Για πέμπτη μέρα παλεύει με τον κορονοϊό η 47χρονη και η μαρτυρία της συγκλονίζει.
«Αυτό που περνάω δεν θέλω να το περάσει κανένας άνθρωπος. Η πρώτη μέρα ήταν επώδυνη. Αισθανόμουν ότι μου σπάνε όλα τα κόκαλα. Είχα πάρα πολύ πονοκέφαλο, είχα πάρα πολύ πυρετό, είχα πάρα πολύ δύσπνοια… Ήταν ανυπόφορο. Ήταν ανελέητο. Δηλαδή δεν ήξερα από πού να το πιάσω. Το περίεργο είναι ότι εκεί που αισθάνεσαι καλά, ξαφνικά δεν είσαι καλά. Μετά ξανά είσαι καλά, μετά ξανά δεν είσαι καλά. Οπότε δεν ξέρεις να είσαι αισιόδοξη; Να μην είσαι; Δεν ξέρεις τι σε περιμένει», τονίζει μιλώντας στην εκπομπή Live News με τον Νίκο Ευαγγελάτο.
Ξύπνησε τα ξημερώματα του Σαββάτου με φρικτό πονόλαιμο και πυρετό που έφτασε το 39,7. Το ίδιο πρωί, έκανε δύο rapid test που βγήκαν θετικά και εν συνεχεία ένα μοριακό που επίσης, ήταν θετικό. Έκτοτε, είναι σε καραντίνα στο σπίτι της.
«Πολύ δύσπνοια, πυρετό, πόνους, δεν σε χωράει ο τόπος. Είναι ο σύζυγός μου στην πόρτα, ανοίγει, πνίγομαι και δεν μπορεί να έρθει. Δεν μπορεί να μπει. Είναι το πιο οδυνηρό γιατί είναι το ψυχολογικό κομμάτι που βιώνεις εκεί. Την απομόνωση και τη μοναξιά. Είναι απίστευτο. Είσαι άρρωστος, εκεί που θέλεις την περισσότερη φροντίδα ουσιαστικά και πρακτικά δεν την έχεις».
«Όσοι δεν πιστεύουν στον κορονοϊό να έρθουν σπίτι μου»
Ο πόνος 47χρονης μετατρέπεται σε θυμό, μόλις σκεφτεί ότι κάποιοι, ακόμα και τώρα, πιστεύουν, ότι δεν υπάρχει κορονοϊός. «Θέλω να τους πω ότι το σπίτι μου είναι ανοιχτό να τους κεράσω ένα καφέ και να κάτσουμε μαζί, αν μπορούν να κάτσουν, να μείνουν μαζί μου το βράδυ που δεν μπορώ να κοιμηθώ, που δεν μπορώ να πάρω αναπνοή, τις ώρες που δεν έχω αέρα, που δεν με χωράει καθόλου ο χώρος, να κάτσουν μαζί μου. Αυτό το ότι δεν προσέχουνε και ότι θέλουν να πιουν μία μπύρα, να την πάρουν να την πιουν στο μπαλκόνι τους. Μόνοι τους. Και σε λίγο καιρό θα την πίνουμε όλοι μαζί. Γιατί είναι ασέβεια για αυτούς τους ανθρώπους που υποφέρουν. Και ειδικά για αυτούς που είναι στις εντατικές».
Και συνεχίζει περιγράφοντας με απόλυτη γλαφυρότητα την νέα πραγματικότητα που βιώνει. «Είναι ο άνθρωπος δίπλα σου, σε βλέπει να πνίγεσαι και δεν μπορεί να βοηθήσει. Προχτές δεν μπορούσα να πιάσω τις εισπνοές μου. Ποιος θα μου τις δώσει; Αυτό θέλω να τους πω. Και εγώ θέλω να βγω στην πλατεία και εγώ θέλω να κάνω βόλτα και τα παιδιά μου θέλουν να κάνουν βόλτα, αλλά θέλω να είναι καλά οι γονείς μου, θέλω να είναι καλά τα παιδιά μου, για αυτό πρέπει να προσέχουμε όλοι. Λίγος καιρός είναι. Λίγη υπομονή χρειάζεται».
Η ίδια, όπως ισχυρίζεται, λάμβανε όλα τα μέτρα προστασίας. Παρ’ όλ’ αυτά, ο κορονοϊός βρήκε τον τρόπο να την προσβάλει. «Δεν έχω κατεβάσει ποτέ τη μάσκα μου, όταν κατέβαινα από τα μέσα μεταφοράς άλλαζα μάσκα, πιανόμουν με μαντηλάκι από τα μετρό και τέτοια, από όπου κρατιόμουν και το πετούσα, στη δουλειά ποτέ δεν είχα κατεβάσει μάσκα, πάντα άλλαζα τα ρούχα μου στο σπίτι σε έναν ειδικό χώρο και έβγαζα τα παπούτσια μου εκτός. Δεν ξέρω πώς μπορεί να έγινε. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς έγινε. Στην καθημερινότητά μας, οι κινήσεις που κάνουμε σε καθημερινή βάση, μπορεί να έχω ξύσει λίγο το μάτι μου, να έχω κάνει κάτι χωρίς να το καταλάβω».
Η 47χρονη δεν πάσχει από κάποιο άλλο νόσημα που ενδεχομένως να επιβάρυνε την κατάστασή της. Ήδη έχει γίνει η ιχνηλάτηση των επαφών της, έχουν γίνει τα τεστ και είναι όλοι καλά στην υγεία τους.