Όλη η Ρόδος λίγο καιρό πριν προσευχόταν για τον Γιώργο Λεβέντη από τις Καλυθιές, που κόλλησε κορωνοϊό, διασωληνώθηκε πρώτα στο νοσοκομείο της Ρόδου και έδινε για μήνες τη μάχη για τη ζωή του στο νοσοκομείο «Σωτηρία».
Χωρίς να ακούει, χωρίς να ανταποκρίνεται και με τις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις να τον επισκέπτονται και να πληθαίνουν μέρα με τη μέρα.
Τώρα, κάθεται απέναντί μου, νικητής. Εμφανώς αδυνατισμένος, αλλά ζωντανός, Έχοντας δυσκολία στο βάδισμα, αλλά να περπατά.
Όπως μεταφέρει η rodiaki.gr, ευγνώμων αισθάνεται κι ευλογημένος που ξέφυγε από τον εφιάλτη που του άλλαξε τη ζωή και την κοσμοθεωρία. Τώρα ξέρει ότι αξία έχει η ζωή και όλα τ’ άλλα έρχονται. Πόσο απλό και ταυτόχρονα πόσο δύσκολο είναι να το κατανοήσεις αυτό όταν το ποτάμι της καθημερινότητας, σε παίρνει και σε σηκώνει!
«Οι γιατροί δεν το πίστευαν ότι με όλα αυτά που τράβηξε ο οργανισμός μου μπορούσα να βγω ζωντανός», λέει χαρακτηριστικά και αποκαλύπτει ότι δεν πάλεψε μόνο με την πανδημία αλλά και με τις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις. «Εκεί μέσα έπαθα πνευμονικό οίδημα, εσωτερική αιμορραγία και μου έβαλαν πέντε φιάλες αίμα ενώ πήρα και τρεις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις. Όλα αυτά μαζεμένα με έκαναν ένα πολύ βαρύ περιστατικό», λέει.
Η περίπτωσή του ήταν τόσο σοβαρή που έμεινε διασωληνωμένος επό ενάμιση μήνα και άλλες δεκατέσσερις μέρες στο νοσοκομείο μετά. «Μόλις αποσωληνώθηκα ερχόταν η γιατρός με ρώταγε: «τι μήνα έχουμε, τι μέρα έχουμε…». Μου έλεγε έχουμε, Μάιο! Λέω, από πού κι ως πού Μάιο, αφού ήταν Μάρτιος. Κι ακόμη μπορώ να πω ότι δεν έχω συνέλθει να καταλάβω τι έγινε», θυμάται.
Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα αποκαλύπτει πώς ο ίδιος βίωνε την κατάσταση διασωλήνωσης. «Έφτιαχνα ιστορίες στο μυαλό μου, ζούσα στον δικό μου κόσμο, σε μία παράλληλη, φανταστική ζωή. Αφού όταν επανήλθα ρωτούσα: “ο τάδε ζει;… Τα βαπτιστικά μου πού είναι;”… Είναι στον Καναδά, καμία σχέση. Κάποια στιγμή με ξύπνησαν κι αυτό που ήθελα ήταν να φύγω να πάω στο σπίτι μου, γρήγορα. Δεν ήμουν έτοιμος να με επαναφέρουν, δεν ανταποκρινόμουν όσο θέλανε, αλλά είχα και νεύρα και ήθελα να φύγω. Ήταν τα ισχυρά φάρμακα».
Πολλοί γιατροί μου το είπανε: «Πώς βγήκες ζωντανός από εκεί μέσα! Άρα, υπάρχει Θεός!», λέει συγκινημένος.
Ο αγώνας ενάντια στην ασθένεια πάντως δεν θα ήταν ο μόνος για τον κ. Γιώργο αφού μετά την έξοδο από την εντατική και το νοσοκομείο, έπρεπε να ξεπεράσει και το στάδιο της αποκατάστασης αφού ο οργανισμός του είχε καταπονηθεί.
«Όταν βγήκα από την εντατική, στα πόδια μου και λιγότερο στα χέρια μου, μυς δεν υπήρχαν. Ήτανε μόνο το δέρμα και το κόκκαλο. Όταν σήκωνα το χέρι μου το δέρμα κρεμότανε σαν να ήμουν 100 χρονών. Όταν πια συνήλθα και είδα τον εαυτό μου είπα: “δεν είναι δυνατόν, δεν πρόκειται να σηκωθώ όρθιος…”. Δεν κουνούσα πόδια καθόλου. Πήγα στο Κέντρο Αποκατάστασης «Θησέας» που είναι στη Συγγρού, για ενάμιση μήνα. Εκεί συναντάς τροχαία, εγκεφαλικά, Covid… Είχα έντονα κινητικά προβλήματα, όπως και συνεχίζω να έχω. Δεν μπορούσα να κινήσω τις πατούσες μου. Δεν γνωρίζω πόσο θα επανέλθω. Ακόμη έχω πρόβλημα στις πατούσες, στο περπάτημα. Ο μυς έχει ατροφήσει. Οι γιατροί λένε θέλει χρόνο», λέει.
Σχετικά με το πώς μπορεί να κόλλησε, ο ίδιος λέει πως του είναι άγνωστο αφού ο ήταν από αυτούς που πρόσεχαν πολύ. Φορούσε συνεχώς μάσκα ενώ όπως λέει απέφευγε ακόμα και το να μπαίνει σε χώρους που είχαν κόσμο. «Είναι Τζακ-Ποτ. Ήμουν ο πρώτος στη Ρόδο τότε που διασωληνώθηκε», λέει.
Τέλος, ο ίδιος περνά το μήνυμα υπέρ του εμβολιασμού. «Ίσως δεν είναι η σωτηρία μας, αλλά προς το παρόν το εμβόλιο είναι το μόνο που βοηθάει λέει και συμπληρώνει πως οι γιατροί τόσο στο Σωτηρία όσο και στο νοσοκομείο της Ρόδου είναι ήρωες.