Σε μια αδιανόητη ομολογία για τον τρόπο που σκέφτεται σχετικά με τον Αλέξη Τσίπρα και την εμπλοκή του στην υπόθεση Novartis προχώρησε μέσα από το βιβλίο του ο βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής, Ανδρέας Λοβέρδος.
Αναλυτικά απόσπασμα από αυτό:
«Έβλεπα στις τηλεοράσεις διαφόρους να λένε συκοφαντικές κουταμάρες, άκουγα να αρθρώνονται επιχειρήματα της συμφοράς με περισπούδαστο ύφος -χαρακτηριστικά στη Βουλή, ένας από αυτούς ούρλιαζε «επαϊόντως»-, διαπίστωνα πως οι πανάθλιες και πανάσχετες συκοφαντίες των ψευδομαρτύρων λανσάρονταν ως επιχειρήματα, ένιωθα πως επιχειρούσαν να σπιλώσουν το έργο μου στα υπουργεία Εργασίας και Υγείας όπου έδωσα τα πάντα, κάνοντας μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται ακόμη και θα εφαρμόζονται για χρόνια, καταλάβαινα πως επιχειρούν να με δολοφονήσουν κι άρχισα να ζητώ εκδίκηση. Δεν είχα, ωστόσο, εστιάσει στο πρόσωπο ή στα πρόσωπα. Το βάναυσο αυτό συναίσθημα διαχέονταν προς όλες και όλους, όσοι διέσπειραν συκοφαντίες. Τους εκπροσωπούσε ο αρχηγός τους, ο τότε πρωθυπουργός. Ετσι γεννήθηκε μέσα μου η ιδέα να τον δείρω. Κυριολεκτώ. Την οργάνωσα, μάλιστα, λίγο στο μυαλό μου. Θα επεδίωκα, σκεφτόμουν, να διασταυρωθώ μαζί του, όταν θα ερχόταν στην αίθουσα της Βουλής για να μιλήσει και τότε θα του έσπαγα τη μύτη, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Σοβαρολογούσα.
Παρακάλεσα τον Αγγελο Καραχάλιο και τη Μαρία Μιλήνη να συσκεφτούμε για τη στάση μου στη Βουλή. Οταν έκανα ως εισήγηση τη σκέψη να δείρω τον πρωθυπουργό και κατάλαβαν πως δεν αστειεύομαι, έμειναν αγάλματα. Δεν συνήλθαν αμέσως. Είμαι τόσο ξένος και ριζικά αντίθετος με όλα αυτά, που έψαχναν να βρουν κάτι να πουν. Μετά άρχισαν να διαμαρτύρονται, ίσως και να φωνάζουν.
Τους κοιτούσα απολύτως αδιάφορος. Εως που άρχισαν να αρθρώνουν επιχειρήματα εναντίον όσων σκεφτόμουν να κάνω. Εν πάση περιπτώσει πείστηκα αμέσως. Μετά το συζήτησα για λίγο και με τον εαυτό μου. Δεν θα μπορούσα στην πραγματικότητα ποτέ να κάνω κάτι τέτοιο. Ωστόσο, το είχα σκεφτεί».