Η «ανθεκτικότητα» και η «επεκτατικότητα» του κοροναϊού θα κρίνει (και) τις φοροελαφρύνσεις

Εγρήγορση αλλά και ανησυχία για το ενδεχόμενο οι επιπτώσεις τυχόν μαζικής επέκτασης του ιού του κοροναϊού στην Ελλάδα επικρατεί στο οικονομικό επιτελείο, που φοβάται μήπως, παρά τα αλλεπάλληλα θετικά σήματα από την Ευρώπη για την ελληνική οικονομία, οι εξελίξεις οδηγήσουν σε αναβολή υλοποίησης των θετικών μέτρων, για τα οποία έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση, με έμφαση στη μείωση των φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών.

Στην πρόσφατη συνάντηση του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα με τον Γάλλο ομόλογό του στην Αθήνα, ο κ. Μπρινό Λε Μέρ φέρεται να εκτίμησε ότι οι επιπτώσεις στον γαλλικό τουρισμό από τον ιό του κοροναϊού θα είναι πολύ μεγάλες, οδηγώντας σε μείωση των εσόδων περίπου 30-40% σε σχέση με πέρυσι. Αν κάτι ανάλογο συμβεί και στην Ελλάδα, το πλήγμα θα είναι επώδυνο και βαρύ.

Επιπρόσθετα, η Αθήνα έχει στραμμένο με αγωνία το βλέμμα και στην Κίνα, το μέγεθος των συναλλαγών με την οποία αγγίζει το 2,5% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος. Εξ αυτών, τα περίπου 5 δισ. Ευρώ αφορούν το σύνολο του εμπορίου, με τις εισαγωγές να ξεπερνούν τα 4 δισ. και τις εξαγωγές ν’ αγγίζουν το 1 δις.

Πέραν των παραπάνω, ο υπουργός Τουρισμού Χάρης Θεοχάρης επιβεβαίωσε ότι οι ακυρώσεις από την Κίνα μέχρι στιγμής κινούνται σε ποσοστό περίπου 60%-70%, αλλά είναι προφανές ότι θα αυξηθεί.

Με δεδομένο ότι το 2019 επισκέφθηκαν την Ελλάδα 200.000 κινέζοι τουρίστες , οι οποίοι, μάλιστα, έχουν περί το 30% υψηλότερη μέση κατά κεφαλήν δαπάνη από τις υπόλοιπες εθνικότητες, αντιλαμβάνεται κανείς το μέγεθος του προβλήματος που θα προκύψει. Και, βεβαίως, ανάλογη εικόνα υπάρχει και σε σχέση με τους Ευρωπαίους τουρίστες, οι οποίοι, σημειωτέον, κλείνουν αυτή την περίοδο τις καλοκαιρινές τους διακοπές.

Μέχρι στιγμής, πάντως, δεν υπάρχει κάποιο δείγμα που θα ενισχύει το σενάριο της μη εφαρμογής των φοροελαφρύνσεων για τις οποίες έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση ότι θα γίνουν μέσα στο 2020.

Αντιθέτως, στην πρόσφατη έκθεσή της για την 5η αξιολόγηση, η Κομισιόν εξήρε τη μεταρρυθμιστική προσπάθεια της κυβέρνησης και έδωσε το πρώτο «πράσινο φως» για την υλοποίηση των ελληνικών αιτημάτων.

Ταυτοχρόνως, η συζήτηση για τη μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα από το 3,5% έχει ανοίξει και αναμένεται να ενταθεί τους επόμενους μήνες, ενώ η ελληνική κυβέρνηση ζητάει και την εφαρμογή του μηχανισμού εξομάλυνσης που θα επιτρέπει στην ουσία τη μεταφορά δημοσιονομικού χώρου από τη μία χρονιά στην άλλη.

Αυτά είναι τα καλά νέα. Τα κακά είναι ότι ουδείς μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια τις επιπτώσεις στις εθνικές οικονομίες από τυχόν πανδημία στην Ευρώπη…