«Πρέπει να επεμβαίνουμε δραστικά στην πρώτη μισή ώρα», υπογράμμισε ο Αντιπτέραρχος ε.α. Ευάγγελος Γεωργούσης, μιλώντας για τις φωτιές που πλήττουν τη Νοτιοανατολική Αττική και τα Δερβενοχώρια Βοιωτίας.
Ο απόστρατος Αντιπτέραρχος, Ευάγγελος Γεωργούσης, στάθηκε στο δύσκολο έργο της κατάσβεσης των δασικών πυρκαγιών από αέρος, επισημαίνοντας ότι οι καιρικές συνθήκες δεν είναι πάντα αυτές που θα επιτρέψουν στους πιλότους να κατέβουν σε χαμηλό ύψος για αποτελεσματικές ρίψεις, μιλώντας στην ΕΡΤ.
«Όταν μία φωτιά εξελιχθεί σε πυρκαγιά μεγάλης ισχύος, όπως οι δασικές ή αυτές που γίνονται μέσα σε έναν οικιστικό ιστό, έχουν πολλαπλάσια προβλήματα λόγω ανοδικών ρευμάτων που δημιουργούν και εμποδίζουν τα αεροσκάφη και τα ελικόπτερα να κατέβουν στο ύψος που πρέπει, προκειμένου να πετύχουν το κάλλιστο αποτέλεσμα από την αύξηση του νερού», ανέφερε ο κ. Γεωργούσης.
Ακόμη, έκανε λόγο για αλλαγή στον σχεδιασμό και την μεγάλη σημασία που πρέπει να δοθεί στην πρόληψη και την άμεση αντίδραση. Μιλώντας για τους ισχυρούς ανέμους, τόνισε ότι όποιος δεν έχει ζήσει από κοντά μία μεγάλη πυρκαγιά με ανέμους της τάξεως των 7 και 8 μποφόρ, δεν μπορεί να έχει άποψη.
«Είναι πάρα πολύ επικίνδυνο φαινόμενο και δύσκολο να το σταματήσεις, όσα εναέρια μέσα και να έχεις», σημείωσε ο κ. Γεωργούσης και προσέθεσε «σε μία δασική φωτιά, οι θερμοκρασίες –ανάλογα με τι καίγεται– μπορούν να φθάσουν τους 500℃ και τους 600℃. Αν, όμως, έχουμε και αντικείμενα ως αυτοκίνητα όπως σπίτια, η θερμοκρασία πολλαπλασιάζεται», υπενθυμίζοντας ότι στο Μάτι, η καταστροφή ήταν τεράστια.
«Το νερό που πέφτει από τα αεροσκάφη και από τα ελικόπτερα, εξατμίζεται πριν πέσει στο έδαφος» σχολίασε ο κ. Γεωργούσης. Αναφερόμενος στην κλιματική αλλαγή, υποστήριξε ότι όλες οι χώρες της Νοτίου Ευρώπης θα πρέπει να επανασχεδιάσουν το θέμα της πολιτικής προστασίας από φωτιές. «Αποτελεί ένα φαινόμενο, το οποίο θα το ζούμε και επομένως να σχεδιάσουμε ξανά και να δούμε πώς μπορούμε να προλάβουμε τις φωτιές ή τουλάχιστον να επέμβουμε δραστικά στην πρώτη μισή ώρα», επεσήμανε ο κ. Γεωργούσης.