Ελεύθερος αφέθηκε ο Απόστολος Λύτρας μετά την απολογία του για τον ξυλοδαρμό της γυναίκας του, με τους περιοριστικους όρους της υποχρέωσης μετοίκισης από το κοινό σπίτι, όπου διαμένει με τη σύζυγο του, της απαγόρευσης να την πλησιάζει και της υποχρέωσης να παρακολουθήσει ειδικό πρόγραμμα ψυχολογικής υποστήριξης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα στοιχεία που επιμέτρησαν για να αφεθεί ελεύθερος ο γνωστός ποινικολόγος παρά το βαρύ κατηγορητήριο που αντιμετωπίζει, είναι:
Η κατάθεση της γυναίκας του ότι ο άγριος ξυλοδαρμός έγινε για πρώτη φορά και ουδέποτε είχε συμβεί κάτι αντίστοιχο στο παρελθόν, καθώς και η κατάθεση της πρώην συζύγου του, που τον είχε καταγγείλει στο παρελθόν, η οποία ανακάλεσε την καταγγελία της στην τότε δίκη.
«Ομολόγησα την πράξη μου, πραγματικά ζητάω συγγνώμη γι’ αυτό το οποίο συνέβη στην σύζυγό μου, την οποία πραγματικά υπεραγαπάω και από τις τρεις κόρες μου» είπε ο ποινικολόγος στις δηλώσεις του αφού απολογήθηκε.
«Δυστυχώς βρέθηκα σε μία κατάσταση που έγινε αυτό το περιστατικό και εγώ ακόμα δεν μπορώ να δώσω εξηγήσεις. Δεν έχω υπάρξει ποτέ στη ζωή μου βίαιος, θα κοιτάξω να θεραπευτώ, να ζητήσω βοήθεια γιατί πραγματικά το λέω, έχω χτίσει μία καριέρα και μία οικογένεια με πάρα πολύ κόπο και από εμένα και από τη σύζυγό μου. Θα αναζητήσω τις ψυχολογικές αιτίες του περιστατικού, δεν είναι κάτι για το οποίο μπορώ να συγχωρέσω τον εαυτό μου».
«Να μην βρεθεί κανείς άνθρωπος σε αυτή την κατάσταση. Ζητάω συγγνώμη από όλο τον κόσμο. Πρωτίστως από τη Σοφία και τις κόρες μου», είπε, στη συνέχεια, ο Απόστολος Λύτρας στις δηλώσεις του προς τους δημοσιογράφους.
Το χρονικό
Το βράδυ της Κυριακής, σύμφωνα με πληροφορίες, η ανακρίτρια επισκέφθηκε την 37χρονη στο σπίτι και της πήρε κατάθεση, όπου η γυναίκα φέρεται να περιέγραψε τον ξυλοδαρμό της από τον άντρα της.
Ως μάρτυρες υπεράσπισης του κατηγορουμένου κατέθεσαν η πρώην σύζυγος, η μεγάλη κόρη του και ο κουμπάρος τους και δικηγόρος.
Υπενθυμίζεται ότι αρχικά ο Απόστολος Λύτρας είχε προβεί στον ισχυρισμό ότι η γυναίκα του τραυματίστηκε άσχημα όταν έπεσε από τις σκάλες του σπιτιού τους.
Η γυναίκα δεν είχε υποβάλλει μήνυση σε βάρος του. Σύμφωνα με πληροφορίες από το αστυνομικό ρεπορτάζ, η γυναίκα φέρεται να έγνεψε καταφατικά όταν ο γιατρός τη ρώτησε αν τη χτύπησε ο άντρας της. Επίσης, πάλι κατά το αστυνομικό ρεπορτάζ, οι αστυνομικοί όταν έμειναν μόνοι με τη γυναίκα στο δωμάτιο του νοσοκομείου, τη ρώτησαν αν επιθυμεί την τοποθέτηση panic button στο κινητό της και φέρεται να απάντησε θετικά.
Ο ρόλος του γιατρού ήταν καταλυτικός καθώς κατήγγειλε την υπόθεση στην αστυνομία. Από 1η Μαίου οπότε και ισχύουν οι τελευταίες αλλαγές στον ποινικό κώδικα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ο γιατρός και όλοι οι επαγγελματίες υγείας υποχρεούνται εκ του νόμου να καταγγέλουν τέτοια περιστατικά στις αρχές, χωρίς να φοβούνται τυχόν συνέπειες, καθώς έχει θεσπιστεί το ακαταδίωκτο από τους δράστες. Δεν μπορεί κανείς να τους μηνύσει ή να τους κάνει αγωγή.
Η σύλληψη έγινε στο πλαίσιο εφαρμογής ειδικής διάταξης του υπουργού Δικαιοσύνης, Γιώργου Φλωρίδη, που αντικατέστησε το άρθρο 23 του Νόμου 3500/2006 «περί ενδοοικογενειακής βίας» και ψηφίστηκε τον περασμένο Φεβρουάριο μαζί με τις τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα.