Οι δραματικές στιγμές πριν και μετά το έγκλημα – Τι είπε η 26χρονη και εξόργισε τον δολοφόνο – Ο τρόπος που την σκότωσε
«Με ενέπαιζε, προσπαθούσε να με εκθέσει, με κορόιδευε» ισχυρίζεται μεταξύ άλλων στην απολογία του ο 30χρονος καθ’ ομολογία δολοφόνος της 26χρονης Γαρυφαλλιάς στη Φολέγανδρο, ο οποίος όμως δεν κατάφερε να απαντήσει σε πολλές από τις ερωτήσεις του ανακριτή, γιατί είχε “θολή εικόνα”.
Ο κατηγορούμενος υποστήριξε πως αντιμετωπίζει ψυχιατρικά προβλήματα και πως η 26χρονη με την συμπεριφορά της επιχειρούσε να τον μειώσει. «Γι’ αυτό που συνέβη σίγουρα δεν ήμουν ο εαυτός μου. Πραγματικά λυπάμαι γι’ αυτό που συνέβη και μακάρι να είχαν έρθει τα πράγματα αλλιώς» είπε στον ανακριτή, χωρίς όμως να απαντήσει στις περισσότερες ερωτήσεις του σχετικά με το πως έγινε το έγκλημα, παρουσιάζοντας «κενό μνήμης».
Ε: Πως και για ποιο λόγο διαπληκτιστήκατε;
Α: Την συγκεκριμένη φορά ο λόγος ήταν ότι δεν παρακολουθούσε πως θα πάμε στο μέρος που πηγαίναμε να φάμε. Πηγαίναμε από άλλο δρόμο και μετά ξαναγυρίσαμε πίσω.
Ε: Το αμάξι σας έφυγε ή το ρίξατε εσείς εκεί;
Α: Μου έφυγε ήμασταν στο κέντρο του δρόμου και έπρεπε να κάνω στροφή, διαπληκτιζόμαστε και το αμάξι έφυγε από το δρόμο. Προσέκρουσε σε πέτρες.
Ε: Ο διαπληκτισμός τι μορφή είχε;
Α: Υπήρχε έντονη λογομαχία. Δε θυμάμαι συγκεκριμένα. Εγώ της είπα ότι αυτό με το χάρτη έχει γίνει πολλές φορές. Αυτή έλεγε ότι δεν πειράζει πάμε από άλλο δρόμο, αν σε ενοχλεί τόσο πολύ αυτοκτόνα.
Ε: Δεν υπήρχαν ύβρεις, προσβολές ή σωματική βια;
Α: Όχι
Ε: Είχατε λογομαχήσει ξανά προηγουμένως;
Α: Είχαν γίνει διάφοροι διάλογοι, άλλες φορές πιο έντονοι. Μου έλεγε ότι έχουμε έρθει διακοπές μαζί και δεν περνάμε καλά. Είχα προτείνει εγώ να κλείσουμε εισιτήρια να γυρίσουμε πίσω αφού δεν περνούσαμε καλά, αλλά η Γαρυφαλλιά επέμενε να μείνουμε.
Αναφερόμενος στη γνωριμία τους είπε: «Είχαμε γνωριστεί πέρσι το καλοκαίρι στην Κόρινθο. Είχαμε ελεύθερη σχέση. Εγώ δεν είχα παράλληλη σχέση, εκείνη πιθανόν να είχε. Από κοντά βρισκόμασταν μία με τρεις φορές την εβδομάδα. Επικοινωνούσαμε σχεδόν καθημερινά στο κινητό και στον υπολογιστή. Και οι δύο συμφωνούσαμε στην ελεύθερη σχέση. Κανείς από τους δύο δεν είχε εκφράσει επιθυμία για στενότερη σχέση. Η Γαρυφαλλιά πρότεινε να πάμε διακοπές. Επιλέξαμε το ελεύθερο κάμπινγκ γιατί τα δωμάτια ήταν ακριβά. Είχαμε και οι δύο ξανά κάνει ελεύθερο κάμπινγκ και μαζί και χωριστά. Και οι δύο συμφωνήσαμε για το ελεύθερο κάμπινγκ».
Περιγράφοντας τις κινήσεις τους την ημέρα του εγκλήματος είπε:
«Την ημέρα εκείνη είχαμε κάνει μπάνιο, δε θυμάμαι πόσες ώρες πριν το συμβάν. Σηκωθήκαμε κατά τις εννιά το πρωί. Πήραμε καφέ στον Άγιο Νικόλαο και πήγαμε για μπάνιο στην παραλία της περιοχής Λυγαριά. Δεν θυμάμαι ακριβώς την περιοχή. Έχει και βράχια. Είχαμε πάει και σε άλλες παραλίες και κοιτάξαμε στο χάρτη και αποφασίσαμε να πάμε εκεί γιατί ήταν η πιο κοντινή. Η πρόσβαση ήταν εύκολη. Δεν κάναμε μπάνιο στο σημείο που έγινε το συμβάν, κάναμε μπάνιο στην παραλία της περιοχής Λυγαριά, όχι στο σημείο που βρέθηκε το αυτοκίνητο».
Όπως εξήγησε ο ίδιος, φεύγοντας από την παραλία που έκαναν μπάνιο, ήθελαν να πάνε για φαγητό. «Όμως χαθήκαμε και αναγκαστήκαμε να επιστρέψουμε στο χωματόδρομο με κατεύθυνση αυτή τη φορά από τον Άγιο Γεώργιο προς Λυγαριά. Περί τα 100 – 200 μέτρα μετά την παραλία της λυγαριάς, πίσω προς Άνω Μεριάς σε απόκρημνο σημείο έγινε το συμβάν».
Ε: Μέχρι τότε ήταν όλα καλά;
Α: Δεν είχαμε καλή επικοινωνία, δεν περνούσαμε καλά. Καθίσαμε για μπάνιο περίπου μια ώρα και αποφασίσαμε μαζί να φύγουμε να πάμε κάπου να φάμε.
Ε: Τον χάρτη τον είχε η Γαρυφαλλιά;
Α: Ουσιαστικά είχαμε το gps του κινητού της
Ο κατηγορούμενος φέρεται να έχει δηλώσει ότι το θύμα δεν τον σεβόταν με αποτέλεσμα ο ανακριτής να του θέσει το σχετικό ερώτημα, ζητώντας διευκρινίσεις σχετικά με το τι εννοούσε με αυτή τη φράση. «Υπάρχουν κάποια γεγονότα αλλά δεν ξέρω αν υπάρχει λόγος να το αναφέρω. Με ενέπαιζε παριστάνοντας πως πήγε να πάρει τσιγάρα και πήγαινε αλλού και μετά γέλαγε. Το βασικό ήταν ότι υπήρχε αυτό έντονα στο νησί. Με οδηγούσε κι εμένα σε λάθος κατευθύνσεις, καταλήγαμε σε χωματόδρομο και μετά με κορόιδευε. Ήταν μια επανειλημμένη συμπεριφορά και ήταν τόσο έντονο που μου χαλούσε την καλή διάθεση που είχα στην αρχή. Το έκανε εδώ και 5-6 μήνες. Παρόμοια συμπεριφορά αλλά όχι συνεχόμενα, κάποιες φορές. Προσπαθούσε να με εκθέσει είτε όταν ήμασταν μόνοι μας είτε με παρέα. Εγώ είχα πει αρκετές φορές να σταματήσουμε να βρισκόμαστε γι’ αυτό το λόγο αλλά εκείνη επέμενε να συνεχίσουμε. Για κάποια θέματα είχαμε βρει λύσεις, σε αλλά σημεία έκανε τα ίδια».
Κατά τη διάρκεια της απολογίας του, ο κατηγορούμενος δεν ήξερε να απαντήσει ούτε σχετικά με το πού βρίσκεται το κινητό του θύματος, ούτε το δικό του και επανερχόμενος στη στιγμή του εγκλήματος, υποστήριξε ότι η 26χρονη βγήκε από το αμάξι επειδή φοβήθηκε με το αυτοκίνητο. «Βγήκε και φώναξε βοήθεια. Εκείνη τη στιγμή θόλωσα, κλείδωσε το μυαλό μου. Εγώ κατάλαβα ότι φωνάζει για να δημιουργήσει την εντύπωση ότι εγώ φταίω σε κάτι και να με εκθέσει για άλλη μία φορά. Είχαμε τσακωμό μπροστά στο αμάξι. Το αμάξι δεν το έβαλα σε λειτουργία. Δε θυμάμαι πόσα μέτρα απέχει το αμάξι από το χείλος του γκρεμού» φέρεται να είπε στον ανακριτή.
Ε: Τι έγινε ακριβώς;
Α: Μόνο μία ένταση θυμάμαι.
Ε: Σας χτύπησε;
Α: Όχι.
Ε: Την χτυπήσετε;
Α: Όχι.
Ε: Την ακουμπησατε;
Α: Όχι.
Ε: Τι θυμάστε;
Α: Την έσπρωξα. Δε θυμάμαι πόσες φορές την έσπρωξα.
Ε: Προς τα που την σπρώξατε;
Α: Νομίζω προς τον γκρεμό. Δεν είχε παραλία.
Ε: Έπεσε στο γκρεμό;
Α: Την έσπρωξα και έπεσε κι αυτό που θυμάμαι εγώ ήταν ότι ήταν στο νερό. Δεν την είδα να χτυπάει στα βράχια.
Ε: Την είδατε να πέφτει;
Α: Δεν είδα πως κατέληξε μέσα στο νερό. Εγώ κατέβηκα κάτω και ήταν μέσα στο νερό. Δεν θυμάμαι αν είχε αίματα. Ίσως είχε στο πρόσωπο αίμα. Δεν θυμάμαι σε πιο σημείο του προσώπου. Δε θυμάμαι τι φορούσε. Όταν την είδα ήταν σα να συντονίστηκα. Μπήκα στο νερό την έβγαλα έξω και προσπάθησα να της κάνω τεχνίτες αναπνοές. Δε γνωρίζω την τεχνική. Την τράβηξα με τα χέρια. Ήταν βαθιά εκεί. Δε γνωρίζω πως βρέθηκε το φόρεμα και τα σανδάλια δίπλα στο σημείο που ανασύρθηκε η Γαρυφαλλιά. Ούτε τα σκουλαρίκια και το κολιέ. Δεν υπήρχε κάποια πάλη. Όταν έκανα τεχνητές αναπνοές δεν αντιδρούσε, στην αρχή έβγαλε κάτι απ’ το στόμα της σαν αφρό και μετά δεν έκανε κίνηση. Δεν ανέπνεε. Πήρα σφυγμό αλλά δεν αντελήφθην σφυγμό. Δεν άκουσα τη φωνή της και δεν θυμάμαι αν είχε ανοιχτά τα μάτια. Θυμάμαι μόνο ότι τα χείλη της ήταν μελανιασμένα»
Επιχειρώντας να εξηγήσει γιατί δεν κάλεσε σε βοήθεια, ισχυρίστηκε ότι τα είχε χάσει και δεν ήξερε τι έκανε. «Τα είχα χάσει. Εγώ έφυγα από την αντίθετη μεριά από το σημείο κολυμπώντας. Δε θυμάμαι πόση ώρα μετά έφυγα. Δε θυμάμαι πόση ώρα κολυμπούσα. Κολύμπησα αρκετή ώρα και βγήκα σε βράχια. Απ’ ότι θυμάμαι την τσάντα μου την έριξα στην θάλασσα. Το βράδυ εκείνο κοιμήθηκα στο λόφο. Δεν ξέρω γιατί γύρισα πίσω στο αμάξι και δε θυμάμαι αν και γιατί άφησα τα αλάρμ του αυτοκινήτου ανοιχτά.
Ο ισχυρισμός του για τα ψυχολογικά προβλήματα
«Εμφάνισα ψυχιατρικό επεισόδιο πρώτη φορά το 2014 – 2015 με έντονη εγκεφαλική λειτουργία, έντονο άγχος, ζαλάδες, φοβίες και παραισθήσεις ότι με παρακολουθούν. Για το λόγο αυτό μετά από παρότρυνση των γονιών μου επισκέφτηκα ιδιώτη ψυχίατρο στην Κόρινθο. Στη συνέχεια το 2015 εξετάστηκα στην ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου Αγίων Αναργύρων Αττικής όπου και διαγνώστηκα (…) και μου χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή. Ακολούθως το 2020 εκδήλωσα ψυχιατρικό επεισόδιο στο χώρο εργασίας μου και συγκεκριμένα κρίσεις πανικού, έντονο άγχος και παραισθήσεις. Έτσι εξεταστικά από ιδιώτη ψυχίατρο συνοδευόμενος από τους γονείς μου, στην οποία έκανα συνεδρίες επί τέσσερις μήνες και μου χορήγησε το φάρμακο (…) το οποίο όμως διέκοψα αυθαίρετα ύστερα από 5-6 μήνες. Τελευταία φορά επισκέφτηκα τον Ιούνιο του 2021 τον ψυχίατρο Κορίνθου και έκανα μαζί του τρεις συνεδρίες την τελευταία 7 Ιουλίου 2021, ο οποίος δε μου χορήγησε φαρμακευτική αγωγή. Το τελευταίο ψυχίατρο τον επισκέφτηκα για την νόμιζα πάλι ότι με παρακολουθούν, ότι δεν μπορούσα να επικοινωνήσω, είχα ασυνεννοησία και προβλήματα με την Γαρυφαλλιά. Είχα προσπαθήσει πολλές φορές να διακόψω τη σχέση μαζί της αλλά μετά με καλούσε να ξαναβρεθούμε συνέχεια. Εγώ το συνέχιζα και προσπαθούσα να κατανοήσω τους λόγους που γινόταν αυτό στα ανθρώπινα πλαίσια και στα πλαίσια του αλληλοσεβασμού».