«Η προανακριτική δεν είναι άσσος στο μανίκι της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Είναι σανίδα σωτηρίας» δηλώνει η γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ Όλγα Γεροβασίλη.
Μιλώντας στον ραδιοσταθμό Alpha Καβάλας, τονίζει χαρακτηριστικά πως «σήμερα, στην κορύφωση της πανδημίας, με διασωληνωμένους να πεθαίνουν εκτός ΜΕΘ, εξαντλημένο το υγειονομικό προσωπικό και το ΕΣΥ πέραν των ορίων του, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανθρώπινη ζωή το σκηνικό είναι ζοφερό. Και τι κάνει η κυβέρνηση; Αντί να θέσει στο κέντρο της πολιτικής και της προσοχής της την ανθρώπινη ζωή, αντί να ενισχύσει το αίσθημα μίας υγειονομικής ασφάλειας στους πολίτες κάνοντας τα αδύνατα δυνατά να ελαχιστοποιήσει τις επιπτώσεις της πανδημίας και στη συνέχεια τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις, καταφεύγει σε μία ακόμη αδιανόητη επιλογή.
Θέτει στο κέντρο του δημόσιου διαλόγου την σύσταση προανακριτικής επιτροπής για το Νίκο Παππά. Για μία ποινικά ανυπόστατη υπόθεση. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αποδεικνύεται ξανά κατώτερη των περιστάσεων προσπαθώντας ξανά να διχάσει μία κοινωνία εξοντωμένη με μία ποινικά ανυπόστατη προανακριτική. Ο κ. Μητσοτάκης με αυτή του την επιλογή, θέτει ως πρώτη του προτεραιότητα, αντί του δημοσίου συμφέροντος, την ατζέντα μίας εκδικητικής δεξιάς με στόχο την εξόντωση του πολιτικού αντιπάλου. Προφανώς λόγω πολιτικού αδιεξόδου στο οποίο οδηγήθηκε από τις επιλογές της. Αυτό το γεγονός λοιπόν ας τεθεί στην κρίση του ελληνικού λαού».
Σημειώνει δε, πως «για εμάς στον ΣΥΡΙΖΑ, δεν μας απασχολεί διόλου η προανακριτική η οποία είναι ποινικά ανυπόστατη. Αυτό αποδείχτηκε στη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή και από τις τοποθετήσεις δικών μας βουλευτών και από εκείνη του Νίκου Παππά ο οποίος αποδόμησε όλο το «κατηγορητήριο» αλλά και βουλευτών άλλων κομμάτων οι οποίοι συνηγόρησαν στο ποινικά ανυπόστατο της υπόθεσης.
Άξιο απορίας είναι επίσης ότι χτες έφερε η ΝΔ τη συζήτηση περί διαπλοκής εξουσίας και ΜΜΕ και φοβάμαι ότι αυτό δεν είναι το πιο δυνατό σημείο της Νέας Δημοκρατίας είτε ιστορικά είτε σήμερα. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ενήργησε με βάση το σύνταγμα και τη νομιμότητα. Με τον νόμο για τις ραδιοτηλεοπτικές άδειες φρόντισε το δημόσιο συμφέρον. Προφανώς για τούτο διώκεται σήμερα.
Υπάρχουν εδώ ανεξόφλητα γραμμάτια Μητσοτάκη προς φίλους ιδιοκτήτες μεγάλων καναλιών τα οποία προσπαθεί να εξυπηρετήσει σήμερα και δια της προανακριτικής. Μην ξεχνάμε ότι πάνω από 80 εκατομμύρια εν μέσω πανδημίας και βαθιάς κρίσης δόθηκαν προς εκείνη την κατεύθυνση – θυμίζω λίστα Πέτσα, αναστολές πληρωμών των υποχρεώσεων των καναλιών για τις δόσεις το 2020, απαλλαγή από την υποχρέωση πόθεν έσχες κ.ό.κ.».
Η βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης επεσήμανε παράλληλα ότι σήμερα, πληρώνουμε ακριβά την αλλεργία, όπως είπε, της Νέας Δημοκρατίας σε κάθε τι δημόσιο. «Η Νέα Δημοκρατία έχει αλλεργία σε οποιοδήποτε δημόσιο αγαθό. Είτε αυτό είναι υγεία είτε παιδεία. Βρήκε την πανδημία ως ευκαιρία, με την κοινωνία αποκλεισμένη, να διαλύσει το κοινωνικό κράτος.
Άλλωστε εξελέγησαν με πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης της δημόσιας υγείας. Αυτό πληρώνουμε λοιπόν σήμερα. Αυτή την ιδεολογική αποστροφή προς το δημόσιο αγαθό της υγείας και θυμίζω τα λεγόμενα της ΝΔ: τι θα τους κάνουμε όλους αυτούς αν τους προσλάβουμε με τη λήξη της πανδημίας. Άρα το ΕΣΥ δεν ενισχύεται λόγω ιδεολογικής αγκύλωσης, ένα χρόνο μετά την έναρξη της πανδημίας. Σήμερα το ΕΣΥ βρίσκεται με μικρότερο ανθρώπινο δυναμικό από ό,τι πριν την έναρξη της πανδημίας. Ανάλογα συνέβη και με την παιδεία. Ιδιωτικά πανεπιστήμια, εξίσωση πτυχίων κολεγίων και ΑΕΙ, μείωση εισακτέων και ό,τι άλλο νομοθέτησε εν μέσω λοκντάουν έχοντας παράλληλα την απαίτηση η κοινωνία να παραμείνει μουγκή» υπογράμμισε.
Τέλος σημείωσε ότι μοναδικό καθήκον της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι η κοπτική-ραπτική της πραγματικότητας. «Επιλέγει, υποστηρίζει, να εξαφανίσει την πραγματικότητα. Επιχειρεί να διαμορφώσει μία εικονική πραγματικότητα υποτιμώντας τη νοημοσύνη των πολιτών. Με επιλεγμένες εμφανίσεις εδώ κι εκεί προσπαθεί να επιβάλει εικόνα φυσικότητας και ομαλότητας παρακάμπτοντας την τραγικότητα της πραγματικής ζωής, του οικονομικού αδιεξόδου, των ρεκόρ θανάτων και κρουσμάτων. Απουσιάζει από το λεξιλόγιό του η λέξη ευθύνη, δεν ανιχνεύεται στη στάση του ούτε συναίσθηση ούτε ενσυναίσθηση. Απουσιάζουν από το δημόσιο λόγο τα δεινά της οικονομίας και της κοινωνίας, οι παραλείψεις στο υγειονομικό σκέλος κ.ό.κ. Παρακάμπτοντας λοιπόν όλα αυτά πραγματοποιεί εν μέσω κορύφωσης της πανδημίας, ένα λογικό και πολιτικό άλμα περνώντας στο αφήγημα: έφτασε η λήξη της πανδημίας ήρθε η ώρα της ανάκαμψης. Εν κατακλείδι: Όσα νέα αφηγήματα και να επινοήσουν όσο και να φτάσουν δια των ΜΜΕ στα σπίτια των ανθρώπων, το αδιέξοδο παραμένει αδιέξοδο. Εξ ου και αναζητούν σωτηρία σε προανακριτικές.