Τις παραμέτρους που οδήγησαν την κυβέρνηση να προχωρήσει αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% εξηγεί το υπουργείο Εργασίας με ανακοίνωσή του ενώ παράλληλα δίνει λεπτομέρειες σχετικά με τα όσα είπε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο υπουργικό συμβούλιο.
«Το υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε σήμερα την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου 2022, από τα 650 ευρώ που είναι σήμερα, στα 663 ευρώ το μήνα, ή 773,5 ευρώ αν συνυπολογισθεί το γεγονός ότι καταβάλλονται 14 μισθοί το χρόνο. Η απόφαση ελήφθη ύστερα από την ολοκλήρωση της διαβούλευσης στην οποία συμμετείχαν οι κοινωνικοί εταίροι, ερευνητικοί- επιστημονικοί φορείς και η Τράπεζα της Ελλάδος. Οι συζητήσεις έγιναν με βάση τις αντοχές της οικονομίας και των επιχειρήσεων αλλά και τη διεθνή συγκυρία» επισημαίνεται από το υπουργείο.
«Η ελληνική οικονομία βίωσε βαθιά ύφεση εξαιτίας των επιπτώσεων της πανδημίας, η οποία ήρθε σε συνέχεια της οικονομικής κρίσης. Μέλημα της κυβέρνησης με την απόφαση για την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% από 1ης Ιανουαρίου του 2022, αλλά και με τη μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών -που οδήγησε σε πρόσθετη αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων κατά 1,6% – είναι να στηρίξει την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων χωρίς να θέσει σε κίνδυνο επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας», δήλωσε ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Κωστής Χατζηδάκης.
«Λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα της διαβούλευσης, δίνουμε μια συνετή αύξηση που δεν βάζει εμπόδια στην ανοδική τροχιά της οικονομίας και επιπλέον διατηρεί τον κατώτατο μισθό στο μέσο του πίνακα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από εκεί και πέρα, εργοδότες και εργαζόμενοι έχουν τη δυνατότητα να συμφωνήσουν καλύτερες αμοιβές με τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας που υπογράφουν σε επιχειρησιακό, κλαδικό ή εθνικό επίπεδο. Γνωρίζω βεβαίως ότι η αύξηση αυτή δεν λύνει τα προβλήματα των εργαζομένων. Ακολουθούμε όμως το δρόμο της σύνεσης μέχρι να ξεπεραστούν οι συνέπειες της πανδημίας στις επιχειρήσεις και ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες. Και είμαι βέβαιος ότι η πολιτική της κυβέρνησης που οδηγεί σε αύξηση των επενδύσεων και άνοδο του οικονομικού επιπέδου της χώρας, είναι η μόνη που πραγματικά δημιουργεί τις προϋποθέσεις για καλύτερες αμοιβές, πράγμα που θα πιστοποιηθεί στις διαδικασίες που θα ακολουθήσουν από το 2022 και μετά» ανέφερε ο υπουργός όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Κατώτατος μισθός: Πρόκειται μια λελογισμένη αύξηση, αναφέρει το υπουργείο Εργασίας
Η κυβέρνηση αποφάσισε για την αύξηση του κατώτατου μισθού λαμβάνοντας υπόψη τη σωρευτική ύφεση 6,29% για το 2019 και το 2020 και τις εκτιμήσεις για ανάπτυξη 3,3%-4,3% το 2021. Όπως σημειώνουν στο υπουργείο Εργασίας πρόκειται μια λελογισμένη αύξηση η οποία αντανακλά τις μέχρι τώρα επιδόσεις αλλά και τις προοπτικές της οικονομίας και δεν βάζει σε κίνδυνο τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας. Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη το 2022 (5,3% – 6%) οι οποίες είναι ακόμη πιο ευνοϊκές, θα ληφθούν υπόψη μαζί με τα απολογιστικά στοιχεία που θα υπάρχουν τότε, κατά τη διαδικασία αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού που θα γίνει το 2022.
Στην Ελλάδα ο νομοθετημένος από 1/2/2019 κατώτατος μηνιαίος μισθός για τους υπαλλήλους ανέρχεται στα 650 ευρώ και το ημερομίσθιο για εργατοτεχνίτες στα 29,04 ευρώ. Δεδομένου ότι στην Ελλάδα καταβάλλονται 14 μισθοί, αυτό αντιστοιχεί σε 758 ευρώ/μήνα. Με την εγκύκλιο 7613/395-18-02-2019 του υπουργείου Εργασίας ορίστηκε ότι τα ανωτέρω ποσά προσαυξάνονται μέχρι και 30% ανάλογα με τα έτη προϋπηρεσίας που έχει συμπληρώσει ο/η εργαζόμενος/η προ του 2012. Συνεπώς ο κατώτατος μισθός μπορεί να είναι έως και 195 ευρώ υψηλότερος.
Αντίστοιχα από 1-1-2022 ο κατώτατος μισθός διαμορφώνεται στα 663 ευρώ το μήνα (ή 773,5 ευρώ με αναγωγή των 14 μισθών) ενώ με τις τριετίες φθάνει έως και 198,9 ευρώ υψηλότερα. Το κατώτατο ημερομίσθιο από 1-1-2022 διαμορφώνεται σε 29,62 ευρώ. Μεταξύ των 21 κρατών μελών της ΕΕ που έχουν νομοθετημένο κατώτατο μισθό, η Ελλάδα βρίσκεται στη μέση της κατάταξης όσον αφορά το ύψος του κατώτατου μισθού (11η με βάση τον ονομαστικό και 13η με βάση τα Ισοδύναμα Αγοραστικής Δύναμης).