέρρευσαν λόγω έλλειψης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και έντονων αντιδράσεων στα μέτρα λιτότητας. Ο Μπαϊρού είχε παρουσιάσει πακέτο εξοικονομήσεων και φόρων ύψους 44 δισ. ευρώ, που στόχευε στη μείωση του ελλείμματος στο 4,6% του ΑΕΠ έως το 2026. Ωστόσο, με βάση τα στοιχεία της Eurostat, η Γαλλία διατηρεί το υψηλότερο έλλειμμα στην Ευρωζώνη (5,8% το 2024), σχεδόν διπλάσιο από το όριο του 3%.
Η εικόνα επιβαρύνεται περαιτέρω από το διογκούμενο δημόσιο χρέος, το οποίο έφτασε το 113% του ΑΕΠ το 2024, ενώ ο οίκος Fitch προχώρησε σε υποβάθμιση της χώρας σε Α+. Ανάλογες κινήσεις είχαν προηγηθεί από τον S&P και τον Moody’s, οι οποίοι υπογράμμισαν ότι η πολιτική αστάθεια εμποδίζει ουσιαστικές δημοσιονομικές προσαρμογές. Η απόδοση των 10ετών ομολόγων κινείται στο 3,44%, επίπεδο σχεδόν ταυτόσημο με την Ιταλία, και υψηλότερο από την Ισπανία και την Πορτογαλία.
Το νέο σκηνικό αποτυπώνει την απώλεια της «ασφαλούς» εικόνας της Γαλλίας στον πυρήνα της Ευρωζώνης και αφήνει ανοιχτό το ερώτημα αν η κυβέρνηση Λεκορνί θα μπορέσει να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη.




















