H Πρεσβεία της Ιταλίας παρουσιάζει το βιβλίο «Η συμβολή των Ιταλών στην Ελληνική Επανάσταση. 1821-1832: Προετοιμάζοντας την Ιταλική Παλιγγενεσία»

H Πρεσβεία της Ιταλίας στην Αθήνα παρουσιάζει το βιβλίο «Η συμβολή των Ιταλών στην Ελληνική Επανάσταση. 1821-1832:  Προετοιμάζοντας την Ιταλική Παλιγγενεσία», παρουσία της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, κυρίας Λίνας Μενδώνη.

Η Πρεσβεία της Ιταλίας στην Αθήνα, με αφορμή το έτος των λαμπρών εορτασμών της επετείου της Ελληνικής Επανάστασης (1821-2021), θέλησε να συμβάλλει στους επίσημους εορτασμούς αυτής της τόσο σημαντικής επετείου – που μας θυμίζει εκείνο το σπουδαίο κίνημα ιδανικών και ελευθερίας πάνω στο οποίο θεμελιώθηκε η ανεξαρτησία αυτής της χώρας, η τόσο σημαντική για την ιστορία και της υπόλοιπης ευρωπαϊκής ηπείρου – προωθώντας την έκδοση του βιβλίου «Η συμβολή των Ιταλών στην Ελληνική Επανάσταση. 1821-1832: Προετοιμάζοντας την Ιταλική Παλιγγενεσία”, του εκδοτικού οίκου Αθηνών, ETPbooks.

Τον άρτι αφιχθέντα από το τυπογραφείο τόμο, παρουσίασε για πρώτη φορά η Πρέσβυς της Ιταλίας στην Αθήνα, Πατρίτσια Φαλτσινέλλι το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου, στην Πρεσβευτική Κατοικία, στα πλαίσια μιας τελετής με ολιγάριθμους προσκεκλημένους, στην οποία συμμετείχε η Υπουργός Πολιτισμού, κυρία Λίνα Μενδώνη, επίτιμη προσκεκλημένη της βραδιάς, καθώς και άλλες σημαντικές προσωπικότητες και εκπρόσωποι των Αρχών και του πολιτισμού. (Η παρουσίαση του βιβλίου στο κοινό θα πραγματοποιηθεί στις 16 Δεκεμβρίου, στον Φιλολογικό Σύλλογο Αθηνών Παρνασσό).

Μετά τους χαιρετισμούς της Πρέσβεως κυρίας Φαλτσινέλι και της Υπουργού κυρίας Μενδώνη, ακολούθησε μια σύντομη εισαγωγή από τον εκδότη, κύριο Έντσο Τέρτσι και η παρουσίαση του βιβλίου στο κοινό από τον καθηγητή κύριο Γεράσιμο Παγκράτη, Διευθυντή του Τμήματος Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και από τον καθηγητή κύριο Μάρκο Γκάλντι, Πρόεδρο της Ιταλικής Φιλελληνικής Εταιρίας.

Το βιβλίο – ως σύγγραμμα επιστημονικού χαρακτήρα το οποίο αποτελεί προϊόν της συνεργασίας με ορισμένους από τους σημαντικότερους ιστορικούς από την Ιταλία και την Ελλάδα με εξειδίκευση στην περίοδο αυτή – συνιστά την πρώτη προσπάθεια να παρουσιαστεί με συστηματικό τρόπο η ιστορία των πολυάριθμων Ιταλών που εκείνα τα χρόνια έδωσαν την συνεισφορά τους στον «Αγώνα της Ελλάδας». Ερευνά επίσης τις διάφορες εκφάνσεις της υποστήριξης που η Ιταλία (πριν ακόμη συσταθεί ως ενιαίο κράτος) εξασφάλισε στην γέννηση αυτής της χώρας, της Ελλάδας, αλλά και τους βαθείς δεσμούς μεταξύ του φιλελληνισμού και του κινήματος της Ιταλικής Παλιγγενεσίας.

Όπως υπενθύμισε στον χαιρετισμό της η Πρέσβυς κυρία Φαλτσινέλι, «ο αγώνας για την ελληνική ανεξαρτησία και η ιταλική Παλιγγενεσία, υπήρξαν παράλληλες διεργασίες, που χαρακτηρίστηκαν από έντονες αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους. Ο Φιλελληνισμός απέκτησε στην Ιταλία, την ισχύ ενός καθεαυτού ιδεολογικού κινήματος: η Ελλάδα αποτέλεσε πηγή έμπνευσης, ένα πρότυπο προς μίμηση, ενώ τα αισθήματα αδελφοσύνης με τους έλληνες αγωνιστές έκαναν τους ιταλούς να συνειδητοποιήσουν ολοένα και περισσότερο την δική τους λαχτάρα για λευτεριά, ανεξαρτησία και για την ενότητα του Έθνους τους».

Φαλτσινέλι: «Ο αγώνας για την ελληνική ανεξαρτησία και η ιταλική Παλιγγενεσία, υπήρξαν παράλληλες διεργασίες, που χαρακτηρίστηκαν από έντονες αλληλεπιδράσεις μεταξύ τους».

Στην ομιλία της η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη ανέφερε ότι ο τόμος καλύπτει ένα βιβλιογραφικό κενό και σημείωσε ότι, «Η Ιταλία, όπως αναδεικνύεται από τις μελέτες που περιλαμβάνονται στον εν λόγω τόμο, συμπαρατάχθηκε με την Ελλάδα στον αγώνα που έδινε μετά από αιώνες δουλείας και υποταγής απέναντι σε έναν αλλόθρησκο δυνάστη, αξιώνοντας την ιστορική και ηθική της αποκατάσταση συνάμα με την πολιτική της απελευθέρωση. Μια απελευθέρωση, που ο θεμελιωμένος σε ελληνικές πολιτισμικές βάσεις δυτικός κόσμος ένιωσε το ηθικό χρέος να συνδράμει. Και είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον ότι στην περίπτωση της Ιταλίας, το φιλελληνικό κίνημα υπήρξε αυθόρμητο και πηγαίο, στο βαθμό που δεν συντονίστηκε από μια κρατική οντότητα, δεν είχε πολιτική στόχευση και δεν εξυπηρετούσε σκοπιμότητες. Ίσως για αυτόν τον λόγο, η Ελληνική Επανάσταση, με την ρομαντική της διάσταση, αποτέλεσε έμπνευση και πρότυπο για το Ιταλικό Risorgimento, τον αγώνα για ενοποίηση του ιταλικού έθνους -μια ακόμη παραγνωρισμένη πτυχή της ιστορίας».

Μενδώνη: «Η Ιταλία, όπως αναδεικνύεται από τις μελέτες που περιλαμβάνονται στον εν λόγω τόμο, συμπαρατάχθηκε με την Ελλάδα στον αγώνα που έδινε μετά από αιώνες δουλείας και υποταγής απέναντι σε έναν αλλόθρησκο δυνάστη, αξιώνοντας την ιστορική και ηθική της αποκατάσταση συνάμα με την πολιτική της απελευθέρωση».

Στο τέλος της παρουσίασης, ο Πρόεδρος του Μουσείου Φιλελληνισμού της Αθήνας, κύριος Κωνσταντίνος Βελέντζας, επέδωσε στην Πρέσβυ κυρία Φαλτσινέλι ένα αναμνηστικό μετάλλιο που απεικονίζει τον πιο γνωστό ανάμεσα στους ιταλούς φιλέλληνες, Σαντόρε Ντι Σανταρόζα.

Λίγα λόγια για το βιβλίο

“Η υποστήριξη των Ιταλών στην Ελληνική Επανάσταση προετοιμάζοντας την Ιταλική Παλιγγενεσία”

Το εγχείρημα δημιουργίας ενός τόμου εξολοκλήρου αφιερωμένου στην ιταλική υποστήριξη στην ελληνική επανάσταση, οφείλεται όχι μόνο στην επιθυμία της συνεισφοράς στους εορτασμούς των διακοσίων ετών από την Επανάσταση, αλλά και στο γεγονός ότι δεν υπήρχαν, μέχρι σήμερα, στην παγκόσμια ιστοριογραφία, δημοσιεύσεις που να αντιμετωπίζουν το θέμα αυτό συστηματικά.

Ο τόμος συγκεντρώνει τριάντα συνεισφορές ισάριθμων Ιταλών και Ελλήνων ακαδημαϊκών, προερχομένων από είκοσι Πανεπιστήμια, που μελέτησαν τους Ιταλούς πρωταγωνιστές και την υποστήριξη που εξασφάλισαν στον αγώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας πολλές ιταλικές πόλεις, από τον βορρά έως τον νότο της Ιταλικής χερσονήσου. Στο προσάρτημα του βιβλίου παρατίθεται μια ενημερωμένη βιβλιογραφία σχετικά με το θέμα και μια συλλογή βιογραφιών των Ιταλών που προσέτρεξαν στην Ελλάδα σε εκείνην την συγκυρία.

Η Ιταλία, τον καιρό εκείνο, δεν αποτελούσε ακόμη ένα έθνος, αλλά το φιλελεύθερο πνεύμα, ως προπομπός της Ιταλικής Παλιγγενεσίας, πρόσφερε γόνιμο έδαφος στα αιτήματα του ελληνικού λαού, εξασφαλίζοντάς του την λειτουργική, στρατιωτική, οικονομική, πολιτική, λογοτεχνική, καλλιτεχνική και κοινωνική υποστήριξη (και μάλιστα, δίχως να υπάρχει ένας ακριβής πολιτικός σχεδιασμός εκ μέρους μια κυβέρνησης, συνθήκη που καθιστά μάλλον μοναδική την εμπειρία του ιταλικού φιλελληνισμού, σε σχέση με ανάλογα κινήματα που αναπτύχθηκαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες).

Οι χιλιετείς σχέσεις ανταλλαγών, ιδιαίτερα στον τομέα του πολιτισμού, που ευνόησαν την αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο χωρών, καθώς και η παρουσία σημαντικών ελληνικών κοινοτήτων στην Ιταλία, είχαν σαν αποτέλεσμα να υιοθετηθεί το ελληνικό ζήτημα και να γίνει αντιληπτό ως οικείο σε κάθε ιταλικό λιμάνι αλλά και στις μεγαλύτερες πόλεις. Η εξέγερση της Ελλάδας πρόσφερε μάλιστα κοινό έδαφος στους προβληματισμούς και τις φιλοδοξίες των Ιταλών, σε τέτοιο βαθμό που η ελληνική επανάσταση αποτέλεσε πηγή έμπνευσης και πεδίο εκγύμνασης για την ιταλική παλιγγενεσία που ακολούθησε αμέσως μετά.

Ο τόμος προσφέρεται σε τρεις εκδοχές σε διαφορετική γλώσσα η καθεμία: ιταλική, ελληνική και αγγλική, με την πεποίθηση πως θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ενδιαφέρον εργαλείο για όποιον σκοπεύει να εμβαθύνει στα ζητήματα αυτά καθώς και να λειτουργήσει ως κίνητρο για μελλοντικές έρευνες και εντρυφήσεις.

Σημείωμα του εκδότη

Το έργο ενός συλλογικού τόμου με θέμα την ιταλική υποστήριξη στον Αγώνα για την Ανεξαρτησία την Ελλάδας πηγάζει από την επιθυμία να εμβαθύνουμε σε ένα θέμα που, στο σύνολό του, δεν είχε ποτέ στο παρελθόν αντιμετωπιστεί, ούτε ως ακριβής ανάλυση ιστορικών, πολιτικών και κοινωνικών γεγονότων, ούτε ως μια συγκεκριμένη περίοδος που θα μπορούσε να θεωρηθεί, λόγω των συνεπειών της, σαν ένα στάδιο μίας εξελικτικής διαδικασίας και να προσδιοριστεί ως προαναγεννησιακή. Υπάρχει πράγματι ένα είδος damnatio memoriæ για εκείνη την περίοδο, που εκτείνεται μεταξύ του τέλους της Νεότερης Ιστορίας, η οποία συμβατικά ολοκληρώνεται το 1815 με το Συνέδριο της Βιέννης και της Σύγχρονης Ιστορίας, η οποία αρχίζει το 1848. Ως αποτέλεσμα, τα ελληνικά γεγονότα εκείνων των ετών, αν και θεμελιώδη για το ευρωπαϊκό και το ιταλικό πεπρωμένο, δεν έχουν ερευνηθεί παρά μόνο εν μέρει και δεν έχουν τύχει συστηματικής έρευνας.

Ομοίως, τα ίδια γεγονότα πλαισιώνονται από ένα ευρύτερο, διεθνές πλαίσιο, με σκοπό να εξυψωθεί εκείνο το δίκτυο κοινών προσδοκιών και ταυτοτήτων που, διευρυνόμενο μέσω του έργου των εξόριστων, αποτέλεσε βασικό ιδεολογικό στήριγμα των αιτημάτων για ανεξαρτησία, της συνακόλουθης άνθησης των εθνών και, ταυτόχρονα, της αρχής του τέλους των μεγάλων αυτοκρατοριών.

Η Ιταλία, η οποία εκείνη την εποχή δεν είχε ακόμη συγκροτηθεί ως ενιαίο κράτος, προσέφερε την υποστήριξή της όχι μόνο στις κοινές φιλοδοξίες ανεξαρτησίας εκείνων που παρακινήθηκαν να υπερβούν την Αδριατική, αλλά και λειτουργώντας στην επικράτεια των επιμέρους κρατών που την αποτελούσαν, σε πολλαπλά μέτωπα. Ιδιώτες που για επαγγελματικούς λόγους ή εξαναγκασμένοι σε εξορία πήγαν στην Ελλάδα, συντάχτηκαν με αυτούς, που παρείχαν πολιτική, υλικοτεχνική και πολιτιστική υποστήριξη από την ιταλική χερσόνησο, χάρη στην μακραίωνη ανταλλαγή με τους Έλληνες που διαβιούσαν στις πόλεις μας, στα πανεπιστήμιά μας, στις κοινωνίες μας, καλλιεργώντας ένα οικονομικό και πολιτιστικό δούναι και λαβείν, ένα πολύ γόνιμο έδαφος, δηλαδή, για συνεργασία και αλληλεγγύη. Αν και όπως αποδεικνύεται μερικές φορές – με τρόπο που προβάλλεται από μια επιδεικτική noblesse – η γνώμη για τους Νεοέλληνες θα μπορούσε να ακουστεί ως επικριτική σε σημείο που να αμφισβητείται σοβαρά η δυνατότητα επίτευξης και διατήρησης της ανεξαρτησίας, εντούτοις συνετέλεσαν σε αυτό τον σκοπό οι εντολές για την πολιτιστική συνέχεια και την κληρονομιά μιας μεγαλοπρεπούς αρχαιότητας, μητέρας, για πολλούς, κοινών αξιών και διδασκαλιών. Μια κληρονομιά που έγινε η ρομαντική βάση ολόκληρου του ευρωπαϊκού φιλελληνικού κινήματος.

Πολύ διαφορετική ήταν η υποστήριξη που προσέφεραν τα άλλα εμπλεκόμενα έθνη, τα οποία εξήγγειλαν τη δέσμευσή τους βάσει συγκεκριμένων πολιτικών οδηγιών των κυβερνήσεών τους, για τις οποίες στόχος δεν ήταν η ανεξαρτησία των Ελλήνων, αλλά το αν η Ελλάδα θα έπρεπε ή όχι να βγει από την επιρροή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αυξάνοντας έτσι, με σωστή διαχείριση, την ευρωπαϊκή επιρροή στις περιοχές αυτές και με όχι δευτερεύοντα στόχο τον έλεγχο των ρωσικών φιλοδοξιών που για μεγάλο χρονικό διάστημα επιθυμούσαν μια διέξοδο στη Μεσόγειο.

Τα δοκίμια που παρουσιάζονται εδώ ασχολούνται με θέματα, γεγονότα και προσωπικότητες που μας φάνηκαν σημαντικά, προκειμένου να δώσουμε τουλάχιστον μια ιδέα για το πόσο μεγάλη ήταν η συμμετοχή των Ιταλών. Σκόπιμα δεν έχουμε επικεντρωθεί σε στρατιωτικά ζητήματα, καθώς πολύ συχνά αντιπροσωπεύουν μόνο την τελική πράξη της πολιτικής και πνευματικής διαδρομής, αλλά οι εισηγητές έχουν δώσει έμφαση στις πολλαπλές μορφές και κατευθύνσεις με τις οποίες αναπτύχθηκε η υποστήριξη. Αυτές λοιπόν οι ταπεινές αλλά όχι λιγότερο σημαντικές συνεργασίες που προσέφεραν πολλοί – περισσότερο ή λιγότερο άγνωστοι – σε λιμάνια και πόλεις, ενώνονται με έργα προσωπικοτήτων όπως, για παράδειγμα, ο Vincenzo Gallina και ο Alerino Palma di Cesnola, που όχι μόνο βραβεύτηκαν αλλά κατείχαν αξιώματα κύρους στο νεοσυσταθέν βασίλειο της Ελλάδας, είτε όπως Giuseppe Chiappe, ο οποίος για μεγάλο χρονικό διάστημα τροφοδοτούσε τον αγώνα με πληροφορίες από την Ύδρα, ή ο Giovanni Romey, ένας κατάσκοπος που ενημέρωνε την Επιτροπή της Ζακύνθου από τις τάξεις των Οθωμανών. Εξίσου σημαντικοί ήταν ο Porro Lambertenghi και ο Giacinto Provana di Collegno, οι οποίοι όχι μόνο κράτησαν το φιλελληνικό συναίσθημα ζωντανό στην πατρίδα τους, αλλά πήγαν στην Ελλάδα για να συμμετάσχουν στα γεγονότα. Τέλος, αξιομνημόνευτοι είναι οι αμέτρητοι γιατροί που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους, σε τέτοιο βαθμό ώστε το πρώτο φαρμακείο με τη σύγχρονη έννοια στην Ελλάδα να είναι ενός από αυτούς, όπως μνημονεύεται και σε μια αναμνηστική στήλη, στο Ναύπλιο. Και πώς μπορούμε να μην θυμηθούμε εκείνους που, στους τομείς της τέχνης, της μουσικής και του θεάτρου ή ακόμη και της λογοτεχνίας, εργάστηκαν για να ενισχύσουν τα αιτήματα για ανεξαρτησία και ελευθερία της Ελλάδας;

Ο νεανικός ενθουσιασμός του Terenzio Mamiani και οι αισιόδοξοι στί- χοι του Enrico Mayer, ο οποίος υπέγραφε ως «Φιλέλληνας» στις σελίδες της Ανθολογίας, άνοιξαν ένα κεφάλαιο στο οποίο συμμετείχαν λογοτέχνες απ’ όλη την ιταλική χερσόνησο. Κανείς, ή σχεδόν κανείς δεν απέκλινε, ίσως ο μόνος ήταν ο Manzoni, ο οποίος δεν εκδήλωσε δημόσια την κλίση του, ούτε καν με έναν προσεκτικό και διστακτικό τρόπο· πόσο βαθιά γεμάτος αγάπη και ευγνωμοσύνη μίλησε ο Leopardi από τις σελίδες του Zibaldone, αφήνοντας ημιτελές, λόγω της ανάγκης για περισυλλογή που τον διέκρινε, το Canto alla Grecia libera e indipendente (Ύμνος για την ελεύθερη και ανεξάρτητη Ελλάδα)!

Και δεν πρέπει να ξεχνάμε και τους πρωταγωνιστές που έχουν γίνει πιο δημοφιλείς, εκείνους στους οποίους η ιστοριογραφία και η έρευνα έχουν παραχωρήσει μέχρι στιγμής τον ρόλο των πρωταγωνιστών που θα έπρεπε ίσως να τον μοιραστούν με άλλους. Υπήρχαν κι εκείνοι που έδωσαν τη δική τους γραπτή μαρτυρία, επίσης σημαντική, σε άλλη γλώσσα (μεταξύ αυτών και ο Alerino Palma di Cesnola, στον οποίο ο εκδοτικός οίκος έχει αφιερώσει έναν τόμο με τα έργα του, πλέον στα Ιταλικά). Και στη συνέχεια εκείνοι που έδωσαν τη ζωή τους αποκλειστικά και στον υπέρτατο βαθμό. Ο Αγώνας για την Ανεξαρτησία της Ελλάδας έγινε γι’ αυτούς – μερικές φορές είναι αλήθεια, χωρίς να υπάρχουν πολλές επιλογές – ο αγώνας για τη ζωή. Προσπαθήσαμε να ανασυνθέσουμε ένα ενημερωμένο μητρώο αυτών των λησμονημένων ανθρώπων, ένα έργο ιδιαίτερα δύσκολο λόγω της δυσνόητης γλώσσας που συχνά χαρακτηρίζει τα ονόματά τους, τα οποία μερικές φορές μεταγράφονται και προσαρμόζονται ανάλογα με τον τρόπο που τους αποκαλούσαν οι Έλληνες, οι οποίοι, σε πολυάριθμες δημοσιεύσεις, είχαν την ευγένεια να τους αναφέρουν, ωστόσο ελλείψει άλλων πληροφοριών.

Για να αποσαφηνιστεί αυτό το περίπλοκο έργο υπάρχει η αδιάκοπη και προσεκτική διπλωματική δράση των γραφείων του Παπικού Κράτους, ενός μετριοπαθούς υποστηρικτή, αν και obtorto collo, των αιτημάτων της Ελλάδας για ανεξαρτησία που, κάποια στιγμή, ανταποκρίθηκαν στην ύψιστη ανάγκη για αναχαίτιση των απίστων. Τελικά, κάποιος είχε αποφασίσει να δώσει στον φοβισμένο αντίπαλο ένα πιο αποτελεσματικό μάθημα από την πολιτική αναμονής και συντηρητισμού της Ιεράς Συμμαχίας, η οποία ήλπιζε στη μονιμότητα ενός μεσογειακού status quo που, ουσιαστικά, δεν θα έβλαπτε τα δικά της συμφέροντα, μόλις θα εξαφανιζόταν ο κίνδυνος μιας τεράστιας επίθεσης στη Βιέννη.

Υπήρχαν τρία μέτωπα στα οποία αναπτύχθηκε η ιταλική υποστήριξη:

το μέτωπο εκείνων που πήγαν στην Ελλάδα· το εσωτερικό μέτωπο εκείνων που δρούσαν από την ιταλική χερσόνησο· το μέτωπο της ευρωπαϊκής διασποράς που έβλεπε τους Ιταλούς ως πρωταγωνιστές στα φιλελληνικά κινήματα και τους συλλόγους που δραστηριοποιούνταν σε άλλες πρωτεύουσες.

Η συλλογή μελετών που παρουσιάζεται σε αυτόν τον τόμο έχει ως στόχο να δώσει κίνητρα για περαιτέρω μελέτη. Στην πραγματικότητα, διερευνάται ένα πολύπλοκο σύμπλεγμα δραστηριοτήτων, το οποίο, αν και δεν εξετάζεται εξαντλητικά εδώ, μπορεί να αποτελέσει μια οργανική βάση έρευνας για όσους σκοπεύουν να ασχοληθούν με το θέμα. Οι δυσκολίες που συναντώνται συχνά στην ανάκτηση δεδομένων είχαν ως αποτέλεσμα την εκ νέου ανακάλυψη, τόσο στην Ιταλία όσο και στην Ελλάδα, αρχείων ή μεμονωμένων εγγράφων τα οποία, για το συγκεκριμένο ενδιαφέρον τους, ελπίζουμε ότι θα αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω έρευνας. Αυτό όμως δεν εξαντλεί τους λόγους για μια τέτοια συλλογή. Μια συλλογή έργων για το συγκεκριμένο θέμα δεν είχε ακόμη αναληφθεί και ίσως η ευκαιρία να αντιμετωπιστεί με ένα πανόραμα που απεικονίζει, έστω και συνοπτικά, τη δραστηριότητα ολόκληρης της ιταλικής χερσονήσου να μπορούσε θα οδηγήσει σε κάποιο προβληματισμό σχετικά με τη σημασία αυτών των γεγονότων, που, λαμβάνοντας υπόψη τις συνέπειες που προκλήθηκαν στην Ιταλία, θα τους προσέδιδε μεγαλύτερη ευπρέπεια και ιστορική σημασία.

Τα γεγονότα αυτά αποτέλεσαν το πεδίο εξάσκησης στο οποίο η Αναγέννησή μας απέκτησε το θάρρος που, ιδίως μετά την αποτυχία των εξεγέρσεων του ’20-’21 και τα γεγονότα στην Ισπανία, φαινόταν να λείπει· ήταν κατά κάποιο τρόπο μια πρόβα τζενεράλε που μέτρησε και επαλήθευσε την ανθεκτικότητα των κινημάτων ανεξαρτησίας και ελευθερίας, των εσωτερικών τους μηχανισμών και των υπερεθνικών δικτύων που ανατέθηκαν στους εξόριστους, εδραιώνοντας το κίνημα που είκοσι χρόνια αργότερα προώθησε, με μια πολύ διαφορετική αντίληψη, το ξέσπασμα του Αγώνα για την Ιταλική Ανεξαρτησία.

Η Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία έχει δει συχνά την Ιταλία και την Ελλάδα να έρχονται αντιμέτωπες, και υπήρξαν στιγμές τριβής και έντασης, σε σημείο που να βρίσκονται παραταγμένες σε αντίπαλα μέτωπα. Ελπίζουμε ότι ο τόμος αυτός, στον οποίο συμμετείχε μεγάλος αριθμός Ιταλών και Ελλήνων μελετητών, θα αποτελέσει το πρώτο βήμα για μια συνολική ανασκόπηση της κοινής ιστορίας των δύο χωρών κατά τους δύο τελευταίους αιώνες, με στόχο την αναγκαία και προοδευτική εξάλειψη των παρεξηγήσεων και των επιφυλάξεων που κληρονομήθηκαν και την έναρξη μιας κοινής συγγραφικής διαδικασίας που θα αποτελέσει ένα νέο παράδειγμα για το μέλλον.
Enzo Terzi

Οι συντελεστές του τόμου

Arianna Arisi Rota – Πανεπιστήμιο της Παβίάς
Francesco Barra – Πανεπιστήμιο του Σαλέρνο
Paolo Bernardelli – Ανεξάρτητος
Daniela Bombara – Πανεπιστήμιο της Μεσσήνης (Ιταλία)
Στάθης Μπίρταχας – Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Luciano Canfora – Πανεπιστήμιο του Μπάρι
Caterina Carpinato – Πανεπιστήμιο Ca’ Foscari, Βενετία
Cosimo Ceccuti – Πρόεδρος του Ιδρύματος Spadolini – Nuova Antologia
Antonio D’Alessandri – Πανεπιστήμιο Roma Tre
Marco Galdi – Πανεπιστήμιο του Σαλέρνο
Giacomo Girardi – Università della Svizzera Italiana, Λουγκάνο
Miguel Gotor – Πανεπιστήμιο Tor Vergata, Ρώμη
Γεώργιος Ε. Κουκουδάκης – Σχολή Εθνικής Άμυνας, Αθή
Cristiano Luciani – Πανεπιστήμιο Tor Vergata, Ρώμη
Giorgio Montecchi – Πανεπιστήμιο Statale, Μιλάνο
Andrea Giovanni Noto – Πανεπιστήμιο La Sapienza, Ρώμη
Marco Novarino – Πανεπιστήμιο του Τορίνο
Gabriele Paolini – Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας
Donatella Rasi – Πανεπιστήμιο της Πάντοβα
Giampaolo Salice – Πανεπιστήμιο του Κάλιαρι
Fabiana Savorgnan Cergneu di Brazzà – Πανεπιστήμιο του Ούντινε
Francesco Scalora – Πανεπιστήμιο της Πάντοβα
Francesca Irene Sensini – Πανεπιστήμιο Sophia Antipolis, Νίκαια
Ηλίας Σπυριδωνίδης- Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Chiara Tavella – Πανεπιστήμιο του Τορίνο
Ιωάννη Δημ. Τσόλκας – Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Cinzia Virno – Ιστορικός της τέχνης, ανεξάρτητος
Χαράλαμπος Βλαχόπουλος – Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Alessandro Volpi – Πανεπιστήμιο της Πίζας
Ζώζη Ζωγραφίδου – Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Γεράσιμος Ζώρας – Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Περιεχόμενα

Ο εκδοτικός οίκος

H ETPbooks (Enzo Terzi Publishing) είναι ένας εκδοτικός οίκος που ιδρύθηκε το 1989 και μετακόμισε στο Παλαιό Φάληρο το 2008. Έκτοτε δραστηριοποιείται στην έκδοση μεταφράσεων ελληνικών λογοτεχνικών έργων, με στόχο τη διάδοση έργων και συγγραφέων, συχνά υψηλής λογοτεχνικής αξίας, πλούσιων σε θέματα και γλώσσες που αποτελούν δεξαμενή ποικίλων και ποτέ μη προβλέψιμων αναγνώσεων, κυρίως άγνωστων στο εξωτερικό.

Οι εκδόσεις ETPbooks, μάλιστα, προσφέρουν μεταφράσεις σε τρεις γλώσσες: ιταλικά, γαλλικά και αγγλικά. Ο στόχος είναι να δοθεί στους αναγνώστες μια αιτιολογημένη λίστα κειμένων – κλασικά και σύγχρονα – καλά επιμελημένα, προσεκτικά μεταφρασμένα, προσεκτικά διανεμημένα, εκτός των βιομηχανικών αγορών.

Παράλληλα με τα μεταφρασμένα κείμενα, εδώ και μερικά χρόνια ο εκδοτικός οίκος ασχολείται με την παραγωγή και τη διάδοση βιβλίων, μελετών και έργων που ενδιαφέρονται να εμβαθύνουν τα ζητήματα και τους δεσμούς Ελλάδας-Ιταλίας, με ιδιαίτερη προσοχή στα ιστορικά ζητήματα των δύο τελευταίων αιώνων.

Μετά τη μεταφορά στην Ελλάδα, ο κατάλογος του εκδοτικού οίκου εμπλουτίστηκε με περισσότερες από 80 εκδόσεις και εδραίωσε την παρουσία με ένα διευρυμένο δικτύου διανομής τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ιταλία.