Στην Άγκυρα βρίσκεται σήμερα (Τρίτη 5 Σεπτεμβρίου) ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης και στις 10:30 το πρωί θα έχει συνάντηση εργασίας με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν, για να προετοιμάσουν τη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν την επόμενη εβδομάδα στη Νέα Υόρκη, αλλά και να βρεθεί ένα πρώτο πλαίσιο για τη μεθοδολογία και το χρονοδιάγραμμα που θα μπορούσε να ακολουθηθεί στην ατζέντα των ελληνοτουρκικών. Όπως επεσήμανε ο κ. Γεραπετρίτης στο τουρκικό πρακτορείο Anadolu, στη συνάντηση θα τεθεί και η προετοιμασία για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας- Τουρκίας που θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη τον ερχόμενο Δεκέμβριο.
Είναι το πρώτο βήμα, του λεγόμενου «πολιτικού διαλόγου», μεταξύ των δύο υπουργών Εξωτερικών, μιας διαδικασίας αναβαθμισμένης, σε σχέση με τις διερευνητικές επαφές, και τη συζήτηση για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.
Πρώτος στόχος είναι να εμπεδωθούν οι δίαυλοι επικοινωνίας, σε ανώτατο μάλιστα επίπεδο. Η διαδικασία του διαλόγου διακρίνεται σε δύο σκέλη.
Το πρώτο αφορά την προώθηση της «θετικής ατζέντας», και την ανάδειξη των τομέων στους οποίους Ελλάδα και Τουρκία θα μπορούσαν να συνεργαστούν, όπως η οικονομία, το εμπόριο και η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Το δεύτερο σκέλος, σαφώς δυσχερέστερο, αφορά την οριοθέτηση ενός πιθανού πλαισίου, χρονικού, αλλά και επί της νομικής ουσίας, για τη διευθέτηση της ελληνοτουρκικής διαφοράς που αναγνωρίζει η Αθήνα, δηλαδή της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.
Ενδεικτικό του κλίματος είναι το γεγονός ότι η τουρκική εφημερίδα Milliyet κυκλοφορεί σήμερα με άρθρο του υπουργού Εξωτερικών με τον τίτλο «Μήνυμα Φιλίας» στο πρωτοσέλιδό της.
Η σημερινή μου επίσκεψη στην Τουρκία πραγματοποιείται σε συνέχεια της συνάντησης του Τούρκου Προέδρου και του Έλληνα Πρωθυπουργού στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας και της απόφασής τους να εντατικοποιήσουμε τις προσπάθειες εμπέδωσης ενός κλίματος αμοιβαίας εκτίμησης και εμπιστοσύνης μεταξύ των χωρών μας.
Ειδικώς, η συνάντησή μας με τον Τούρκο ομόλογό μου έχει ως βασικό στόχο την προετοιμασία αφενός, της προσεχούς συνάντησης των δύο ηγετών στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης των ΗΕ στη Νέα Υόρκη και αφετέρου, του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας που θα πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη στο τέλος του έτους.
Η σκέψη που με συνοδεύει σε αυτό το ταξίδι είναι ότι, αν το 1923, την επαύριο ενός σκληρού πολέμου με τεράστιες απώλειες και για τις δύο πλευρές, η Ελλάδα και η Τουρκία μπόρεσαν να βρουν την οδό του συμβιβασμού και κατόρθωσαν να γεφυρώσουν τις διαφορές τους, τότε και εμείς, υπό ασυγκρίτως καλύτερες συνθήκες, οφείλουμε να βαδίσουμε με ειλικρίνεια και εντιμότητα το δρόμο της ειρηνικής συνεργασίας και να επιδιώξουμε τη συνεννόηση, τηρώντας τις αρχές και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Η ατέρμονη αντιπαράθεση δεν μπορεί να είναι επιλογή.Προσβλέπω στη συνάντησή μου με τον φίλο Υπουργό Εξωτερικών κ. Fidan και με την ευκαιρία αυτή απευθύνω ένα μήνυμα φιλίας στο γειτονικό λαό της Τουρκίας.
«Η ατέρμονη αντιπαράθεση δεν μπορεί να είναι επιλογή», τονίζει χαρακτηριστικά.
Απαντώντας σε ερωτήσεις του Αnadolu πριν από την επίσκεψή του στην Τουρκία, ο κ. Γεραπετρίτης δήλωσε ότι με τον κ. Φιντάν έχουν δημιουργήσει μια καλή προσωπική σχέση «στη βάση της αμοιβαίας κατανόησης και της ειλικρίνειας και ότι βρίσκονται σε τακτική επαφή με τρόπο που επιτρέπει την άμεση και εποικοδομητική συνεργασία».
«Ο άμεσος δίαυλος επικοινωνίας σε υψηλό επίπεδο επιτρέπει την ταχεία επίλυση των κρίσεων και ότι το γεγονός αυτό παρέχει επίσης μια σταθερή βάση για συνομιλίες μεταξύ των αξιωματούχων των δύο χωρών σε όλα τα επίπεδα».
«Η νέα προοπτική που πρέπει να υιοθετηθεί για την επίλυση των προβλημάτων που δεν έχουν επιλυθεί στις διμερείς σχέσεις εδώ και χρόνια είναι ότι πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στην εγκαθίδρυση μιας σχέσης ειλικρίνειας και εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών», επεσήμανε χαρακτηριστικά.
Σημείωσε δε πως η διαδικασία διαλόγου «θα καθοδηγείται από τους υπουργούς Εξωτερικών, πάντα με πλήρη σεβασμό στις αρχές του διεθνούς δικαίου, και θα αποτυπώνεται σε πολιτικό διάλογο, θετική ατζέντα και σε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης».
«Με αυτόν τον τρόπο προκειμένου να επιτευχθούν χρήσιμα και συγκεκριμένα αποτελέσματα θα υπάρχει συνεχής παρακολούθηση, κοινή προσέγγιση και υψηλή υπευθυνότητα», τόνισε.
Αναφερόμενος στη θετική ατζέντα μεταξύ των δύο χωρών, ανέφερε ότι «στοχεύει στο πλαίσιο της αναζωογόνησης της οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας και επεκτείνεται σε τομείς συνεργασίας και στην επιχειρηματική κοινότητα, όπως οι μεταφορές, η ναυτιλία, η τεχνολογία, η προστασία του περιβάλλοντος και η αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών».