Η φρίκη δεν έχει τέλος στην Λωρίδα της Γάζας καθώς το Ισραήλ επιτίθεται διαρκώς.
Με αμείωτη ένταση συνεχίζονται σήμερα, Τρίτη 14/5 οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί στη Λωρίδα της Γάζας, ερειπωμένη έπειτα από επτά και πλέον μήνες πολέμου, καθώς παλαιστίνιοι άμαχοι φεύγουν για να σωθούν, ειδικά από τη Ράφα, όπου η απειλή ευρείας κλίμακας χερσαίας επιχείρησης των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων μεγεθύνεται.
Τις πρώτες πρωινές ώρες, αυτόπτες μάρτυρες και ανταποκριτές του Γαλλικού Πρακτορείου έκαναν λόγο για αεροπορικούς βομβαρδισμούς σε διάφορους τομείς της Λωρίδας της Γάζας· η παλαιστινιακή Πολιτική Προστασία καταμέτρησε τουλάχιστον οκτώ νεκρούς μόνο στον έναν από αυτούς, που είχε στόχο ακίνητο στον καταυλισμό προσφύγων Νουσέιρατ (κεντρικά).
Βομβαρδίστηκαν επίσης, για ακόμη μια μέρα, τομείς της Ράφας (νότια), στην οποία είχαν καταφύγει κάπου 1,4 εκατομμύριο Παλαιστίνιοι για να σωθούν από τους βομβαρδισμούς και τις μάχες. Ωστόσο, μέρος τους -360.000 άνθρωποι, σύμφωνα με νεότερους υπολογισμούς του ΟΗΕ- πλέον εγκαταλείπει μαζικά την πόλη, πάνω στα κλειστά σύνορα με την Αίγυπτο.
Την 7η Μαΐου, ο ισραηλινός στρατός εισέβαλε με άρματα μάχης στον ανατολικό τομέα της Ράφας και ταυτόχρονα μονάδες του κυρίευσαν το σημείο διέλευσης που συνδέει τον μικρό παραθαλάσσιο θύλακο με την αιγυπτιακή επικράτεια – την πύλη από την οποία εισερχόταν το μεγαλύτερο μέρος της ανθρωπιστικής βοήθειας μέχρι τότε. Παράλληλα, διέταξε τους αμάχους να φύγουν από μέρος της πόλης όπου επιχειρεί εναντίον των Ταξιαρχιών Εζεντίν αλ Κάσαμ, της ένοπλης πτέρυγας της Χαμάς.
Με τα πόδια, με αυτοκίνητα, με όποιο μέσο βρήκαν, κάτοικοι συνέχιζαν χθες να φεύγουν από τη Ράφα, αφού διέλυσαν τις σκηνές τους και μάζεψαν τα συνήθως λιγοστά υπάρχοντά τους.
Άλλοι κάτοικοι, που παραμένουν στη Ράφα, είναι απελπισμένοι. «Από το πρωί ψάχνω ψωμί για να φάνε τα παιδιά μου, μάταια. Τα παιδιά μου είναι στον δρόμο και δεν ξέρω που να τα πάω. Η Ράφα έχει μετατραπεί σε πόλη φάντασμα», είπε ο Μούσταφα Ντιμπ.
«Τα αρτοποιεία έχουν κλείσει, όλα τα καταστήματα έχουν κλείσει. Δεν έχουμε νερό, τρόφιμα, τίποτα», έλεγε άλλος κάτοικος, ο Άχμεντ ατ Ταουίλ.