Σε εξειδικευμένο περιοδικό δημοσιεύθηκε έρευνα που έγινε στο Λονδίνο, με επικεφαλής δυο Έλληνες επιστήμονες, στην οποία αποδεικνύεται η φυσική ανοσία κάποιων στον κορονοϊό.
Ο Γιώργος Κασσιώτης, του Ινστιτούτου Φράνσις Κρικ Λονδίνου και η Ελένη Ναστούλη, του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου του Λονδίνου (UCL) ήταν επικεφαλής της έρευνας που έγινε στη Μεγάλη Βρετανία και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό science.
Η επιστημονική ομάδα ανακάλυψε πως ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό ανθρώπων, ειδικότερα μικρότερης ηλικίας, έχει στον οργανισμό του αντισώματα χωρίς να έχει νοσήσει ποτέ στο παρελθόν από κορονοϊό.
Στην έρευνα εξετάστηκαν 302 ενήλικες και οι 16 (ποσοστό 5,3%), είχαν αντισώματα IgC κατά του SARS-CoV-2. Οι επιστήμονες θεωρούν πως τα αντισώματα αυτά πιθανότατα δημιουργήθηκαν στη διάρκεια παρελθοντικών λοιμώξεων, από τους πολύ πιο ακίνδυνους κορονοϊούς του κοινού κρυολογήματος. Στην ίδια έρευνα, εξετάστηκαν 48 παιδιά και έφηβοι από ενός ως 16 ετών. Στους 21 (ποσοστό 44%) ανιχνεύθηκαν παρόμοια αντισώματα.
Τα συγκεκριμένα αντισώματα, που ανιχνεύθηκαν χωρίς να έχουν νοσήσει τα άτομα που εξετάστηκαν από COVID-19, αντιδρούν σε μια συγκεκριμένη περιοχή που ονομάζεται υπομονάδα S2 στην προεξέχουσα πρωτεΐνη ακίδας του νέου κορονοϊού. Αυτή τη χρησιμοποιεί για να μπορέσει να διεισδύσει και να μολύνει τα ανθρώπινα κύτταρα. Η υπομονάδα S2 εμφανίζει μεγαλύτερες δομικές ομοιότητες σε όλους τους κορονοϊούς, σε σχέση με την υπομονάδα S1 της ίδιας ιικής πρωτεΐνης.
Σε προηγούμενες μελέτες είχε φανεί πως αυτή η ανοσία από άλλους συγγενικούς ιούς δεν διασφαλίζει πως δεν θα μολυνθεί κάποιιος από τον κορονοϊό. Παρόλα αυτά, η παρουσία υφιστάμενων αντισωμάτων μπορεί σίγουρα να μειώσει τη μεταδοτικότητα και να μετριάσει τα συμπτώματα σε περίπτωση που κάποιος ανιχνευθεί θετικός στον ιό.
Παράλληλα, πολύ σημαντικό εύρημα θεωρείται από τους επιστήμονες και το γεγονός ότι το πλάσμα αίματος όσων εξετάστηκαν, μπορούσε να καταπολεμήσει τον νέο κορονοϊό. Αυτό, προφανώς, δεν συμβαίνει με άτομα που δεν έχουν τα συγκεκριμένα αντισώματα.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν πως η στόχευση της συγκεκριμένης περιοχής S2 της πρωτεΐνης ακίδας του SARS-CoV-2 θα μπορούσε να είναι η βάση για ένα καθολικό εμβόλιο, που θα είναι αποτελεσματικό απέναντι σε πολλούς κορονοϊούς ταυτόχρονα. Αυτό γιατί, όσοι έχουν μολυνθεί από COVID-19 αναπτύσσουν στην πορεία μεγαλύτερους αριθμούς όλων των ειδών τα αντισώματα (IgA, IgC, IgM) τα οποία στοχεύουν και στην υπομονάδα S1 και στην υπομονάδα S2 της πρωτεΐνης ακίδας του κορονοϊού.