Η Υγειονομική κρίση ανέδειξε ζητήματα που είναι επιτακτική ανάγκη να απαντηθούν στο σήμερα. Φαίνεται ήδη πως η οικονομία οδεύει προς μία νέα υφεσιακή πορεία. Η περίοδος που διανύουμε έφερε στο φως ερωτήματα που θα πρέπει να απαντηθούν με σαφήνεια και σχέδιο. Δυστυχώς όμως, με τις επιλογές της Κυβέρνησης, γίνεται ακόμα δυσκολότερη η δυνατότητα ανάκαμψης και στήριξης της κοινωνίας και της οικονομίας.
Στην προσπάθεια τους να απαντήσουν άμεσα στην πανδημία, οι χώρες στο σύνολό τους, προχώρησαν σε άμεσες και μεγάλες, για τα έως τώρα δεδομένα, παρεμβάσεις στήριξης της οικονομίας. Στην Ελλάδα, μπορεί η Κυβέρνηση να διατείνεται ότι έχει δαπανήσει 24 δις για την αντιμετώπιση της Πανδημίας, αλλά επί της ουσίας το ποσό αυτό μέχρι τον Οκτώβρη του 2020 δεν ξεπερνάει πραγματικά τα 8.5 δις. Οι παρεμβάσεις μέχρι τώρα είναι ελλειμματικές και με μικρό εύρος. Αντίθετα στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ οι άμεσες δημοσιονομικές παρεμβάσεις αγγίζουν τα 13,5 δις! Η Κυβέρνηση σπεύδει να χαρακτηρίσει το Μένουμε Όρθιοι, ως μη ρεαλιστικό. Φαίνεται ότι «Λεφτόδεντρα» υπάρχουν μόνο όταν το πρόγραμμα διαμορφώνεται από την ΝΔ, και οι «ωφελούμενοι» βρίσκονται πλησίον του κύκλου της Κυβέρνησης, όπως ΚΕΚ και διάφορα τυχάρπαστα site!
Όπως κάθε κρίση, έτσι και η σημερινή, παράγει νέα διλήμματα. Φαίνεται λοιπόν, πως μπορεί πλέον να ανοίξει μία βαθιά πολιτική συζήτηση. Η κλίμακα των επιπτώσεων της πανδημίας στην οικονομία δείχνει την διάψευση των κραταιών νεοφιλελεύθερων απόψεων περί αυτορρύθμισης της αγοράς. Απόψεις που θεοποιούσαν την ιδιωτική πρωτοβουλία και αντίστοιχα κατακεραύνωναν την στήριξη του δημόσιου πυλώνα. Οι συγκλίσεις και αποκλίσεις το επόμενο διάστημα θα διαμορφωθούν γύρω ακριβώς από αυτό το ζήτημα. Υπό αυτό το πρίσμα κατανοούμε και τις αντιφάσεις της Κυβέρνησης. Η ΝΔ προσπαθεί να δείξει ότι στηρίζει το Δημόσια Σύστημα Υγείας και την εργασία, βάση και των κοινωνικών και πολιτικών πιέσεων. Στην πραγματικότητα όμως, έρχεται αντιμέτωπη με τους ιδεολογικούς περιορισμούς που το ίδιο το νεοφιλελεύθερο μοντέλο έχει θέσει, και οι οποίοι δεν της «επιτρέπουν» να αυξήσει τ’ όρια των κρατικών παρεμβάσεων.
Είναι ώρα λοιπόν, να συνειδητοποιήσουν όλοι και όλες ότι χρειάζονται μεγάλες και γενναίες πολιτικές αποφάσεις. Ποια πρέπει να είναι η εγγύηση του κράτους και ποια η παρέμβαση του σε κρίσιμους τομείς όπως εργασία, παιδεία, υγεία; Ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος του στη διαμόρφωση των όρων της αγοράς, προς όφελος πάντα των πολιτών; Ποια αγαθά αποτελούν δικαίωμα και ποια τίθενται εκτός των πλαισίων της αγοράς; Αυτά είναι μερικά από τα δομικά ερωτήματα που πρέπει να απαντηθούν. Το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να απαντήσει στα δομικά αυτά ερωτήματα, όχι με τελεσίδικες αποφάσεις, αλλά με στόχο τη συμβολή του για την προάσπιση της κοινωνίας.
Η συνέχιση των αναστολών και των παρατάσεων δεν αποτελεί σχέδιο, ούτε δίχτυ ασφαλείας. Όσο καθυστερεί η Κυβέρνηση να προχωρήσει σε στοχευμένες εγγυοδοτήσεις και ενισχύσεις ρευστότητας, τόσο θα πολλαπλασιάζεται στο μέλλον το εύρος των παρεμβάσεων που θα πρέπει να γίνουν ώστε να αντιμετωπιστεί η ύφεση. H ελληνική οικονομία έχει ανάγκη από μία δημόσια παρέμβαση, ευρείας κλίμακας, με ορίζοντα εξαμήνου. Όπως ακριβώς έχουμε περιγράψει και στο πρόγραμμα μας, μέρος αυτών πρέπει να αφορούν δημοσιονομικά μέτρα στήριξης (για την ενίσχυση της υγείας και μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων, των εργαζομένων και των πολιτών), αλλά και αναγκαίες ενέσεις ρευστότητας, όπως οι εγγυήσεις δανείων.
Οι ενδείξεις στην οικονομία και την αγορά εργασίας ήταν αρνητικές τους τελευταίους μήνες του 2019. Αυτό συνέβη εξαιτίας των Κυβερνητικών επιλογών. Η ύφεση αγγίζει το 0,9% σε ένα τρίμηνο, εκ των οποίων οι 2,5 μήνες ήταν πριν τα μέτρα για τον CoVid 19. Δεν πρέπει όμως η επόμενη μέρα να μας βρει αντιμέτωπους με ένα τοπίο εκρηκτικού μείγματος ανεργίας και κλειστών επιχειρήσεων. Η Κυβέρνηση έχει την επιλογή να δράσει τώρα, αν δεν το κάνει, θα έχει και την ανάλογη ευθύνη. Δεν μπορεί το σχέδιο αντιμετώπισης της ύφεσης για την ενίσχυση της οικονομίας να είναι ίδιο με το σχέδιο διαχείρισής της υγειονομικής κρίσης την περίοδο του lockdown.