«Τα δύσκολα είναι μπροστά μας. Και έχουμε υποχρέωση να προειδοποιήσουμε την κοινή γνώμη ότι ο επόμενος μήνας θα είναι πολύ δύσκολος» σημειώνει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, για την πορεία της επιδημίας του κοροναϊού, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα».
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα έχουμε αύξηση των κρουσμάτων, θα έχουμε αύξηση των σοβαρών κρουσμάτων, άνθρωποι θα χάσουν τη ζωή τους, να το ξέρουμε αυτό» υπογραμμίζει και προσθέτει «το σημαντικό είναι να περιορίσουμε τον αριθμό στο ελάχιστο και να μην χάσουν άνθρωποι τη ζωή τους -αυτή είναι η μεγάλη προσπάθεια- ενώ θα μπορούσε να σωθούν. Αυτό είναι το κύριο μέλημά μας».
Ο πρωθυπουργός σημειώνει ότι το μεγάλο πρόβλημα με αυτή την ασθένεια δεν είναι το 80 ή 85% που θα την περάσουν χωρίς καλά-καλά να την καταλάβουν αλλά «οι ευάλωτοι, όσοι έχουν χρόνιες παθήσεις, οι ηλικιωμένοι οι οποίοι μπορεί να χρειαστούν νοσοκομειακή περίθαλψη ή μπορεί να χρειαστούν πρόσβαση σε εντατική και σε κάποιου είδους αναπνευστική υποστήριξη».
Αναφερόμενος στα μέτρα της κυβέρνησης και την ευθύνη των πολιτών τονίζει «κανένα κράτος δεν μπορεί να ελέγξει το πρόβλημα σε απόλυτο βαθμό. Αυτό που μπορεί να κάνει το κράτος -και το οποίο έχουμε κάνει- είναι να παίρνει σταδιακά ολοένα και περισσότερα μέτρα για να περιορίσει τις κοινωνικές συναθροίσεις» και συμπληρώνει «εάν κάνουμε όλοι αυτό το οποίο πρέπει, δεν θα γίνουμε Ιταλία».
«Εμείς μεν μπορεί να αρρωστήσουμε και να μην πάθουμε τίποτα, αλλά αν κολλήσουμε κάποιον άνθρωπο ο οποίος είναι ηλικιωμένος ή αν επιτρέψουμε με την συμπεριφορά μας να διασπαρεί ο ιός με μεγαλύτερη ταχύτητα, οι επιπτώσεις σε κάποιον άλλον συνάνθρωπό μας, τον οποίο πιθανώς και να μην γνωρίζουμε, να είναι δραματικές» αναφέρει ο πρωθυπουργός.
Σχολιάζοντας τη στάση της εκκλησίας τονίζει «Καταλαβαίνω τη θεολογική διάσταση του θέματος (…) Περιμένω όμως τη συνεργασία της εκκλησίας».
«Πρέπει να περιορίσουμε τη μαζική προσέλευση στις εκκλησίες. Πιστεύω ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα. Και εγώ το έχω. Μια φορά πήγα μόνος μου στην εκκλησία, άναψα ένα κερί, έκανα το σταυρό μου και είπα αυτά τα οποία έπρεπε να πω στον εαυτό μου. Το πρόβλημα είναι η μαζική προσέλευση στις εκκλησίες…» δηλώνει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και συμπληρώνει «τις μαζικές συναθροίσεις θέλουμε να αποφύγουμε και κυρίως τις μαζικές συναθροίσεις ανθρώπων που εξ ορισμού είναι ευπαθείς. Διότι η αλήθεια είναι ότι το ποίμνιο της εκκλησίας είναι πρωτίστως ηλικιωμένοι άνθρωποι και αυτό πρέπει να το λάβουμε υπόψη μας. Οφείλω, λοιπόν, ως πρωθυπουργός να τους προειδοποιήσω γι’ αυτόν τον κίνδυνο και να τους πω πως ό,τι ισχύει για τις συναθροίσεις, ισχύει προφανώς και για τις εκκλησίες».
Μιλώντας για την αποτελεσματικότητα του κράτους εκφράζει την εμπιστοσύνη του στο δημόσιο σύστημα υγείας και τους εξαιρετικούς, και πολύ αφοσιωμένους, γιατρούς και νοσηλευτές.
«Ακούγαμε πάντα στην Ελλάδα τους πολίτες να ρωτάνε “πού είναι το κράτος;”. Ε, δεν το έχουμε ακούσει αυτό τούτες τις μέρες. Και αυτό νομίζω ότι είναι καλό, γιατί το κράτος είμαστε όλοι. Ειδικά σε μια τέτοια κρίση δεν υπάρχει ένα κράτος. Υπάρχουν δομές και άνθρωποι που κάνουν τη δουλειά τους (…) Το κράτος λειτούργησε καλύτερα από ό,τι πολλοί περίμεναν» επισημαίνει ο πρωθυπουργός.
Αναφερόμενος στις προσλήψεις στο χώρο της υγείας ο Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει: «Θα πάρουμε κόσμο με πολύ γρήγορες διαδικασίες, θα παρακάμψουμε διαδικασίες για να προσλάβουμε νοσηλευτές και γιατρούς με 24μηνες συμβάσεις, ώστε να εξακολουθούν να παρέχουν τις υπηρεσίες στο σύστημα υγείας και αφού περάσει αυτή η κρίση».
«Αυτό που με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή -δεν έχω κανένα χρόνο και καμία ανοχή, θέλω να το ξεκαθαρίσω- είναι να μη μας καθυστερήσει οποιοδήποτε γραφειοκρατικό εμπόδιο. Δεν χάνουμε, ούτε μπορούμε να χάσουμε ούτε μέρα» προσθέτει.
Σε ερώτηση για το αν τον έχει επηρεάσει σε προσωπικό επίπεδο η επιδημία δηλώνει «περιορίζω κι εγώ τις δημόσιες εμφανίσεις μου, όπως κάνουμε όλοι. Δεν μπορώ εγώ να μην δίνω το παράδειγμα. Πρέπει να σας πω ότι το τελευταίο διάστημα έχουν αυξηθεί πολύ οι τηλεδιασκέψεις. Δεν θα σταματήσω να δουλεύω, δεν θα σταματήσω να κάνω και συσκέψεις. Όμως όλα προσαρμόζονται στις ανάγκες της εποχής».
«Είναι μια ευκαιρία να βρεθούμε όλοι μαζί και να περάσουμε περισσότερο χρόνο στο σπίτι (…) Και νομίζω αυτή είναι η συμβουλή την οποία μπορώ να δώσω: περισσότερο χρόνο στο σπίτι, λιγότερο χρόνο έξω, μικρές συναθροίσεις» προσθέτει.
Για τα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και εργαζόμενων ο πρωθυπουργός σημειώνει ότι «όταν με κρατική απόφαση κλείνει ένα θέατρο, άρα δεν έχει τη δυνατότητα ούτε να έχει έσοδα ούτε να πληρώσει τους εργαζόμενους, το κράτος πρέπει να κάνει μια παρέμβαση» και συμπληρώνει «Θα δώσει χρήματα στον εργαζόμενο, βεβαίως, δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Και ταυτόχρονα το κράτος θα δίνει τη δυνατότητα να παίρνουν οι γονείς άδειες, έτσι ώστε να μπορούν να φροντίζουν τα παιδιά κάτω των 15 ετών (…) Το κράτος θα παρέμβει με μια σειρά από μέτρα για να τονώσει τη ρευστότητα των επιχειρήσεων».
Αναφέρει ότι ο ίδιος πρώτος έθεσε στην Ευρώπη το ζήτημα ότι πρέπει να υπάρξουν εξαιρέσεις από το Σύμφωνο Σταθερότητας, οι οποίες θα μας επιτρέψουν να έχουμε ένα μεγαλύτερο έλλειμμα φέτος ή ένα μικρότερο πλεόνασμα.
Για τις προοπτικές και τη στήριξη του τουρισμού επισημαίνει: «το γεγονός ότι έγινε τώρα η κρίση για μας δεν είναι η απόλυτη καταστροφή διότι θέλω να ελπίζω ότι θα κάνει τον κύκλο και κάποια στιγμή όλοι θα καταλάβουν ότι η κρίση πέρασε και θα θέλουν να έρθουν…»
Ο πρωθυπουργός σημειώνει ότι η κυβέρνηση προετοιμάζεται για τη στιγμή που θα τελειώσει η κρίση. «Την φυλάμε την καμπάνια μας ώστε να μπορούμε να τα ρίξουμε τα λεφτά όταν θα πιάσουν τόπο» σημειώνει.
Τέλος για την απόφαση να κλείσουν τα σύνορα τονίζει «Μείναμε άγρυπνοι για πολύ καιρό προκειμένου να είμαστε απολύτως σίγουροι ότι είμαστε επιχειρησιακά έτοιμοι να υποστηρίξουμε μια πολιτική απόφαση που την είχα ήδη λάβει. Δεν την επεξεργάστηκα δηλαδή, δεν με προβλημάτισε, ήμουν απολύτως αποφασισμένος, δεν επρόκειτο να επιτρέψω ποτέ μία άτακτη και άναρχη είσοδο προσφύγων – μεταναστών υπό τις συνθήκες αυτές που δρομολόγησε η Τουρκία».
«Παρέλαβα μια κατάσταση όπου τα σύνορα του Έβρου ήταν “μπάτε σκύλοι αλέστε”» λέει ο πρωθυπουργός και επισημαίνει ότι «Για πρώτη φορά η Ελλάδα κατοχύρωσε το δικαίωμα να φυλάει τα σύνορά της, γιατί είναι σύνορα της Ευρώπης. Και απέδειξε, κυρίως, ότι και επιχειρησιακά μπορεί να το κάνει… Αποδείξαμε λοιπόν πάνω σε μια κρίση ότι μπορούμε να τα φυλάξουμε και ότι η μεγάλη πλειοψηφία της κοινωνίας αυτό ζητάει διότι είναι το αυτονόητο…»
«Κερδίσαμε την πολιτική νομιμοποίηση να φυλάμε τα σύνορά μας χρησιμοποιώντας τα μέσα τα οποία χρησιμοποιήσαμε. Κερδίσαμε 700 εκατομμύρια ευρώ. Κερδίσαμε την απόλυτη στήριξη της Ευρώπης στην πολιτική μας και τη συναντίληψη για μια σειρά από πτυχές του προσφυγικού, όπως για τα ασυνόδευτα παιδιά» προσθέτει ο πρωθυπουργός.